Δημιουργικό εικαστικό σώμα εξ αφορμής του εορτασμού των πολιούχων της πόλης του Αμυνταίου Κωσταντίνου και Ελένης.
Κόσμων διασταύρωσις· η εικαστική έκθεση που θα λάβει χώρα από την Τετάρτη, 20 Μαΐου στις 21:30 μέχρι και το βράδυ της 24ης Μαΐου στο παλαιό δημοτικό σχολείο Αμυνταίου.
Η εικόνα δυο μετωπικών ολόσωμων πορτραίτων εκατέρωθεν συμμετρικά ενός λεπτότατου ξύλινου σταυρού. Πρόκειται για την άγια Ελένη μητέρα και τον άγιο γιο της Κωνσταντίνο τον Μέγα.
Εξετάζοντας τις σχέσεις που προκύπτουν από το δίπολο Μέγας Κωνσταντίνος και Αγία Ελένη, με την ευκαιρία του εορτασμού τους ως πολιούχων του Αμυνταίου, ανακαλύπτουμε ξανά, μέσω της τέχνης, την σχέση μητέρας – υιού, ηγεμόνα – θρησκείας, θύραθεν και χριστιανικού κόσμου, παλαιού και νέου αλλά και μια σειρά συναισθημάτων που ενεργοποιούνται στο άκουσμα του πολυσήμαντου αυτού διδύμου.
Μια έκθεση εραλδικής, των αγιογραφικών εργαστηρίων, διασταυρώνεται με την εικαστική αναζήτηση ενεργοποιώντας το νικηφόρο λάβαρο του Μεγάλου Κωνσταντίνου.
Η συνεργασία της Στέγης Γραμμάτων & Τεχνών Αμυνταίου με το 3ικαστικό 3ργαστήριο Ζωγραφικής & το εργαστήριο Εκκλησιαστικών Τεχνών της Σχολής Καλών Τεχνών Φλώρινας του Τμήματος Εικαστικών & Εφαρμοσμένων Τεχνών του Π.Δ.Μ. με την στήριξη της ΔΗ.Κ.Ε.Α. και της Περιφερειακής ενότητας Φλώρινας ενεργοποιεί και πάλι τον γνώριμο πια χώρο του παλαιού σχολείου συνδέοντας τα έργα τέχνης με τον πανηγυρίζοντα Ναό και την πόλη.
Μια καλλιτεχνική ανάγνωση της ιστορίας περιμένει να την συναντήσετε.
Συμμετέχουν οι
Αναστασία Πενταγιώτη, Ελένη Σουλιώτη, Χρύσα Καλοκύρη, Πέσχου Σεβαστή, Ειρήνη Πουλιάσση, Κωνσταντίνοφ Χρήστος, Τσαντίκη Νικολέτα, Γιώργος Λιόγγος, Σπυρόπουλος Γιάννης, Νίκος Δέδες, Αβραμίδης Δημοσθένης, Πανταζής Γιώργος, Ρήμος Αργύρης, Μαρία Τοτού, Χριστίνα Τζάνη, Γιώργος Κορμπάκης, Γρίζη Αφροδίτη, Μαρί Θεοφίλου, Αναστασία Γιοβάνογλου, Δήμητρα Μπαιρακτάρη, Ειρήνη Φουντουραδάκη, Κυριακή Κάση, Μαντζιώρη Αγάπη, Χάρης Μαργαρίτης, Γλύκα Διονυσοπούλου, Χάρης Κοντοσφύρης, Θεώνη, Άννα-Μαρία Σαμαρά, Φίλιππος Καλαμάρας, Μάγδα Χριστοπούλου, Καρούλια Κατερίνα, Φαίδρα Εγγλέζου, Κων/νος Σταυρόπουλος, Όλγα Μπογδάνου, Κυριάκος Μπουρνάς, Δήμογλου Μαρία, Γαίτη Πηνελόπη, Μπέσσας Δημήτρης, Αντωνίου Νικόλας, Χρήστος Σκούρτης, Μαρία Λαγού, Μαρία Τοτού, Μίνα Κουζούνη, Νίκος Τόπακας, Πέτρος Πετρίδης, Κατερίνα Καρούλια, Άγγελος Στόγιας, Χάρης Μαργαρίτης, Χριστίνα Παναγιωτίδου, Μαριτάσα Τσιμπλάκη.
Κόσμων διασταύρωσις Έκθεση στο Παλιό Δημοτικό σχολείο Αμυνταίου/Βίντεο
Βιντεο /Μοντάζ : Θανάσης Μπλιούμης
https://youtu.be/IxdZGmkzw8Y
Η υπογραφή του αγιογράφου: ο προσωπικός του σταυρός
Είναι γνωστό πως για μια μεγάλη χρονική περίοδο οι εικόνες της Εκκλησίας μας, αλλά και εν γένει τα έργα τέχνης που προορίζονται για τη λατρεία, σπανιότατα φέρουν την υπογραφή των δημιουργών τους. Το γεγονός αυτό δεν σημαίνει ότι τα ονόματα των δημιουργών δεν ήταν άξια μνείας σε αναλογία με τη σπουδαιότητα του έργου τους, αν και σπανίζουν οι αναφορές ονομάτων ζωγράφων σε κείμενα της βυζαντινής και μεταβυζαντινής γραμματείας μας[1]. Βέβαια στο έργο, στη διαδικασία της ζωγραφικής, στο επάγγελμα του ζωγράφου, οι αναφορές σε πατερικά κείμενα δεν σπανίζουν, τις περισσότερες φορές ως παρομοιώσεις που στοχεύουν σε ανάπτυξη πνευματικών ζητημάτων. Αν και οι πατέρες της Εκκλησίας μας, ως φαίνεται, ήταν εξοικειωμένοι με το επάγγελμα ή διακόνημα του «γραφέως»[2], παρ΄όλ’ αυτά σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις –ακόμα και οι χρονογράφοι- κρίνουν σκόπιμο να καταγράψουν κάποια ονόματα[3].
Να σημειώσουμε ότι αρχίζουν να πληθαίνουν τα ενυπόγραφα έργα από τον ια΄αιώνα, και σταδιακά -ιδίως από το ιε΄αι. και εντεύθεν-αυξάνονται εντυπωσιακά, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ακολουθείται από όλους τους καλλιτέχνες η πρακτική αυτή και με τον ίδιο τρόπο[4]..
Ποιος όμως είναι ο λόγος της ανωνυμίας, της αποσιώπησης του ονόματος των ζωγράφων από το έργο τους, ακόμη και σήμερα; Το ερώτημα έχει δεχτεί αρκετές απαντήσεις που αιτιολογούν αυτή τη στάση. Θεωρώ πως το σύνολο των απαντήσεων σε γενικές γραμμές εντοπίζεται στην τριγωνική σχέση: καλλιτέχνης-έργο τέχνης-θεατής/κοινό, που τηρουμένων των αναλογιών μετασχηματίζονται σε λειτουργικό καλλιτέχνη[5]-λειτουργική εικόνα-πιστός/εκκλησίασμα, και οπωσδήποτε σχετίζεται με την έννοια του χαρίσματος-ταλέντου, ως δωρεά του Αγίου Πνεύματος. Ανάλογα με το προσδιορισμό του τι είναι η εικόνα, ποιος ο ρόλος του λειτουργικού καλλιτέχνη, και πώς λειτουργούν στο εκκλησίασμα οι εικόνες, μπορούμε να οδηγηθούμε σε αντίστοιχες απαντήσεις.
Μια εικόνα, μπορούμε να πούμε ότι αποτελεί κάτι άλλο από έργο τέχνης με την τρέχουσα έννοια, είναι αντικείμενο προσδιορισμένο στη λατρεία και επιτελεί θεολογικό στόχο, με πρώτιστο το μυστήριο της ενσάρκωσης του ίδιου του Θεού στο πρόσωπο του Χριστού, του δευτέρου προσώπου της Αγίας Τριάδας. Στην εικονογραφία μας έχει δε καθιερωθεί και κατακτηθεί, ένας πολύ υψηλός στόχος: η τέχνη να προσφέρει τα μέσα της, προς συμπλήρωση του λόγου –όπως η μουσική τείνει το λόγο. Κατορθώθηκε, να το πούμε πιο απλά, αυτό που αδυνατεί να διατυπώσει ο λόγος, να δείχνεται ή να συμπληρώνεται με τα μέσα της ζωγραφικής. Νομίζω πως ο διδακτικός ή παιδαγωγικός ρόλος των εικόνων έπεται.
Από την άλλη το εκκλησίασμα, το σώμα της Εκκλησίας ως πλήρωμα με κεφαλή τον Χριστό, αποτελείται από τους ζώντες και κεκοιμημένους επ’ελπίδι Αναστάσεως, οδεύοντας προς τη ζωή του μέλλοντος αιώνος. Και σ’ αυτή την οδό στο χρόνο, οδοδείκτες αποτελούν οι Άγιοι. Για την Εκκλησία Άγιοι δεν αποτελούν μόνο όσοι τυγχάνουν επίσημης αγιοκατάταξης. Οι ανώνυμοι Άγιοι είναι ακαταμέτρητοι και διασώζονται στη μνήμη του Θεού. Παρατηρούμε λοιπόν πως η ίδια λειτουργία της ανωνυμίας των καλλιτεχνών, απαντάται στην κύρια και ουσιωδέστερη συσσωμάτωση προσώπων της Εκκλησιάς, στο ίδιο το ανθρωπολογικό της πρότυπο, στους Αγίους. Συνεκδοχικώς αν απαντάται στο μείζων θέμα, απαντάται και στο ελάσσων, στους καλλιτέχνες που την διακονούν με το έργο τους[6].
Ο λειτουργικός λοιπόν καλλιτέχνης προσφέρει, διακονεί την Εκκλησία με το χάρισμα που του δώρισε το Άγιο Πνεύμα. Το αντίστοιχο συμβαίνει με κάθε μέλος του σώματος της Εκκλησίας αναλόγως του χαρίσματός του, και αυτό υπάρχει στη μνήμη του Θεού. Από κει και ύστερα είναι στο χέρι του εκάστοτε καλλιτέχνη, να υπογράφει ή όχι τις εικόνες που φτιάχνει, και απαγόρευση προς τούτο δεν υπάρχει.
Ο εξατομικευμένος τρόπος της ζωγραφικής του καλλιτέχνη βέβαια αποτελεί μια αναπόδραστη όσο και ανεπίγνωστη προσωπική σφραγίδα στο ίδιο του το έργο και ένα έμπειρο μάτι μπορεί να διακρίνει στυλιστικά τον δημιουργό, τη Σχολή, μιας ανυπόγραφης εικόνας[7]. Ενδεχομένως ένας λόγος που οι ζωγράφοι δεν υπέγραφαν τις εικόνες τους, αποτελεί το γεγονός ότι ήταν απολύτως γνωστό το ποιος τις ζωγράφισε, και αυτό μεταφερόταν από στόμα σε στόμα[8]. Πέρα όμως από το στυλ της προσωπικής γραφής, υπάρχουν άλλα σημάδια πάνω στο σώμα του έργου που οδηγούν σε ενδείξεις ταυτοποίησης του δημιουργού τους;
Από την εμπειρία μου διαπίστωσα πως ένα στοιχείο που απαντάται συνήθως στο σώμα κυρίως των δεσποτικών εικόνων[9], είναι το σημείο του σταυρού στο πίσω μέρος της εικόνας. Ένας λειτουργικός λόγος που υπαγόρευε αυτή τη συνήθεια είναι ότι οι εικόνες του τέμπλου σπανίως καλύπτονταν στο πίσω μέρος τους, και ο σταυρός αποτελούσε ένα διακοσμητικό μοτίβο στο ξύλινο μέρος της εικόνας που εκτίθετο προς το Ιερό της εκκλησίας[10]. Μάλιστα πολλές φορές, ακόμη και σήμερα, οι αγιογράφοι πριν αρχίσουν τις εργασίες ζωγραφικής της εικόνας, ξεκινούν με τη ζωγραφική του σταυρού στο πίσω τμήμα της[11], έχοντας επιλέξει ένα συγκεκριμένο σχέδιο σταυρού, το οποίο εκτελούν εύκολα, κάθε φορά που το επαναλαμβάνουν[12]. Βρίσκω αυτή τη συνήθεια πολύ ενδιαφέρουσα και απολύτως αρμόζουσα για ένα Ιερό έργο όπως οι εικόνες. Θα μπορούσε να ειπωθεί νομίζω πως αυτός ο σταυρός του αγιογράφου, αποτελεί ένα είδος εναλλακτικής υπογραφής, ένα σημείο εξατομίκευσης που απορροφάται λειτουργικά εντός της υπόστασης του έργου και μάλιστα στο πίσω μέρος του. Αυτή η σκέψη με οδήγησε να υιοθετήσω προσωπικά ένα σχήμα σταυρού για το πίσω μέρος των εικόνων μου. Ακολούθως προτείνα στους φοιτητές του Εργαστηρίου Εκκλησιαστικών Τεχνών της Σχολής Καλών Τεχνών της Φλώρινας, εφόσον το επιθυμούν να ακολουθήσουν αυτόν τον τρόπο «υπογραφής».
Η έκθεση λοιπόν του πίσω μέρους των εικόνων μας, αποτελεί το αποτέλεσμα αυτής της στάσης έναντι της υπογραφής του αγιογράφου: μια ποικιλομορφία συμβόλων του σταυρού διαφορετικού σχήματος σε κάθε εικόνα, ασχέτως αν στο μπροστινό μέρος εικονογραφείται η ίδια ακριβώς παράσταση. Οι συμμετέχοντες στην έκθεση -Μαρία Λαγού, Μαρία Τοτού, Μίνα Κουζούνη, Νίκος Τόπακας, Πέτρος Πετρίδης, Κατερίνα Καρούλια, Άγγελος Στόγιας, Χάρης Μαργαρίτης, Χριστίνα Παναγιωτίδου- αποτελούν τους πρώτους φοιτητές/τριες που παρακολουθούν την Αγιογραφία ως μάθημα εμβάθυνσης (Παραστατική Αρχαιολογία- Αντίγραφο) στη Σχολή Καλών Τεχνών της Φλώρινας . Ο εργαστηριακός χρόνος για μια απαιτητική εργασία όπως η ολοκλήρωση μιας δεσποτικής εικόνας υψηλών προδιαγραφών, προσωρινά στο πρόγραμμα μαθημάτων τους υπολείπεται. Παρ’ όλ’ αυτά το αποτέλεσμα του σταδίου ολοκλήρωσης, όπως μπορεί να διαπιστώσει κανείς, είναι επαγγελματικών προδιαγραφών. Ξεκινάμε λοιπόν με το πίσω μέρος των εικόνων μας, και σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα θα έχουμε τη χαρά να εκθέσουμε τις εικόνες μας ολοκληρωμένες.
Δημοσθένης Αβραμίδης
Επίκουρος Καθηγητής Σχολής Καλών Τεχνών Φλώρινας
Υπεύθυνος Εργαστηρίου Εκκλησιαστικών Τεχνών
[1]Xαρακτηριστική είναι η αναφορά στο όνομα του Πανσέληνου, ζωγράφου του Πρωτάτου στις Καρυές του Άθωνα, σε κείμενο μεταγενέστερο του κατά τέσσερεις αιώνες, στην Ερμηνεία του Διονυσίου εκ Φουρνά
[2] Γραφεύς=ζωγράφος
[3]Τηρουμένων των αναλογιών στην υμνολογία, η διάσωση του ονόματος του δημιουργού είναι πιο συχνή (π.χ. Ιωάννης ο Δαμασκηνός, Ρωμανός ο Μελωδός, Ιωάννης Κουκουζέλης κοκ).
[4]Τη γραφή του ονόματος του ο καλλιτέχνης τη συνοδεύει με λέξεις όπως ο δείξας, ο αναδείξας, ή χείρ του τάδε, δια χειρός, χειρ και δέησις κλπ. Σε άλλες περιπτώσεις θέτει την υπογραφή του με ταπεινολογικούς θα λέγαμε προσδιορισμούς όπως, ανάξιος, τάχα ζωγράφος, ελάχιστος κοκ και στην περίπτωση που ανήκει στις τάξεις του κλήρου αναγράφει την ιδιότητα του ως ιερέως κλπ
[5]π.χ. αγιογράφο
[6]Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι χάνεται ο εαυτός εντός της συλλογικότητας. Κατά την άποψή μου η στάθμιση ατόμου και συνόλου βρίσκει το άριστο ζύγισμα εντός της Εκκλησίας, με τρόπο που ενδέχεται να λύνει σύγχρονα κοινωνιολογικά και πολιτειολογικά ζητήματα, είναι όμως ένα άλλο θέμα αυτό, για να θιγεί στα πλαίσια ενός σημειώματος μιας έκθεσης.
[7]Αναφερόμαστε στη στυλιστική τεκμηρίωση ενός έμπειρου π.χ. αρχαιολόγου βυζαντινής ιστορίας της τέχνης, ενός συντηρητή αρχαιοτήτων και έργων τέχνης, ενός γνώστη του αντικειμένου, και στον προσδιορισμό των σημαντικών για την ιστορία της τέχνης έργων, όπως π.χ. μια εικόνα της Κρητικής Σχολής που στυλιστικά μπορεί να αποδοθεί στον Θεοφάνη από τον ομοειδή τρόπο γραφής του που απαντάται σε εικόνες ή τοιχογραφίες.
[8]Ας συνυπολογιστεί ότι η άσκηση της ζωγραφικής αφορούσε συγκεκριμένα και προσδιορισμένα εργαστήρια και καλλιτέχνες.
[9]Των εικόνων του τέμπλου.
[10]Μια λαϊκή παράδοση εστιάζει στην αποτροπαϊκότητα του σημείου του σταυρού. Αναφέρει πως ο αντικείμενος δεν πηγαίνει στο μπροστινό τμήμα της εικόνας διότι υπάρχει η μορφή του Αγίου, πηγαίνει όμως στο πίσω μέρος της εικόνας…
[11]Την πρακτική να τίθενται σύμβολα στο πίσω μέρος του ιερού έργου τη συναντάμε και στη ζωγραφική Thangka πίσω από τις mandala.
[12]Μια χαρακτηριστική περίπτωση μεταβυζαντινού αγιογράφου που επαναλαμβάνει στις ανυπόγραφες εικόνες του το ίδιο σύμβολο σταυρού, είναι ο Σέρβος Μητροφάνοβιτς .
Κόσμων διασταύρωσις· η εικαστική έκθεση που θα λάβει χώρα από την Τετάρτη, 20 Μαΐου στις 21:30 μέχρι και το βράδυ της 24ης Μαΐου στο παλαιό δημοτικό σχολείο Αμυνταίου.
Η εικόνα δυο μετωπικών ολόσωμων πορτραίτων εκατέρωθεν συμμετρικά ενός λεπτότατου ξύλινου σταυρού. Πρόκειται για την άγια Ελένη μητέρα και τον άγιο γιο της Κωνσταντίνο τον Μέγα.
Εξετάζοντας τις σχέσεις που προκύπτουν από το δίπολο Μέγας Κωνσταντίνος και Αγία Ελένη, με την ευκαιρία του εορτασμού τους ως πολιούχων του Αμυνταίου, ανακαλύπτουμε ξανά, μέσω της τέχνης, την σχέση μητέρας – υιού, ηγεμόνα – θρησκείας, θύραθεν και χριστιανικού κόσμου, παλαιού και νέου αλλά και μια σειρά συναισθημάτων που ενεργοποιούνται στο άκουσμα του πολυσήμαντου αυτού διδύμου.
Μια έκθεση εραλδικής, των αγιογραφικών εργαστηρίων, διασταυρώνεται με την εικαστική αναζήτηση ενεργοποιώντας το νικηφόρο λάβαρο του Μεγάλου Κωνσταντίνου.
Η συνεργασία της Στέγης Γραμμάτων & Τεχνών Αμυνταίου με το 3ικαστικό 3ργαστήριο Ζωγραφικής & το εργαστήριο Εκκλησιαστικών Τεχνών της Σχολής Καλών Τεχνών Φλώρινας του Τμήματος Εικαστικών & Εφαρμοσμένων Τεχνών του Π.Δ.Μ. με την στήριξη της ΔΗ.Κ.Ε.Α. και της Περιφερειακής ενότητας Φλώρινας ενεργοποιεί και πάλι τον γνώριμο πια χώρο του παλαιού σχολείου συνδέοντας τα έργα τέχνης με τον πανηγυρίζοντα Ναό και την πόλη.
Μια καλλιτεχνική ανάγνωση της ιστορίας περιμένει να την συναντήσετε.
Συμμετέχουν οι
Αναστασία Πενταγιώτη, Ελένη Σουλιώτη, Χρύσα Καλοκύρη, Πέσχου Σεβαστή, Ειρήνη Πουλιάσση, Κωνσταντίνοφ Χρήστος, Τσαντίκη Νικολέτα, Γιώργος Λιόγγος, Σπυρόπουλος Γιάννης, Νίκος Δέδες, Αβραμίδης Δημοσθένης, Πανταζής Γιώργος, Ρήμος Αργύρης, Μαρία Τοτού, Χριστίνα Τζάνη, Γιώργος Κορμπάκης, Γρίζη Αφροδίτη, Μαρί Θεοφίλου, Αναστασία Γιοβάνογλου, Δήμητρα Μπαιρακτάρη, Ειρήνη Φουντουραδάκη, Κυριακή Κάση, Μαντζιώρη Αγάπη, Χάρης Μαργαρίτης, Γλύκα Διονυσοπούλου, Χάρης Κοντοσφύρης, Θεώνη, Άννα-Μαρία Σαμαρά, Φίλιππος Καλαμάρας, Μάγδα Χριστοπούλου, Καρούλια Κατερίνα, Φαίδρα Εγγλέζου, Κων/νος Σταυρόπουλος, Όλγα Μπογδάνου, Κυριάκος Μπουρνάς, Δήμογλου Μαρία, Γαίτη Πηνελόπη, Μπέσσας Δημήτρης, Αντωνίου Νικόλας, Χρήστος Σκούρτης, Μαρία Λαγού, Μαρία Τοτού, Μίνα Κουζούνη, Νίκος Τόπακας, Πέτρος Πετρίδης, Κατερίνα Καρούλια, Άγγελος Στόγιας, Χάρης Μαργαρίτης, Χριστίνα Παναγιωτίδου, Μαριτάσα Τσιμπλάκη.
Κόσμων διασταύρωσις Έκθεση στο Παλιό Δημοτικό σχολείο Αμυνταίου/Βίντεο
Βιντεο /Μοντάζ : Θανάσης Μπλιούμης
https://youtu.be/IxdZGmkzw8Y
Η υπογραφή του αγιογράφου: ο προσωπικός του σταυρός
Είναι γνωστό πως για μια μεγάλη χρονική περίοδο οι εικόνες της Εκκλησίας μας, αλλά και εν γένει τα έργα τέχνης που προορίζονται για τη λατρεία, σπανιότατα φέρουν την υπογραφή των δημιουργών τους. Το γεγονός αυτό δεν σημαίνει ότι τα ονόματα των δημιουργών δεν ήταν άξια μνείας σε αναλογία με τη σπουδαιότητα του έργου τους, αν και σπανίζουν οι αναφορές ονομάτων ζωγράφων σε κείμενα της βυζαντινής και μεταβυζαντινής γραμματείας μας[1]. Βέβαια στο έργο, στη διαδικασία της ζωγραφικής, στο επάγγελμα του ζωγράφου, οι αναφορές σε πατερικά κείμενα δεν σπανίζουν, τις περισσότερες φορές ως παρομοιώσεις που στοχεύουν σε ανάπτυξη πνευματικών ζητημάτων. Αν και οι πατέρες της Εκκλησίας μας, ως φαίνεται, ήταν εξοικειωμένοι με το επάγγελμα ή διακόνημα του «γραφέως»[2], παρ΄όλ’ αυτά σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις –ακόμα και οι χρονογράφοι- κρίνουν σκόπιμο να καταγράψουν κάποια ονόματα[3].
Να σημειώσουμε ότι αρχίζουν να πληθαίνουν τα ενυπόγραφα έργα από τον ια΄αιώνα, και σταδιακά -ιδίως από το ιε΄αι. και εντεύθεν-αυξάνονται εντυπωσιακά, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ακολουθείται από όλους τους καλλιτέχνες η πρακτική αυτή και με τον ίδιο τρόπο[4]..
Ποιος όμως είναι ο λόγος της ανωνυμίας, της αποσιώπησης του ονόματος των ζωγράφων από το έργο τους, ακόμη και σήμερα; Το ερώτημα έχει δεχτεί αρκετές απαντήσεις που αιτιολογούν αυτή τη στάση. Θεωρώ πως το σύνολο των απαντήσεων σε γενικές γραμμές εντοπίζεται στην τριγωνική σχέση: καλλιτέχνης-έργο τέχνης-θεατής/κοινό, που τηρουμένων των αναλογιών μετασχηματίζονται σε λειτουργικό καλλιτέχνη[5]-λειτουργική εικόνα-πιστός/εκκλησίασμα, και οπωσδήποτε σχετίζεται με την έννοια του χαρίσματος-ταλέντου, ως δωρεά του Αγίου Πνεύματος. Ανάλογα με το προσδιορισμό του τι είναι η εικόνα, ποιος ο ρόλος του λειτουργικού καλλιτέχνη, και πώς λειτουργούν στο εκκλησίασμα οι εικόνες, μπορούμε να οδηγηθούμε σε αντίστοιχες απαντήσεις.
Μια εικόνα, μπορούμε να πούμε ότι αποτελεί κάτι άλλο από έργο τέχνης με την τρέχουσα έννοια, είναι αντικείμενο προσδιορισμένο στη λατρεία και επιτελεί θεολογικό στόχο, με πρώτιστο το μυστήριο της ενσάρκωσης του ίδιου του Θεού στο πρόσωπο του Χριστού, του δευτέρου προσώπου της Αγίας Τριάδας. Στην εικονογραφία μας έχει δε καθιερωθεί και κατακτηθεί, ένας πολύ υψηλός στόχος: η τέχνη να προσφέρει τα μέσα της, προς συμπλήρωση του λόγου –όπως η μουσική τείνει το λόγο. Κατορθώθηκε, να το πούμε πιο απλά, αυτό που αδυνατεί να διατυπώσει ο λόγος, να δείχνεται ή να συμπληρώνεται με τα μέσα της ζωγραφικής. Νομίζω πως ο διδακτικός ή παιδαγωγικός ρόλος των εικόνων έπεται.
Από την άλλη το εκκλησίασμα, το σώμα της Εκκλησίας ως πλήρωμα με κεφαλή τον Χριστό, αποτελείται από τους ζώντες και κεκοιμημένους επ’ελπίδι Αναστάσεως, οδεύοντας προς τη ζωή του μέλλοντος αιώνος. Και σ’ αυτή την οδό στο χρόνο, οδοδείκτες αποτελούν οι Άγιοι. Για την Εκκλησία Άγιοι δεν αποτελούν μόνο όσοι τυγχάνουν επίσημης αγιοκατάταξης. Οι ανώνυμοι Άγιοι είναι ακαταμέτρητοι και διασώζονται στη μνήμη του Θεού. Παρατηρούμε λοιπόν πως η ίδια λειτουργία της ανωνυμίας των καλλιτεχνών, απαντάται στην κύρια και ουσιωδέστερη συσσωμάτωση προσώπων της Εκκλησιάς, στο ίδιο το ανθρωπολογικό της πρότυπο, στους Αγίους. Συνεκδοχικώς αν απαντάται στο μείζων θέμα, απαντάται και στο ελάσσων, στους καλλιτέχνες που την διακονούν με το έργο τους[6].
Ο λειτουργικός λοιπόν καλλιτέχνης προσφέρει, διακονεί την Εκκλησία με το χάρισμα που του δώρισε το Άγιο Πνεύμα. Το αντίστοιχο συμβαίνει με κάθε μέλος του σώματος της Εκκλησίας αναλόγως του χαρίσματός του, και αυτό υπάρχει στη μνήμη του Θεού. Από κει και ύστερα είναι στο χέρι του εκάστοτε καλλιτέχνη, να υπογράφει ή όχι τις εικόνες που φτιάχνει, και απαγόρευση προς τούτο δεν υπάρχει.
Ο εξατομικευμένος τρόπος της ζωγραφικής του καλλιτέχνη βέβαια αποτελεί μια αναπόδραστη όσο και ανεπίγνωστη προσωπική σφραγίδα στο ίδιο του το έργο και ένα έμπειρο μάτι μπορεί να διακρίνει στυλιστικά τον δημιουργό, τη Σχολή, μιας ανυπόγραφης εικόνας[7]. Ενδεχομένως ένας λόγος που οι ζωγράφοι δεν υπέγραφαν τις εικόνες τους, αποτελεί το γεγονός ότι ήταν απολύτως γνωστό το ποιος τις ζωγράφισε, και αυτό μεταφερόταν από στόμα σε στόμα[8]. Πέρα όμως από το στυλ της προσωπικής γραφής, υπάρχουν άλλα σημάδια πάνω στο σώμα του έργου που οδηγούν σε ενδείξεις ταυτοποίησης του δημιουργού τους;
Από την εμπειρία μου διαπίστωσα πως ένα στοιχείο που απαντάται συνήθως στο σώμα κυρίως των δεσποτικών εικόνων[9], είναι το σημείο του σταυρού στο πίσω μέρος της εικόνας. Ένας λειτουργικός λόγος που υπαγόρευε αυτή τη συνήθεια είναι ότι οι εικόνες του τέμπλου σπανίως καλύπτονταν στο πίσω μέρος τους, και ο σταυρός αποτελούσε ένα διακοσμητικό μοτίβο στο ξύλινο μέρος της εικόνας που εκτίθετο προς το Ιερό της εκκλησίας[10]. Μάλιστα πολλές φορές, ακόμη και σήμερα, οι αγιογράφοι πριν αρχίσουν τις εργασίες ζωγραφικής της εικόνας, ξεκινούν με τη ζωγραφική του σταυρού στο πίσω τμήμα της[11], έχοντας επιλέξει ένα συγκεκριμένο σχέδιο σταυρού, το οποίο εκτελούν εύκολα, κάθε φορά που το επαναλαμβάνουν[12]. Βρίσκω αυτή τη συνήθεια πολύ ενδιαφέρουσα και απολύτως αρμόζουσα για ένα Ιερό έργο όπως οι εικόνες. Θα μπορούσε να ειπωθεί νομίζω πως αυτός ο σταυρός του αγιογράφου, αποτελεί ένα είδος εναλλακτικής υπογραφής, ένα σημείο εξατομίκευσης που απορροφάται λειτουργικά εντός της υπόστασης του έργου και μάλιστα στο πίσω μέρος του. Αυτή η σκέψη με οδήγησε να υιοθετήσω προσωπικά ένα σχήμα σταυρού για το πίσω μέρος των εικόνων μου. Ακολούθως προτείνα στους φοιτητές του Εργαστηρίου Εκκλησιαστικών Τεχνών της Σχολής Καλών Τεχνών της Φλώρινας, εφόσον το επιθυμούν να ακολουθήσουν αυτόν τον τρόπο «υπογραφής».
Η έκθεση λοιπόν του πίσω μέρους των εικόνων μας, αποτελεί το αποτέλεσμα αυτής της στάσης έναντι της υπογραφής του αγιογράφου: μια ποικιλομορφία συμβόλων του σταυρού διαφορετικού σχήματος σε κάθε εικόνα, ασχέτως αν στο μπροστινό μέρος εικονογραφείται η ίδια ακριβώς παράσταση. Οι συμμετέχοντες στην έκθεση -Μαρία Λαγού, Μαρία Τοτού, Μίνα Κουζούνη, Νίκος Τόπακας, Πέτρος Πετρίδης, Κατερίνα Καρούλια, Άγγελος Στόγιας, Χάρης Μαργαρίτης, Χριστίνα Παναγιωτίδου- αποτελούν τους πρώτους φοιτητές/τριες που παρακολουθούν την Αγιογραφία ως μάθημα εμβάθυνσης (Παραστατική Αρχαιολογία- Αντίγραφο) στη Σχολή Καλών Τεχνών της Φλώρινας . Ο εργαστηριακός χρόνος για μια απαιτητική εργασία όπως η ολοκλήρωση μιας δεσποτικής εικόνας υψηλών προδιαγραφών, προσωρινά στο πρόγραμμα μαθημάτων τους υπολείπεται. Παρ’ όλ’ αυτά το αποτέλεσμα του σταδίου ολοκλήρωσης, όπως μπορεί να διαπιστώσει κανείς, είναι επαγγελματικών προδιαγραφών. Ξεκινάμε λοιπόν με το πίσω μέρος των εικόνων μας, και σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα θα έχουμε τη χαρά να εκθέσουμε τις εικόνες μας ολοκληρωμένες.
Δημοσθένης Αβραμίδης
Επίκουρος Καθηγητής Σχολής Καλών Τεχνών Φλώρινας
Υπεύθυνος Εργαστηρίου Εκκλησιαστικών Τεχνών
[1]Xαρακτηριστική είναι η αναφορά στο όνομα του Πανσέληνου, ζωγράφου του Πρωτάτου στις Καρυές του Άθωνα, σε κείμενο μεταγενέστερο του κατά τέσσερεις αιώνες, στην Ερμηνεία του Διονυσίου εκ Φουρνά
[2] Γραφεύς=ζωγράφος
[3]Τηρουμένων των αναλογιών στην υμνολογία, η διάσωση του ονόματος του δημιουργού είναι πιο συχνή (π.χ. Ιωάννης ο Δαμασκηνός, Ρωμανός ο Μελωδός, Ιωάννης Κουκουζέλης κοκ).
[4]Τη γραφή του ονόματος του ο καλλιτέχνης τη συνοδεύει με λέξεις όπως ο δείξας, ο αναδείξας, ή χείρ του τάδε, δια χειρός, χειρ και δέησις κλπ. Σε άλλες περιπτώσεις θέτει την υπογραφή του με ταπεινολογικούς θα λέγαμε προσδιορισμούς όπως, ανάξιος, τάχα ζωγράφος, ελάχιστος κοκ και στην περίπτωση που ανήκει στις τάξεις του κλήρου αναγράφει την ιδιότητα του ως ιερέως κλπ
[5]π.χ. αγιογράφο
[6]Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι χάνεται ο εαυτός εντός της συλλογικότητας. Κατά την άποψή μου η στάθμιση ατόμου και συνόλου βρίσκει το άριστο ζύγισμα εντός της Εκκλησίας, με τρόπο που ενδέχεται να λύνει σύγχρονα κοινωνιολογικά και πολιτειολογικά ζητήματα, είναι όμως ένα άλλο θέμα αυτό, για να θιγεί στα πλαίσια ενός σημειώματος μιας έκθεσης.
[7]Αναφερόμαστε στη στυλιστική τεκμηρίωση ενός έμπειρου π.χ. αρχαιολόγου βυζαντινής ιστορίας της τέχνης, ενός συντηρητή αρχαιοτήτων και έργων τέχνης, ενός γνώστη του αντικειμένου, και στον προσδιορισμό των σημαντικών για την ιστορία της τέχνης έργων, όπως π.χ. μια εικόνα της Κρητικής Σχολής που στυλιστικά μπορεί να αποδοθεί στον Θεοφάνη από τον ομοειδή τρόπο γραφής του που απαντάται σε εικόνες ή τοιχογραφίες.
[8]Ας συνυπολογιστεί ότι η άσκηση της ζωγραφικής αφορούσε συγκεκριμένα και προσδιορισμένα εργαστήρια και καλλιτέχνες.
[9]Των εικόνων του τέμπλου.
[10]Μια λαϊκή παράδοση εστιάζει στην αποτροπαϊκότητα του σημείου του σταυρού. Αναφέρει πως ο αντικείμενος δεν πηγαίνει στο μπροστινό τμήμα της εικόνας διότι υπάρχει η μορφή του Αγίου, πηγαίνει όμως στο πίσω μέρος της εικόνας…
[11]Την πρακτική να τίθενται σύμβολα στο πίσω μέρος του ιερού έργου τη συναντάμε και στη ζωγραφική Thangka πίσω από τις mandala.
[12]Μια χαρακτηριστική περίπτωση μεταβυζαντινού αγιογράφου που επαναλαμβάνει στις ανυπόγραφες εικόνες του το ίδιο σύμβολο σταυρού, είναι ο Σέρβος Μητροφάνοβιτς .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου