Πέμπτη 9 Ιουνίου 2016

Κριτική της ''ειλικρινούς εξομολόγησης'' του P. Picasso - Ρόζα Πλαστήρα




Αποτέλεσμα εικόνας για κυβος



Εγώ ο ίδιος, από την εποχή του «Κυβισμού» κι έπειτα, έχω ικανοποιήσει αυτούς τους κυρίους και αυτούς τους τεχνοκριτικούς με όλες τις ιδιοτροπίες που μου μπήκαν στο κεφάλι. Κι εκείνοι, όσο λιγότερο τις καταλάβαιναν, τόσο περισσότερο τις θαύμαζαν. Διασκεδάζοντας τον εαυτό μου με όλα αυτά τα παιχνίδια, τις βλακείες, τους καταστροφείς της νόησης, τους γρίφους και τα αραβουργήματα, έγινα διάσημος πολύ γρήγορα. Και η διασημότητα για ένα ζωγράφο, σημαίνει αύξηση πωλήσεων, χρήμα και πλούτο.
Όπως γνωρίζετε, σήμερα είμαι διάσημος και πολύ πλούσιος. Όταν όμως βρίσκομαι εντελώς μόνος με τον εαυτό μου, δεν βρίσκω το θάρρος να θεωρώ τον εαυτό μου καλλιτέχνη με τη μεγάλη και αρχαία έννοια του όρου. Υπήρξαν σπουδαίοι ζωγράφοι, όπως ο Τζιότο, ο Τιτσιάνο, ο Ρέμπραντ και ο Γκόγια. Εγώ δεν είμαι παρά ένας διασκεδαστής του κοινού που κατάλαβε το νόημα των καιρών του. Αυτή είναι μία πικρή εξομολόγησή μου, στ’ αληθινά περισσότερο οδυνηρή απ’ ότι μοιάζει, έχει όμως το πλεονέκτημα να είναι ειλικρινής».


Κριτική: 

Θα ήταν ιδιαίτερα βολικό το να θεωρήσω την εξομολόγηση αυτή αληθή. Θα μου επέτρεπε μέσω των ίδιων των δηλώσεών του, να χαρακτηρίσω δικαίως τον P. Picasso καλλιτέχνη-απατεώνα. Ωστόσο θα χαρακτήριζα το παραπάνω κείμενο ως ένα καλοστημένο ψέμα. Και το γεγονός ότι  ο καλλιτέχνης, πρόσεξε τη κάθε λεπτομέρεια με σκοπό να προκαλέσει τον αναγνώστη (σε ένα πλαίσιο ικεσίας για προσοχή), τον καθιστά περισσότερο θρασύ, λόγω του ότι δεν είχε καμία αναστολή να υποτιμήσει τη νοημοσύνη του κοινού του. Βέβαια, ο καλλιτέχνης φέρθηκε έξυπνα. Ο μέσος άνθρωπος, του οποίου οι γνώσεις γύρω από την τέχνη δεν έχουν ωριμάσει ή που δεν έχει την υπομονή να εξετάσει την εξομολόγησή του εξονυχιστικά, μένει στο επιδιωκόμενο από τον Picasso, αίσθημα προδοσίας και θυμού. Αν διαβάσουμε προσεχτικά ανάμεσα στις γραμμές ωστόσο, θα δούμε ότι ο καλλιτέχνης κατάφερε μόνος του να κάνει το λόγο του αδύναμο και αβάσιμο. Αρκεί να εστιάσουμε στα 4 ονόματα ζωγράφων που αναφέρει (Τζιότο, Τιτσιάνο, Ρέμπραντ και Γκόγια). Είναι ακριβώς η χρήση αυτή που προκαλεί κατάρρευση της θέσης του. 

Ας εξετάσουμε το γιατί:
  • Αρχικά ονομάζει τον εαυτό του διασκεδαστή και όχι ζωγράφο όπως οι  Τζιότο, Τιτσιάνο, Ρέμπραντ και Γκόγια. Και αναρωτιέμαι αν υπάρχει κάτι χειρότερο για ένα σύγχρονο καλλιτέχνη, από το να παρουσιάζει αναγεννησιακά στερεότυπα ως το απόγειο της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Και ότι η εξομολόγηση είναι ψευδής φαίνεται κυρίως από εδώ. Διότι δεν είναι δυνατόν στα έργα του Picasso, να φαίνονται ξεκάθαρα επιρροές από καλλιτέχνες ρηξικέλευθους – πρωτοπόρους (Cezanne, Van Gogh, Gaugin, Matisse), και ξαφνικά σε ένα κείμενό του να αναφέρονται παραδείγματα καλλιτεχνικών προσώπων που χαίρουν εκτίμησης της μάζας. Προφανώς και η χρήση αυτή είναι στοχευμένη. O Picasso και ο ναρκισσισμός του, δε θα επέτρεπαν στο θεατή να σταθεί σε κάτι πέραν της εξομολόγησής του. Είναι λοιπόν, σα να χρησιμοποίησε μια γενική αλήθεια. Τοποθετώντας καλλιτέχνες απόλυτα αποδεκτούς, των οποίων τα ονόματα ο αναγνώστης θα περάσει φευγαλέα μην έχοντας κάτι να κριτικάρει, σπρώχνει βιαίως για εστίαση στις δηλώσεις του.
  •  Επίσης τόσο τα ονόματα αυτά, όσο και το κείμενό στο σύνολό του δείχνουν την απόγνωσή του. Την ανάγκη του για τα βλέμματα όχι στο έργο του, αλλά στον ίδιο. Αν εξετάσουμε τις ζωές των  Τζιότο, Τιτσιάνο, Ρέμπραντ και Γκόγια θα εντοπίσουμε ένα μεγάλο κοινό στοιχείο. Όλοι τους αντικαθεστωτικοί, μα και με κάποιο τρόπο ευνοημένοι από την αυλή. Κάπως έτσι έζησε και o Picasso αλλά σε μια άλλη εποχή. Και είναι αυτή η σύγχρονη εποχή ανταγωνισμού που τον ώθησε να συγγράψει ένα κείμενο, με επίκληση στην αυθεντία τεσσάρων καλλιτεχνών των οποίων η ζωή αποτελούσε για αυτόν στόχο ζωής. Ποθούσε την αποδοχή που αυτοί είχαν κατακτήσει και στο σημείο αυτό την επιδιώκει απευθυνόμενος στο κοινό με ένα έντονα συναισθηματικά φορτισμένο λόγο (‘Αυτή είναι μία πικρή εξομολόγησή μου, στ’ αληθινά περισσότερο οδυνηρή απ’ ότι μοιάζει, έχει όμως το πλεονέκτημα να είναι ειλικρινής..’)
  • Τέλος, μία ακόμα απορία μου πάνω στη χρήση αυτών των τεσσάρων ονομάτων είναι το πώς αυτή συνάδει με τη  γενικότερη φιλοσοφία και ιδιοσυγκρασία του ζωγράφου. Και τι εννοώ με αυτό; Πως μπορούμε να δεχτούμε ως αληθή την εξομολόγηση αυτή, περιεχόμενο της οποίας είναι και η ιδιαίτερη εκτίμηση των αναγεννησιακών ζωγράφων όταν ο Picasso έχει πει το εξής: «Μου πήρε τέσσερα χρόνια για να ζωγραφίσω όπως ο Raphael, αλλά μια ολόκληρη ζωή για να ζωγραφίσω σαν παιδί». ; Ας αφήσουμε το κείμενο σε συνδυασμό με τη δήλωση αυτή να μας βάλει σε σκέψεις…
Και ολοκληρώνοντας με την ανάλυση της χρήσης των 4 καλλιτεχνών περνάμε σε άλλα σημεία ελέγχου της εξομολόγησης:
  •         Ας εστιάσουμε στο κομμάτι: ‘Εγώ ο ίδιος, από την εποχή του «Κυβισμού» κι έπειτα, έχω ικανοποιήσει αυτούς τους κυρίους και αυτούς τους τεχνοκριτικούς’. Γιατί άραγε ο Picasso, επέλεξε να μιλήσει συγκεκριμένα για την περίοδο του κυβισμού; Ξέρουμε ότι στην καλλιτεχνική του πορεία καταπιάστηκε με άπειρες τεχνοτροπίες. Ωστόσο τα φωβιστικά και εξπρεσιονιστικά θέματά του έμεναν στο στάδιο της απεικόνισης. Ο κυβισμός πήγε κάπου αλλού. Πόσο σίγουρος ήταν ο Picasso για την επιλογή μετάβασής του στη μη αναπαραστατική τέχνη;  Πόσο αυθεντικός; Μήπως η αναφορά του κυβισμού συγκεκριμένα στο κείμενό του δείχνει την ανασφάλεια για τη συγκεκριμένη επιλογή του; Ή Μήπως την ανασφάλεια επωμισμού μιας φήμης κλεμμένης; Αναμφισβήτητα, ουσιαστικός γενάρχης του κυβισμού θεωρείται o Georges Braque πλάι στον οποίο δούλευε ο Picasso. Και σ ’αυτό το σημείο πρέπει να αφουγκραστούμε και το νόημα της δήλωσης του τελευταίου: ‘Οι καλοί καλλιτέχνες μιμούνται, οι σπουδαίοι κλέβουν’. Μήπως λοιπόν η κυβιστική έκφραση δεν ήταν για το Picasso παρά ένα μέσο να κερδίσει φήμη λόγω της αρνητικής κριτικής; Μήπως την ίδια τεχνική εφαρμόζει και στην εξομολόγησή του;
  •      Τέλος, ας μιλήσουμε για το μόνο ειλικρινές σημείο του κειμένου. Βέβαια αυτό γίνεται αντιληπτό κατόπιν μελέτης της φιλοσοφίας του P. Picasso. Περνάει θα λέγαμε υποσυνείδητα το μήνυμά του. Θα σταθούμε στο σημείο ‘Και η διασημότητα για ένα ζωγράφο, σημαίνει αύξηση πωλήσεων, χρήμα και πλούτο’. Συγκρίνοντάς το με το εξής quote του καλλιτέχνη: ‘ Οι άνθρωποι που κάνουν την τέχνη επάγγελμα είναι απατεώνες’ συνειδητοποιούμε ότι αποδέχεται και παρουσιάζει τη φύση του. Πως όμως αυτό καθιστά την υπόλοιπη εξομολόγηση ψευδή; Μα φυσικά όταν γίνεται οργανωμένα, κατόπιν σχεδίου. Ο Picasso είπε: ‘Οι στόχοι μας μπορούν να πραγματοποιηθούν μέσω του μηχανισμού ενός σχεδίου, στο οποίο πιστεύουμε έντονα και με το οποίο πρέπει να συμβαδίζουμε απόλυτα. Δεν υπάρχει άλλη πορεία προς την επιτυχία. Η θέση αυτή χαρακτηρίζει έναν άνθρωπο λογικό, μεθοδικό και τελειομανή. Έναν καλλιτέχνη που δε θα επέτρεπε στον εαυτό του να γράψει ένα κείμενο ‘διάχυτης ειλικρίνειας’ παρά μόνο αν υπήρχε στόχος πίσω από αυτό.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου