Ο θεατρικός Γιώργος Ρόρρης…
Υπάρχει μια μαγεία στα έργα του Γιώργου Ρόρρη… Κοιτάζοντας κανείς τα πορτρέτα του έχει την εντύπωση ότι πρόκειται για θεατρικά πρόσωπα που αφηγούνται έναν μονόλογο… Αλλά είναι κάτι πολύ παραπάνω από αυτό, καθώς, όπως και ο ίδιος υποστηρίζει, στην ουσία θυμίζουν μονόπρακτα. Ο χρόνος και ο χώρος στα έργα του μοιάζουν, σαν αυθύπαρκτες οντότητες που διηγούνται ιστορίες μέσα από συνεχείς αναδιπλώσεις. Στο θέατρο υπάρχει ο διηγητικός και ο παριστώμενος χώρος και το ίδιο ισχύει και με το χρόνο, που οι τροπικότητές του είναι πάρα πολλές και αποκτούν έντονα συμβολικές υποστάσεις. Με τον όρο παριστώμενος, εννοούμε, χονδρικά τον χώρο και τον χρόνο που άπτεται του παρόντος, αφορά δηλαδή την παρούσα κατάσταση των ηρώων μέσα στο θεατρικό έργο, ενώ ο διηγητικός παραπέμπει σε ένα αλλού και σε ένα άλλοτε που έχουν να κάνει είτε με το παρελθόν, είτε με το μέλλον. Δεν τα βλέπουμε ποτέ επί σκηνής, αλλά μας τα διηγούνται οι ήρωες και εμείς ως θεατές τα συν-δημιουργούμε με την φαντασία μας. Αυτό ακριβώς συμβαίνει και με τα πορτρέτα του Γιώργου Ρόρρη που μοιάζουν να αφηγούνται μια ιστορία μέσα από βλέμματα και σιωπές, μέσα από αντανακλάσεις σε καθρέφτες και ανοιχτά παράθυρα…
Που συνομιλεί η ερμηνεία ενός ηθοποιού με ένα ζωγραφικό πορτρέτο; Σύγχρονες αντιλήψεις σχετικά με το θέατρο θέλουν τον ηθοποιό όχι υποκριτή, αλλά ερμηνευτή, καθώς ερμηνεύει τον πρόσωπο που υποδύεται ανάλογα με την προσωπικότητα του και το πώς τον εξέλαβε ο ίδιος. Γι’ αυτό και ποτέ δύο ερμηνείες δεν ταυτίζονται αλλά είναι τόσο μοναδικές όσο μοναδικοί είμαστε και όλοι μας… Αυτό δεν είναι κάτι που αφορά μόνο τους ηθοποιούς αλλά άπτεται και των εικαστικών και το βλέπουμε πολύ καθαρά στα έργα του Γιώργου Ρόρρη όπου το μοντέλο δεν αντιμετωπίζεται απλά ως μια απλή απεικόνιση, αλλά σαν κάτι πολύ περισσότερο… Σαν ερμηνεία… Και εδώ γεννάται η θεώρηση της Τέχνης όχι σαν μίμησης, αλλά σαν ερμηνείας του κόσμου, μέσα από τον δημιουργό που λειτουργεί σαν όχημα που μεταφέρει και φανερώνει τον «κόσμο των θεών» «στον κόσμο των πεπερασμένων» μέσω την ικανότητάς του όχι να βλέπει τα πράγματα, αλλά να τα οραματίζεται, ανασύροντάς τα από τον κόσμο της φαντασίας και του δυνητικού στον κόσμο της επίγνωσης και της «πραγματικότητας»…
Το Mise en Abyme, γνωστό ως «θέατρο εν θεάτρω» μέσα από τις αντανακλάσεις των καθρεφτών, οι κραυγαλέες σιωπές που αποκτούν, θαρρείς, «υλική» υπόσταση, ο χώρος και ο χρόνος που «διαποτίζονται» από το πρόσωπα, όλα είναι εδώ και μοιάζουν να εκκρεμούν έναντι μιας αναγκαιότητας, όπως εκκρεμεί και το θεατρικό κείμενο έναντι της παράστασης του… Ποια είναι αυτή? Η επικοινωνία με τους θεατές και η ενεργοποίηση του βλέμματός τους… Ο «θεατρικός Ρόρρης» είναι εδώ και μας αποκαλύπτεται μέσα από μια συνέντευξη - συζήτηση με την Δήμητρα Ξενάκη, γύρω από το θέατρο και τα εικαστικά, ταξιδεύοντας ταυτόχρονα στην ιστορία της Τέχνης…
Δ.Ξ. Το έργο σου «Γυναίκα που Καθρεπτίζεται» μοιάζει με μονόπρακτο. Πώς συνέλαβες
την ιδέα για το συγκεκριμένο έργο? Από πού εμπνεύστηκες?
Γ.Ρ. Είχα πάει πριν από χρόνια στον νησάκι των Ιωαννίνων όπου επισκέφτηκα την ιερά Μονή των Φιλανθρωπινών, την οποία έχει ζωγραφίσει ο Φράγκος Κατελάνος. Με εντυπωσίασε πολύ… Θυμάμαι πολύ έντονα τόσο το κλίμα της εκκλησίας, όσο και το δέος που είχα αισθανθεί. Υπήρχε μια πολύ έντονη ταπεινότητα που σε έκανε να δεις τα πράγματα αλλιώς… Σκέφτηκα ότι μας αρέσει να περιαυτολογούμε λέγοντας: «εγώ είμαι ζωγράφος και έχω κάνει εκθέσεις και έχουν γράψει για μένα κριτικοί κι έχω δώσει συνεντεύξεις κ.τ.λ.» κι αυτός ο άνθρωπος ζωγράφισε τόσα τρομερά πράγματα για μήνες, για χρόνια ολόκληρα, μόνος του στην άκρη του κόσμου με παρέα κάποιον μοναχό ή κάποιον τσοπάνη… Εκεί λοιπόν, αν θυμάμαι καλά στο βόρειο τοίχο της εκκλησίας, υπάρχει μια τοιχογραφία όπου απεικονίζεται η ζωή της Αγίας Παρασκευής σε διαφορετικές χρονικές στιγμές. Απεικονίζονταν δηλαδή διάφορα στιγμιότυπα από την ζωή της. Αυτό με εντυπωσίασε πολύ και ακόμη περισσότερο το γεγονός ότι σε όλες τις εικόνες που έβλεπες, ακόμη και αν ήταν πολυπρόσωπες, καταλάβαινες αμέσως ποια ήταν η Αγία Παρασκευή.
Γιώργος Ρόρρης, Γυναίκα που καθρεπτίζεται, Λάδι σε καμβά, 190 x 200 εκ, 2012, Μέδουσα Αίθουσα Τέχνης
Δ.Ξ. Υπήρχε δηλαδή μια ενότητα που δημιουργούνταν μέσω της φιγούρας…
Γ.Ρ. Ακριβώς αυτό… Με παρέπεμψε κατευθείαν σε ένα άλλο σπουδαίο έργο, «την Ταφή του Κόμητος Οργκάθ», όπου ο Θεοτοκόπουλος παρουσιάζει μέσα σε ένα έργο τρεις διαφορετικές στιγμές από την ζωή του. Τον βλέπουμε νεκρό, έπειτα παρατηρούμε την Ανάληψή του στον ουρανό και, τέλος, απεικονίζεται γονατιστός μπροστά στον Χριστό να ζητά άφεση των αμαρτιών του. Επίσης ο Φρα Αντζέλικο έχει ζωγραφίσει τους αγίους Κοσμά και Δαμιανό, όπου τους βλέπεις μέσα στο ίδιο έργο να απεικονίζονται ζωντανοί και παραδίπλα με τα κεφάλια κομμένα. Αυτό το βλέπεις πάρα πολύ και στην ζωγραφική της προ-αναγέννησης όπου μέσα στην εικόνα συνυπάρχουν διαφορετικές καταστάσεις, κάτι που το συναντούμε συχνά και στον Γκρέκο. Αυτό μου άρεσε πολύ και έτσι αποφάσισα να ζωγραφίσω το μοντέλο μου, την Ελένη, δύο φορές μέσα στο ίδιο έργο.
El Greco, Η Ταφή του Κόμητος Οργκάθ, Ελαιογραφία σε μουσαμά. Τολέδο, Santo Tome, 1586
Δ.Ξ. Αυτό που περιγράφεις σχετικά με την τοιχογραφία στην Ιερά Μονή των Φιλανθρωπινών συνομιλεί και με τις απαρχές του ευρωπαϊκού δράματος, όσο και αν ακούγεται παράξενο. Το θέατρο στην Ευρώπη γεννήθηκε μέσα στα Μοναστήρια - κατά τον Μεσαίωνα ή και λίγο πιο πριν- όπου, μέσα στο Ναό, γίνονταν αναπαράσταση διάφορων σκηνών από την Εβδομάδα των Παθών, την Καινή και την Παλαιά Διαθήκη, αλλά και τους βίους των αγίων, κατά την διάρκεια του Πάσχα. Σκοπός ήταν η διάδοση του Χριστιανισμού με εύληπτο τρόπο. Ήταν στατικά και ο θεατής καθώς περιδιάβαινε στον χώρο του ναού είχε την δυνατότητα να δει την εξέλιξη της δράσης. Αργότερα οι αναπαραστάσεις αυτές βγήκαν έξω από τον Ναό και γίνονταν πάνω σε άρματα που διαδέχονταν το ένα το άλλο, όπως στο δικό μας Καρναβάλι και σταδιακά άρχισαν να μπαίνουν και επαγγελματίες ηθοποιοί καθώς οι μοναχοί και οι ιερείς δεν ήθελαν να παίξουν κάποιους συγκεκριμένου ρόλους, όπως π.χ. του διαβόλου. Έτσι μεταπήδησε το επαγγελματικό θέατρο μέσα στο θρησκευτικό. Δηλαδή, όπως στην Ελλάδα τα το δράμα γεννήθηκε από την τραγωδία που είχε τις ρίζες της στις λατρευτικές γιορτές προς τιμήν του Διονύσου, έτσι και στην Ευρώπη οι ρίζες του δράματος ανάγονται πάλι σε θρησκευτικές τελετές. Απαρχή των πάντων υπήρξε η θρησκεία… Αυτές οι διαδοχικές αναπαραστάσεις μέσα στον Ναό συνομιλούν απόλυτα με τις τοιχογραφίες που συναντούμε μέσα στις εκκλησίες, σαν αυτή που σε ενέπνευσε. Ωστόσο η γυναίκα στο έργο σου μοιάζει να διηγείται μια ιστορία…
Γ.Ρ. Αυτό είναι κάτι που δεν το ελέγχω, ούτε με απασχολούσε. Αυτό που βγήκε ξεφεύγει του ελέγχου μου. Πάντως πολύ ενδιαφέρον αυτό που λες…
Δ.Ξ. Στο έργο αυτό παίζει πολύ μεγάλο ρόλο ο καθρέφτης, καθώς πολλαπλασιάζει την εικόνα του μοντέλου… Μίλησε μου λίγο γι’ αυτό.
Γ.Ρ. Στο συγκεκριμένο έργο η φιγούρα απεικονίζεται τέσσερις φορές και όχι δύο, στην πραγματικότητα, γιατί υπάρχουν και οι αντανακλάσεις μέσα στον καθρέφτη. Ο συγκεκριμένος καθρέφτης είναι αρκετά παλιός και διαθέτει μια κορνίζα που είναι και αυτή φτιαγμένη από καθρέφτη. Παλιά αυτήν την κατασκευή την ονόμαζαν “Bijoute”, και ήταν αρκετά συνήθης. Αυτή έχει μια ελαφρά κλίση κι έτσι αν καθίσεις κοντά στον καθρέφτη αντικατοπτρίζεσαι κανονικά, ενώ όταν απομακρύνεσαι από αυτόν αντικατοπτρίζεσαι ανάποδα. Εγώ έχω ζωγραφίσει την Ελένη κανονικά, όπως δηλαδή αντικατοπτρίζεται μέσα στον καθρέφτη, αλλά επίσης και την αντανάκλασή της μέσα στην κορνίζα…
Δ.Ξ. Είναι δηλαδή ουσιαστικά αντανάκλαση της αντανάκλασης…
Γ.Ρ. Ακριβώς… Με γοητεύουν πολύ οι αντανακλάσεις, καθώς μου δίνουν την δυνατότητα να δείξω από την μια πλευρά την πραγματική φιγούρα, την «ζωντανή» ας το πούμε έτσι και από την άλλη την αντανάκλασή της και να το πιστεύω ως έτσι κι εγώ την στιγμή που τη ζωγραφίζω. Να δείχνω δηλαδή αυτήν την αντιπαραβολή ανάμεσα στο πραγματικό, το «ζωντανό» και το είδωλο. Είναι ένα τέχνασμα που ξεκινά από τον Velasquez, τον Vermeer και τον Tisiano…
Diego Velasquez, Las Meninas, Λάδι σε μουσαμά, 318x276 εκ., Μαδρίτη, Πράδο, 1656-1657
Δ.Ξ. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να πει κανείς ότι παραπέμπει και στο Mise en Abyme, που παραπέμπει στο «Θέατρο εν Θεάτρω», γνωστό και ως «πρώτου βαθμού δραματοποίηση» όπου ο ηθοποιός είναι ταυτόχρονα και ηθοποιός αλλά και θεατής καθώς η υπόθεση του έργου είναι το ανέβασμα μια παράστασης. Πρόκειται δηλαδή μια παράσταση που ενυπάρχει μέσα σε μια άλλη. Και νιώθω ότι και στο έργο αυτό υπάρχει μια τέτοια κατάσταση, όπως υπάρχει και στο Las Meninas του Velasquez. Ο θεατής παρακολουθεί το μοντέλο, ενώ στην πραγματικότητα γίνεται αντικείμενο θέασης από αυτό και κατ’ επέκταση από τον ζωγράφο που παρατηρεί τον κόσμο μέσα από το έργο του…
Γ.Ρ. Πολύ σωστά… Αυτό που κάνω σχετίζεται με το «Mise en Abyme», όπου υπάρχει ένας εγκιβωτισμός και εδώ λειτουργεί με πολλούς τρόπους. Πολλές φορές απεικονίζω και τον εαυτό μου μέσα στην αντανάκλαση, δείχνοντας, έτσι το τι βλέπει το μοντέλο. Αλλά επειδή βάζω τον εαυτό μου μέσα στο έργο ο θεατής μπαίνει στην θέση την δική μου, ταυτίζεται με μένα, γιατί με βλέπει μέσα στο έργο, αλλά αντιλαμβάνεται ότι στέκομαι εκεί που στέκεται τώρα αυτός. Δείχνεις, επίσης, με αυτόν τον τρόπο ότι εδώ είναι ο πίνακας, η ζωγραφιά και εδώ η πραγματική ζωή. Το ίδιο συμβαίνει και στο θέατρο εν θεάτρω, στον πίνακα εν τω πινάκι και στο κείμενο εν κειμένω… Όταν διαβάζεις ένα γράμμα που περικλείεται μέσα σε ένα κείμενο λες : «A! Να’ το το γραμμένο! Το υπόλοιπο που διάβαζα είναι ζωντανό…»
Γιώργος Ρόρρης, Αυτοπροσωπογραφία
Δ.Ξ. Στα έργα σου ο χώρος μοιάζει να παραμορφώνεται με ιδιαίτερο τρόπο… Σαν να σηκώνεται το πάτωμα προς τα πάνω. Είναι κάτι που το κάνεις συνειδητά?
Γ.Ρ. Όχι… Μου έχουν ξαναπεί ότι μεγαλώνω το δωμάτιο, αλλά αυτό συμβαίνει επειδή κάθομαι κοντά στο μοντέλο και είναι όρθιος και , έτσι, αναγκαστικά το σημείο φυγής τοποθετείται ψηλά.. Αυτό δημιουργεί διάφορες παραμορφώσεις, όπως π.χ. «στο πορτρέτο του Τάκη με την πορτοκαλί γραβάτα» τα πόδια του Τάκη φαίνονται πολύ μεγάλα, ενώ στην πραγματικότητα ο Τάκης είναι κοντός. Πρόκειται για βράχυνση…
Δ.Ξ. Τι ρόλο παίζει ο χώρος στα έργα σου?
Γ.Ρ. Ο χώρος παίζει εκ πρώτης όψεως τον ρόλο του αχανούς και αδιάφορου κελύφους που περιλαμβάνει την φιγούρα, το οποίο, κέλυφος, όμως, δέχεται την επιρροή της αύρας του ανθρώπου και κατά κάποιον τρόπο νοηματοδοτείται με διαφορετικό τρόπο από αυτήν, γι’ αυτό σε όλα τα έργα σπανίως δίνει την ίδια αίσθηση το δωμάτιο. Αυτό έχω παρατηρήσει και κατέληξα στο συμπέρασμα ότι το πορτρέτο δεν σταματά στη φιγούρα, καθώς αυτή διαποτίζει τα πατώματα, τους τοίχους, τα παράθυρα, τα σοβατεπιά, τις καρέκλες… Και όλα αυτά είναι το πορτρέτο. Δηλαδή το πορτρέτο είναι τόσο η φιγούρα, όσο και το περιβάλλον όπου κάθεται.
Γιώργος Ρόρρης, Ιωάννα, το διπλό πορτρέτο μιας γυναίκας, 2010
Δ.Ξ. Ουσιαστικά είναι μοντέλο και ο χώρος…
Γ. Ρ. Ναι είναι. Αλλά χωρίς την φιγούρα δεν θα μ’ ενδιέφερε ποτέ να τον ζωγραφίσω. Μου είναι αδιάφορος, μου είναι ντουβάρι, μου είναι αδρανής. Έτσι τον νιώθω… Και από αυτήν την άποψη πάλι μπαίνει το θέατρο μέσα όπου και εκεί τα πάντα πυροδοτούνται μόλις μπει ο άνθρωπος μέσα…
Γιώργος Ρόρρης, Αγγελική, Λάδι σε μουσαμά, 152 x 219 εκ, 2007
Γιώργος Ρόρρης, "Κορίτσι στον καθρέπτη", Λάδι σε μουσαμά, 132x189 εκ., 2010
Δ.Ξ. Σαφέστατα… Δεν γίνεται να υπάρξει θέατρο χωρίς το άνθρωπο… Ακόμη και χωρίς κείμενο μπορεί να υπάρξει, αλλά μπορεί χωρίς την ανθρώπινη παρουσία… Χωρίς τον ηθοποιό και τον θεατή…
Γ. Ρ. Έτσι είναι… Και επίσης ένα άλλο στοιχείο που χαρακτηρίζει τα πορτρέτα μου είναι ότι ως επί τω πλείστον οι φιγούρες μου απευθύνονται προς τον θεατή. Ακόμη και όταν έχουν γυρισμένη την πλάτη τους προς αυτόν. Αυτός καλείται να συνομιλήσει, να αποφασίσει, να προβληματιστεί για το πού βρίσκεται εν σχέσει με το έργο, αν είναι μέσα ή αν είναι έξω από αυτό.
Δ.Ξ. Κάποιοι αναφέρουν ότι το θέατρο είναι η πιο αρχέγονη τελετουργία της σιωπής… Όταν κοιτά κανείς τα έργα σου νιώθει πάρα πολύ έντονα αυτήν την σιωπή…
Γ. Ρ. Μ’ ενδιαφέρει πολύ σαν έννοια. Δεν ξέρω πώς δημιουργείται. Την νιώθω πάρα πολύ έντονα σε έργα άλλων καλλιτεχνών, όπως σε εκείνα του Βερμεέρ και απαντάται γενικώς στους ζωγράφους που έχουν επιδείξει έναν σοβαρό στοχασμό πάνω στην προβληματική του άδειου χώρου. Την αισθάνεται πολύ έντονα κανείς, επίσης, και στα έργα του Καραβάτζιο… Στην «Κλήση του Αγίου Ματθαίου», για παράδειγμα όταν βλέπεις εκείνον τον φοβερό τοίχο με το παράθυρο που υπάρχει πίσω την νιώθεις πολύ έντονα, όπως και στην «Σφαγή του Αγίου Ιωάννη» αλλά και στην «Ταφή της Αγίας Λουκίας»… Σε όλα αυτά τα έργα τίθεται πολύ σοβαρά ο προβληματισμός της σιωπής.
Jan Vermeer, Γυναίκα που κοιμάται πάνω στο τραπέζι, Λάδι σε καμβά, 87,6 x 76,5 cm.
Μητροπολιτικό Μουσείο Νέας Υορκης, 1657.
Η σιωπή σε αυτό το έργο είναι τόσο διάχυτη, που όπως υποστηρίζουν αρκετοί αναλυτές, ο θεατής έχει την αίσθηση ότι βρίσκεται στο ίδιο δωμάτιο με την γυναίκα και περπατά στις μύτες των ποδιών του, μην την ξυπνήσει.
Δ.Ξ. Έχω την εντύπωση ότι αντιμετωπίζεις την ζωγραφικής σαν τελετουργία. Αυτό που διαχωρίζει την τελετουργία από την πράξη είναι ότι στην πρώτη περίπτωση υπάρχει πάντα μια σειρά διαδικασιών που οδηγούν σε έναν σκοπό…
Γ.Ρ. Ο σκοπός μου είναι να ενεργοποιηθεί το βλέμμα του θεατή, το οποίο δυστυχώς θεωρώ κοιμισμένο. Από αυτήν την πλευρά είναι τελετουργία. Αυτό θέλει πολύ δουλειά γιατί στην πραγματικότητα είναι ελάχιστα τα έργα που αυτομάτως, εξ αρχής, έχεις βρει έναν τρόπο να το πραγματοποιήσεις αυτό… Στην πραγματικότητα, το βρίσκεις σιγά σιγά. Για παράδειγμα στο έργο… υπήρξε μια στιγμή που δεν θα την ξεχάσω ποτέ… Είχαμε ταλαιπωρηθεί πάρα πολλές ώρες με την Ελένη για να βρούμε την σύνθεση… Άλλαζε θέση συνεχώς, καθώς όλο αυτό κατασκευάζεται σταδιακά. Στην αρχή δεν έχεις τίποτα… Είναι ένα χάος. Έτσι λοιπόν, έχοντας κουραστεί αρκετά είπαμε «Ας’ το… δεν θα το βρούμε σήμερα…» κι εκείνη σηκώθηκε κι έβαλε το παλτό της για να φύγει. Έτσι, εκείνη ακριβώς την στιγμή, όπως την είδα με την πλάτη γυρισμένη, ένιωσα ότι υπάρχει ένα μυστήριο..Την οραματίστηκα σαν επισκέπτη του πίνακα… Και πραγματικά σ’ αυτό το έργο, έτσι όπως στέκεται στο πρώτο πλάνο είναι λες και μόλις μπήκε μες στον πίνακα και κάθεται μαζί με εμάς και τον βλέπει. Με λίγα λόγια, λειτουργεί σαν καθρέφτης. Αν και δεν μας κοιτά, μας επιτρέπει να την παρατηρήσουμε χωρίς ενδοιασμό, χωρίς να προβληματιζόμαστε αν μας κοιτάζει ή όχι. Αλλά εδώ γεννάται το ερώτημα: «έχουμε κανένα πρόβλημα αν μας κοιτά ή όχι το πορτρέτο»; Εγώ προσωπικά έχω. Είμαστε στην ουσία θεατές ενός ανθρώπου που εθεάτω, με αποτέλεσμα το βλέμμα μας να χτύπαγε πάνω σε αυτόν και μετά να αναζητούσε τι βλέπει αυτός. Το βλέμμα της, με την σειρά του, βλέπει τον χώρο που εμείς βρισκόμαστε, δηλαδή βλέπει εμάς..
Δ.Ξ. Πάλι το Mise en Abyme δηλαδή… Ο θεατής είναι ταυτόχρονα και θεατής αλλά και αντικείμενο θέασης…
Γ.Ρ. Ακριβώς… Ο καθρέφτης είναι τρομακτικά πολύπλοκο αντικείμενο. Το ίδιο είναι και το παράθυρο που για μένα αποτελεί ένα νέο στοιχείο καθώς μέχρι τώρα τα έργα μου ήταν «κλειστά». Για μένα, το παράθυρο πλαισιώνεται κι αυτό σαν καθρέφτης ή σαν πίνακας. Δηλαδή αυτά τρία στοιχεία το παράθυρο, ο καθρέφτης και ο πίνακας λειτουργούν με τον ίδιο τρόπο. Το έργο «Νύχτες του Απριλίου» προσφέρει κάποιες εύκολες ερμηνείες που έχουν να κάνουν με επιδειξιομανία, εγκατάλειψη, ερωτοπάθεια ή ακόμη και την διαστροφή, πιθανών καθώς η γυναίκα είναι γυμνή και το παράθυρο ανοιχτό και απέξω υπάρχει ένας άνδρας που έρχεται προς τα εδώ, ο οποίος από την στιγμή που μπήκε στην ζωγραφική παύει να είναι απλά ένας άνδρας και αποκτά μια άλλη βαρύτητα. Μοιάζει σαν να διηγείται μια ιστορία την οποία εγώ δεν μπορώ να την ορίσω. Τα έργο «Η Ελένη την Νύχτα» με παίδεψε πάρα πολύ… Η φιγούρα απεικονίζονταν αρχικά τέσσερις φορές μέσα στο έργο… Με τσάκισε γιατί, όπως καταλαβαίνεις για να την ζωγραφίσω εκεί καθόταν εκεί, μετά για να την ζωγραφίσω εδώ ερχόταν εδώ, αλλά η προηγούμενη θέση δεν μου λειτουργούσε καλά κι έτσι δεν μπορούσα να το τελειώσω… Δεν το καταλάβαινα. Είχε μια έντονη σκηνοθεσία που δεν μπορούσα να την κατανοήσω… Ένιωθα ότι το έργο δεν ήταν δικό μου… Στο τέλος αυτό που προέκυψε ήταν δικό μου. Και το ανοιχτό παράθυρο παίζει έναν ιδιαίτερο ρόλο…
Γιώργος Ρόρρης, Η Ελένη την Νύχτα, λάδι σε καμβά, 2014
Δ.Ξ. Το έργο μου φέρνει πάντως στο νου τον παριστώμενο και τον διηγητικό χώρο που υπάρχει στο θέατρο. Τον διηγητικό δεν το βλέπουμε ποτέ, αλλά τον πλάθουμε με την φαντασία μας μέσω μιας ιστορίας που μας διηγείται ο ήρωας, που έγινε ή γίνεται, κάπου αλλού. Συχνά υπάρχουν στοιχεία στο σκηνικό που συνδέονται με αυτόν και πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν τα παράθυρα, καθώς ο ήρωας κοιτά έξω από αυτό και διηγείται κάτι που βλέπει. Συχνά, όμως, έχουν και έναν έντονα συμβολικό χαρακτήρα, όπως π.χ. στα έργα του Ίψεν, όπου τα παράθυρα είναι και δεν είναι παρόντα και σίγουρα είναι κάτι πολύ περισσότερο από σκηνικά αντικείμενα… Υποδηλώνουν το άνοιγμα του οικείου προς το ανοίκειο, που συνδιαλέγεται με αυτό, αλλά ταυτόχρονα πολιορκείται από αυτό. Κάτι τέτοιο π.χ. συμβαίνει στο έργο «Οι Βρικόλακες». Νιώθω ότι κάτι τέτοιο συμβαίνει και στα έργα σου… Υπάρχει ο παριστώμενος και ο διηγητικός χώρος που εκτυλίσσεται έξω από αυτό το παράθυρο αλλά μεταξύ τους είναι απόλυτα αλληλένδετοι, όπως και στο θέατρο. Δεν νοείται ο ένας ξεχωριστά από τον άλλον…
Σωστά. Αλλά τα παράθυρα στα έργα μου είναι παρόντα και μέσω αυτών εισβάλει και ο θόρυβος της ζωής, που εκτυλίσσεται έξω. Σ’ αυτό το σημείο πρέπει να πω ότι με εντυπωσίασε πολύ η χρήση των παραθύρων στα έργα του Χόπερ, που έχουν και μια έντονα θεατρικότητα. Πήγα πέρυσι στο Παρίσι επί τούτου, για να δω τη έκθεσή του. Εκεί, στεκόμαστε μέσα σε έναν χώρο και βλέπουμε έξω μέσω ενός παραθύρου, ή και το αντίθετο, στεκόμαστε έξω και κοιτάζουμε μέσα, ή ακόμη, υπάρχουν και παράθυρα απ’ όπου βλέπουμε το απέναντι παράθυρο. Κάτι τέτοιο στην πραγματική ζωή συμβαίνει συχνά σους ουρανοξύστες στις Ηνωμένες Πολιτείες όπου μπορεί καθένας να δει τι κάνει ο απέναντι μέσα στο σπίτι του ή και στο Άμστερνταμ όπου τα σπίτια δεν έχουν κουρτίνες, κάτι που δεν ισχύει στην Ελλάδα. Αυτό αποτελεί και στοιχείο της κουλτούρας της κάθε χώρας. Πολύ έντονη επιρροή από τον Χόπερ υπάρχει και στην ταινία «Σιωπηλός Μάρτυς» του Χιτσκοκ, όπου ο ήρωας είναι ανάπηρος και βλέπει από το παράθυρό του να γίνεται ένα έγκλημα στην απέναντι πολυκατοικία, όπως φαίνεται πάλι μέσα από ένα παράθυρο. Αλλά και στην Αναγέννηση πάρα πολλά πορτρέτα απεικονίζονται σαν η φιγούρα να βρίσκεται μέσα από το παράθυρο και ο ζωγράφος απέξω από αυτό. Τη ζωγράφιζε σαν να ακουμπά το χέρι της πάνω σε ένα κάδρο, αλλά στην πραγματικότητα ήταν παράθυρο...
Edward Hopper, Nighthawks, Λάδι σε καμβά, 84,1 x 152,4 cm, Ινστιτούτο Τεχνών Σικάγο, 1942.
Δ.Ξ. Κάτι ανάλογο νομίζω ότι υπάρχει και στην Μόνα Λίζα, αλλά με αντίθετο τρόπο… Δηλαδή το μοντέλο στέκεται απ’ έξω από το άνοιγμα ενώ ο καλλιτέχνης από μέσα…
Γ.Ρ. Σωστά κι η Μόνα Λίζα κάθεται σε παράθυρο, αλλά εδώ υπάρχει καθαρά το στοιχείο της αλληγορίας. Εκεί είναι το τοπίο που δείχνει το ποτάμι, την γέφυρα και την λίμνη και μιλά ουσιαστικά για το πέρασμα του χρόνου, την φθορά των πραγμάτων και τον επερχόμενο θάνατο. Το ποτάμι και το γεφύρι είναι βασικά σύμβολα του «περάσματος» στην άλλη κατάσταση και της ρευστότητας των πραγμάτων. Ο Ντανιέλ Αράς έχει κάνει μια εικασία ότι το χαμόγελο της Μόνα Λίζα είναι ένας μεγαλοφυής τρόπος που βρήκε ο Λεονάρντο Ντα Βίντσι για να συνεχιστεί ροή του ποταμού μέσα από το πρόσωπο της φιγούρας, καθώς το ποτάμι ξεκινά από αριστερά και καταλήγει δεξιά, διαπερνώντας, ουσιαστικά την μορφή και το χαμόγελο ήταν ένα εύρημα για να συνεχιστεί αυτή η ροή.
Leonardo Da Vinci, Mona Lisa, 77 cm × 53 cm, Μουσείο του Λούβρου, 1517.
Δ.Ξ. Γιώργο σ’ ευχαριστώ πολύ!
Γ.Ρ. Εγώ σ’ ευχαριστώ…
Η Δήμητρα Ξενάκη είναι θεατρολόγος και εικαστικός, απόφοιτος του Τ.Ε.Ε.Τ. του Π.Δ.Μ. και πραγματοποιεί μια έρευνα – μελέτη γύρω από την σχέση του θεάτρου και των εικαστικών τόσο σε επίπεδο σημειολογίας, όσο και σε επίπεδο συμβολισμών, ερευνώντας την ποιητική μέθεξη και την συνομιλία των δύο αυτών Τεχνών – εννοιών. Η παρούσα συνέντευξη αποτελεί μέρος αυτής της έρευνας και εστιάζεται στα κεφάλαια «χώρος και χρόνος στο θέατρο και τα εικαστικά», «το θέατρο εν θεάτρω στα εικαστικά», «διάλογοι, κενά και σιωπές» και «η ερμηνεία ως θεώρηση του κόσμου».
Υπέροχη συνέντευξη!!!
ΑπάντησηΔιαγραφή