Θέα προς την Ακρόπολη, τον Λυκαβηττό και όλη την Αθήνα από τον τελευταίο όροφο του Mουσείου.
Στην πρόσοψη του κτιρίου από την οδό Καλλιρρόης οι εργάτες τοποθετούν μεγάλες λίθινες πλάκες με αδρή επιφάνεια. Θα την καλύψουν σχεδόν ολόκληρη, σαν μια αναπαράσταση του Ιλισού, που κυλά βαθιά στο έδαφος. Και σε ένα τμήμα της, περί τα 80 μ. μήκος, νερό θα πέφτει από ύψος 5 μ. στην κάθετη επιφάνεια του τοίχου - διαμορφωμένη εν είδει «μπάρκοουντ» με τα αρχικά του μουσείου: ΕΜΣΤ.
Ηταν μια λαμπερή αττική μέρα όταν βρέθηκα στο πρώην εργοστάσιο Φιξ και ήδη πλέον Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης. Από την όψη της εισόδου, εμπνευσμένη από την αρχιτεκτονική ομάδα με επικεφαλής τον κ. Βαγγέλη Στυλιανίδη από μια υποθετική γεωλογική τομή στην κοίτη του Ιλισού ως την απέναντί της όψη της Συγγρού, που έχει κριθεί διατηρητέα, όπως και η Φραντζή, καθώς αποτελούσαν κύρια στοιχεία του κτιρίου του Ζενέτου, και από τα εντυπωσιακά σε μέγεθος υπόγεια ως ψηλά το δώμα με την εκπληκτική θέα, όλα συμφωνούν ότι ένα καινούργιο μουσείο-κόσμημα γεννιέται στην Αθήνα.
Πάει ένας χρόνος περίπου από την τελευταία φορά που είχα μπει στο κτίριο και οι αλλαγές που έχουν συμβεί στο μεταξύ είναι τεράστιες. Τότε μόλις είχαν αρχίσει να γκρεμίζουν τοίχους και να ρίχνουν κολόνες προκειμένου να ενισχύσουν τη στατική του επάρκεια, παντού έχασκαν τεράστια ανοίγματα και ήταν επικίνδυνο να προχωρήσεις λίγα μέτρα μετά την είσοδο. Αυτή τη φορά πήγα παντού. Ανέβηκα σε όλους τους ορόφους, μου έδειξαν κάθε σημείο του κτιρίου, μου περιέγραψαν πώς διαμορφώνεται κάθε χώρος, πού θα είναι οι αίθουσες για τις μόνιμες εκθέσεις και πού για τις περιοδικές, πού το αμφιθέατρο, η βιβλιοθήκη, ο χώρος νέων μέσων, τα εκπαιδευτικά προγράμματα και τα γραφεία. Και φυσικά έφθασα στην κορυφή: στο εστιατόριο του κτιρίου με τα σημεία αναφοράς της πόλης, την Ακρόπολη και τον Λυκαβηττό, γύρω του και μια Αθήνα που από αυτό το ύψος φαίνεται ως και όμορφη. Και στο δώμα, το οποίο θα μεταμορφώνεται ανάλογα με τα γλυπτά που θα εκτίθενται εκεί, ενώ θα μπορεί να φιλοξενήσει ακόμη και υπαίθριο σινεμά.
Μόνο το χαμόγελο της διευθύντριας του ΕΜΣΤ κυρίας Αννας Καφέτση δεν έχει αλλάξει καθώς με συνόδευε σε όλα αυτά. Τότε, επειδή επιτέλους ανοιγόταν μια καλή προοπτική για την αποκατάσταση και τη μετατροπή του κτιρίου. Τώρα, γιατί το κατασκευαστικό μέρος έχει προχωρήσει τόσο ώστε να μπορεί να οριστεί με βεβαιότητα η ημερομηνία παράδοσης του μουσείου τον ερχόμενο Οκτώβριο, όπως είναι η συμβατική υποχρέωση της κατασκευάστριας Ακτωρ ΑΕ, και να προσδιορίζονται ακόμη και τα εγκαίνιά του τον Μάρτιο του 2014.
Μια νησίδα τέχνης ανάμεσα στην Καλλιρρόης και στη Συγγρού, εκεί όπου επί δεκαετίες έστεκε το κουφάρι του εγκαταλελειμμένου εργοστασίου, θα είναι το κτίριο και η κυρία Καφέτση δεν παύει να απαριθμεί τα πλεονεκτήματά του: τη θέση του στο κέντρο της Αθήνας (αλλά όχι ακριβώς κέντρο), τη συγκοινωνιακή του κάλυψη από όλα τα μέσα, το εμβαδόν του, που είναι 20.000 τ.μ., τους ενιαίους χώρους στο εσωτερικό, που δίνουν μεγάλη γκάμα υψών από 9,5 ως 4,5 μ.
Η δημιουργία
Εργάτες σκαρφαλωμένοι στο μέτωπο του κτιρίου προς τη Συγγρού ολοκληρώνουν την τοποθέτηση των αλουμινίων με τα υαλοπετάσματα, ένα εξαιρετικό αρχιτεκτονικό στοιχείο που διατηρείται προσφέροντας διαφάνεια, μεταδίδοντας φως στο εσωτερικό και... προκαλώντας για αξιοποίηση. «Ολη αυτή τη σκαλωσιά θα μπορούσε κανείς να την εκμεταλλευθεί από μέσα για την ανάδειξη αντικειμένων νέου σχεδιασμού και όχι μόνο» λέει η κυρία Καφέτση. Καταρτίζοντας αυτή την εποχή το μουσειολογικό πρόγραμμα του μουσείου η ίδια νιώθει - και δικαιολογημένα - ότι βρίσκεται στην πιο δημιουργική φάση της οργάνωσής του, αν και «οδυνηρή», όπως τη χαρακτηρίζει.
«Σε αυτό το κτίριο έχω περπατήσει, έχω κατοικήσει, έχω ζήσει ήδη με το μυαλό και τη σκέψη μου. Τώρα όμως, που είναι πραγματικό, γεννιούνται άλλες ιδέες. Ο ίδιος ο χώρος τις γεννά και είναι επόμενο να υπάρχουν μεγάλες ανατροπές από τον αρχικό σχεδιασμό» λέει. Ετη αναμονής έχουν δημιουργήσει άλλωστε μεγάλη προσμονή γι' αυτό το μουσείο και ίσως υπερβολικές απαιτήσεις. Αλλά το βέβαιο είναι ότι πρώτα απ' όλα οφείλει να υπακούει στον δικό του σχεδιασμό και στους δικούς του κανόνες.
«Το μουσείο αυτό δεν είναι σχολείο, είναι πρωτίστως ένας βιωματικός χώρος που κρύβει μέσα του σκέψη, γνώση και κρίση. Προϋποθέτει ενεργούς πολίτες, αλλά θα φτιάχνει και ενεργούς πολίτες» επισημαίνει η κυρία Καφέτση. Αυτό το σκεπτικό θα διατρέχει και όλη την έκθεση, που θα είναι εργοκεντρική, καθώς βασική αρχή της είναι η συνομιλία των έργων μεταξύ τους δημιουργώντας «απροσδόκητες συνυπάρξεις, χωρίς προκαταλήψεις ηλικιακές, γεωγραφικές ή εθνικότητας».
Τοπογραφία
«Τι δεν θα είναι αυτή η μόνιμη έκθεση: δεν θα είναι χρονολογική, δεν θα είναι εγκυκλοπαιδική, δεν θα είναι εκπαιδευτική με τη στενή έννοια. Αν ήταν να την ονομάσω με μία φράση, θα έλεγα ότι πρόκειται για μια αισθητική τοπογραφία της ανθρώπινης κατάστασης. Με το φως και τις σκιές της. Ενας δημόσιος διάλογος έργων και ένα δίκτυο νέων ερμηνευτικών σχέσεων που, αν γεννηθούν, τότε το μουσείο θα έχει πετύχει. Αυτό είναι το μεγάλο στοίχημα» δηλώνει η κυρία Καφέτση.
Ενας τέτοιος διάλογος μπορεί να αναπτυχθεί στον τέταρτο όροφο μεταξύ του αυτοβιογραφικού έργου του Καμπακόφ «Το καράβι της ζωής μου» και μιας επίσης αυτοβιογραφικής σύνθεσης του Χατζημιχάλη, τη «Σχιστή οδό». Μια άλλη εξάλλου ισορροπία επιφυλάσσεται για το αυστηρό έργο του Κουνέλη που θα κληθεί να «συνομιλήσει» με τον αισθησιασμό του έργου του Κουτλούκ Αταμάν για τα 99 ονόματα του θεού στο Κοράνι.
Περισσότερα από 900 έργα διαθέτει άλλωστε αυτή τη στιγμή το ΕΜΣΤ. Μόνα Χατούμ, Αλαν Σεκούλα, Εμιλι Ζασίρ, Κέντελ Γκιρς, Γκάρι Χιλ, Μπιλ Βιόλα είναι μερικοί ακόμη ξένοι καλλιτέχνες έργα των οποίων θα παρουσιαστούν και φυσικά πολλοί Ελληνες - ενδεικτικά αναφέρουμε τους Μπάλκα, Μπία Ντάβου, Κεσσανλή, Κανιάρη, Τσόκλη, Ξένο, Αντωνάκο, Σόρογκα, Ψυχοπαίδη, Μπότσογλου, Νίνα Παπακωνσταντίνου, Κωστή Βελώνη, Γιώργο Δρίβα, Τσιβόπουλο...
Φυσικά γα την ολοκλήρωση του έργου πολλά απομένουν ακόμη, ενώ έχει προταθεί και η ενεργειακή αναβάθμιση του κτιρίου. Τα εγκαίνια του Μουσείου, που θα συμπέσουν με την ελληνική προεδρία στην Ευρωπαϊκή Ενωση, θα είναι μια καλή αφορμή για την ανάδειξή του και διεθνώς. Οπως λέει η κυρία Καφέτση, η οποία αγωνίστηκε επί χρόνια προκειμένου να φθάσει αυτή η στιγμή, «σημασία θα έχει μπαίνοντας κανείς σε αυτό το μουσείο να συνεπαίρνεται και να "φεύγει" μένοντας».
Ο εσωτερικός δρόμος της τέχνης Από την κύρια είσοδο του μουσείου - υπάρχει δεύτερη από το μετρό και ειδική είσοδος για τη μεταφορά μεγάλων έργων - ο επισκέπτης θα εισέρχεται σε ένα μεγάλο φουαγέ με το εκδοτήριο εισιτηρίων και την γκαρνταρόμπα στα αριστερά του και δεξιά τις πληροφορίες. Πίσω τους η πρώτη «μικρή» αίθουσα περιοδικών εκθέσεων 600 τ.μ. με ύψος 6,20 μ. Στο βάθος βοηθητικοί χώροι, το καφέ και στη συνέχεια το πωλητήριο. Ενας υποθετικός «δρόμος» διατρέχει εξάλλου το φουαγέ από άκρη σε άκρη. Από εδώ ξεκινούν οι εννέα ανελκυστήρες, ενώ δώδεκα εσωτερικές και εξωτερικές κυλιόμενες σκάλες - η μία σε επικοινωνία και με το μετρό - εξασφαλίζουν την άνετη περιήγηση.
Στο μεσοπάτωμα βρίσκονται οι χώροι εκπαιδευτικών προγραμμάτων, μικρό αμφιθέατρο πολλαπλών χρήσεων με 90 θέσεις και τα γραφεία, ενώ στους ορόφους που ακολουθούν, όπως και στο υπόγειο, θα αναπτύσσονται οι μόνιμες εκθέσεις του μουσείου.
Infokiosks θα υπάρχουν σε κάθε όροφο, μέσω των οποίων ο επισκέπτης θα παίρνει πληροφορίες σχετικά με την ιστορία της τέχνης ή τα βιογραφικά και το έργο των καλλιτεχνών. Στον «χώρο νέων μέσων» (130 τ.μ.) θα υπάρχει βιβλιοθήκη και θα παρέχεται η δυνατότητα πρόσβασης σε όλη τη συλλογή των οπτικοακουστικών έργων του μουσείου, που είναι ήδη ψηφιοποιημένη. Ο επισκέπτης καθισμένος αναπαυτικά σε πολυθρόνες θα μπορεί να βλέπει σε καθένα από τα δέκα μόνιτορ όποιο έργο επιλέξει, αλλά και να συνδέεται με άλλες βάσεις δεδομένων, όπως μουσεία και κέντρα τεχνών. Εδώ θα βρίσκεται και το «εργαστήρι νέων μέσων», με τη δυνατότητα παροχής τεχνογνωσίας και παραγωγής νέων έργων από φοιτητές και καλλιτέχνες.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ: 03/02/2013 05:45 Το Βήμα -πολιτισμός
πηγή: Βήμα
πηγή: Βήμα
Το εμβληματικό κτίριο του Τάκη Ζενέτου σε 19 μήνες θα μεταμορφωθεί σ’ έναν καινούργιο πυρήνα πολιτισμού. Η A.V. συνάντησε τη διευθύντρια του ΕΜΣΤ Άννα Καφέτση και τον αρχιτέκτονα του έργου Βαγγέλη Στυλιανίδη.
Mην το λέτε Φιξ! Δεν υπάρχει Φιξ. Γιά το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης μιλάμε!» Ο Βαγγέλης Στυλιανίδης χαμογελάει, αλλά μια πλευρά του όντως δυσανασχετεί... Και σήμερα, που στο εργοτάξιο της Συγγρού επικρατεί οργασμός –ένα θαύμα μες στη γενικευμένη ακινησία και μαυρίλα–, σήμερα που ό,τι είχε απομείνει από το εμβληματικό κτίριο του Τάκη Ζενέτου άρχισε επιτέλους να μεταμορφώνεται σ’ έναν καινούργιο πυρήνα πολιτισμού, σ’ αυτό το καινούργιο θα ’θελε να σταθεί κυρίως.
Το διασημότερο ίσως γεφύρι της Άρτας στην Αθήνα, καλώς εχόντων των πραγμάτων, σε δεκαεννιά μήνες από τώρα θα έχει ολοκληρωθεί. Οχτώ διοικήσεις άλλαξε το μουσείo από τότε που ο ίδιος, βασικός πυλώνας της «3SK Στυλιανίδης Αρχιτέκτονες», σχετίστηκε με το στοιχειωμένο έργο της στέγασης του ΕΜΣΤ. Τίποτε, ωστόσο, δεν επηρέασε τη βραβευμένη από το 2006 μελέτη της ομάδας. «Ό,τι σχεδιάσαμε με το μυαλό μας, αυτό ακριβώς θα πραγματοποιηθεί». Όπως εξηγεί, «κληθήκαμε να σχεδιάσουμε ένα μουσείο μέσα σ’ ένα βιομηχανικό κέλυφος, κάτι που έχει γίνει χιλιάδες φορές ως τώρα... Από μια ευτυχή συγκυρία, ωστόσο, είχαμε ένα παλιό εργοστάσιο ζυθοποιίας σε κομβικό σημείο της πόλης, όχι σ’ ένα οικόπεδο στην άκρη του πουθενά. Σ’ ένα “νησάκι” περικυκλωμένο από τη Συγγρού, λεωφόρο που απλώνεται από τη θάλασσα ως την Ακρόπολη, την Καλλιρόης, την κοίτη ενός ποταμού, μην το ξεχνάμε αυτό, και την οδό Φραντζή, τη γέφυρα που ενώνει το Κουκάκι με τον Νέο Κόσμο. Να από πού πηγάζει η μοναδικότητα του έργου: από το τοπογραφικό ενδιαφέρον της περιοχής και από το φορτίο συναισθημάτων και αναμνήσεων που κουβαλά το παλιό κουφάρι. Τι καινούργιο θα μπορούσε να συμβεί εδώ; Το γραφείο μας ήταν ανέκαθεν επιφυλακτικό με τους δημόσιους διαγωνισμούς. Το συγκεκριμένο εγχείρημα, όμως, ήταν πολύ ερεθιστικό για το προσπεράσουμε. Στα τριανταεπτά χρόνια που παράγουμε αρχιτεκτονική –κατοικίες, γραφεία, ξενοδοχεία, οικισμούς– το ΕΜΣΤ είναι το πρώτο μας δημόσιο κτίριο».
Διαρθρωμένο σε επτά επίπεδα και με συνολικό εμβαδόν γύρω στα 20.000 τ.μ., το νέο μουσείο θα εξασφαλίζει στους επισκέπτες του μια ολοκληρωμένη διαδρομή, «από το πεζοδρόμιο ως το δώμα». Η λειτουργικότητά του, με τις απίστευτες απαιτήσεις σε μηχανολογικούς χώρους, ήταν από τα πρωταρχικά ζητούμενα. «Η πριμαντόνα εδώ είναι η τέχνη, όχι ο αρχιτέκτονας» τονίζει ο Βαγγέλης Στυλιανίδης. «Αυτήν θα υπηρετήσει το μουσείο, όχι τον εαυτό του. Προφανώς και τα μουσεία δεν είναι αποθήκες, προφανώς και απαιτούν μια αρχιτεκτονική σύλληψη. Γιατί όμως να αποκτούν μνημειώδεις διαστάσεις και να προκαλούν δέος σαν άλλοι καθεδρικοί ναοί; Χρειάζεται περισσότερο μέτρο και λιγότερος ναρκισσισμός. Όσο για την Αθήνα, δεν έχει ανάγκη ένα Μπιλμπάο για να μπει στο χάρτη. Την έχει βάλει στο χάρτη ο Περικλής!»
Διαρθρωμένο σε επτά επίπεδα και με συνολικό εμβαδόν γύρω στα 20.000 τ.μ., το νέο μουσείο θα εξασφαλίζει στους επισκέπτες του μια ολοκληρωμένη διαδρομή, «από το πεζοδρόμιο ως το δώμα». Η λειτουργικότητά του, με τις απίστευτες απαιτήσεις σε μηχανολογικούς χώρους, ήταν από τα πρωταρχικά ζητούμενα. «Η πριμαντόνα εδώ είναι η τέχνη, όχι ο αρχιτέκτονας» τονίζει ο Βαγγέλης Στυλιανίδης. «Αυτήν θα υπηρετήσει το μουσείο, όχι τον εαυτό του. Προφανώς και τα μουσεία δεν είναι αποθήκες, προφανώς και απαιτούν μια αρχιτεκτονική σύλληψη. Γιατί όμως να αποκτούν μνημειώδεις διαστάσεις και να προκαλούν δέος σαν άλλοι καθεδρικοί ναοί; Χρειάζεται περισσότερο μέτρο και λιγότερος ναρκισσισμός. Όσο για την Αθήνα, δεν έχει ανάγκη ένα Μπιλμπάο για να μπει στο χάρτη. Την έχει βάλει στο χάρτη ο Περικλής!»
Tο ότι πρόκειται για μουσείο σύγχρονης τέχνης, πώς επηρέασε την εσωτερική διαμόρφωσή του; «Ουδετερότητα». Αυτή είναι η λέξη-κλειδί. «Το περιβάλλον μέσα στο οποίο θα εκτίθενται καταστάσεις και γεγονότα με αναπάντεχο τρόπο, οφείλει να έχει τις λιγότερο δυνατές δεσμεύσεις, χωρικές και αισθητικές». Στο «δώμα», με την απεριόριστη θέα, προβλέπεται εστιατόριο. Στην υποδοχή, πάντως, με το που θα μπαίνει κανείς απευθείας από τη στάση του μετρό «Συγγρού Φιξ», θα ’χει την αίσθηση πως βρίσκεται σε πλατεία. Θα μπορεί να βολτάρει μεταξύ μιας περιοδικής έκθεσης, πωλητηρίου, βιβλιοπωλείου και καφέ ή να παρακολουθεί εκδηλώσεις σ’ ένα ανοιχτό θέατρο, στο ίδιο πάντα επίπεδο, σαν αρένα. «Η όψη που αφορά την είσοδο, επί της Καλλιρόης, είναι δική μας, δεν υπήρχε» συνεχίζει ο Στυλιανίδης. «Προσπαθήσαμε λοιπόν να ανασυστήσουμε κάπως το φυσικό περιβάλλον καλύπτοντάς τη με φυσικούς λίθους και με μια λεπτή υδάτινη κουρτίνα που θα υπενθυμίζει στους περαστικούς την πορεία του Ιλισού».
Θιασώτης μιας αρχιτεκτονικής που υπηρετεί την κοινωνία, όπως τη διδάχτηκε η γενιά του στο Πολυτεχνείο τα χρόνια του ’70, ο Βαγγέλης Στυλιανίδης βλέπει στη δημιουργία του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, μια κίνηση απελευθερωτική: «Η τέχνη δεν είναι πολυτέλεια. Χάρη σ’ αυτή συναντάμε τους άλλους κι αποκτούμε συνείδηση της ύπαρξής μας. Αν φτιαχτεί το μουσείο κι αν οι άνθρωποί του μπορέσουν να το υποστηρίξουν, θα έχει να παίξει ρόλο και μάλιστα σοβαρό. Είναι στοιχείο προόδου να μπορεί μια κοινωνία να εκφραστεί και σ’ ένα άλλο επίπεδο. Αρκετά κολλημένοι είμαστε με το παρελθόν. Ας αναδειχτούν νέοι καλλιτέχνες, ας διαμορφωθούν νέοι επιμελητές, ας μπούμε κι εμείς μ’ έναν τρόπο στο χώρο της σύγχρονης τέχνης... Εντάξει ο Κουνέλλης. Και μετά;»
Σ’ αυτό το στοίχημα έχει αφοσιωθεί ψυχή τε και σώματι η μία και μοναδική διευθύντρια του ΕΜΣΤ από την πρώτη μέρα της ίδρυσής του, η Άννα Καφέτση. Ιστορικός τέχνης με μεταπτυχιακές σπουδές στη Σορβόννη, πρώην επιμελήτρια της Εθνικής Πινακοθήκης με εκθέσεις που άφησαν εποχή («Οι μεταμορφώσεις του μοντέρνου», «Ρώσικη πρωτοπορία»), αεικίνητη πάνω στο αναπηρικό της καροτσάκι, εργασιομανής και μάλλον συγκεντρωτική, η Καφέτση μπόρεσε επί δώδεκα χρόνια να κρατήσει ζωντανό και κοσμοπολίτικο το άστεγο μουσείο, συγκροτώντας παράλληλα και εκ του μηδενός μια μόνιμη συλλογή που σήμερα διαθέτει πάνω από επτακόσια έργα. Ανάμεσά τους, και το «Fix it» της Μόνα Χανούμ, που θα δεσπόζει στον τέταρτο όροφο, ανάμεσα σε άλλες μεγάλης κλίμακας συνθέσεις. Αυτή την εποχή βρίσκεται σε συζητήσεις με συλλέκτες αναζητώντας φόρμουλες συνεργασίας και προετοιμάζει το έδαφος για μια εκστρατεία που θα φέρει στο μουσείο περισσότερες χορηγίες και δωρεές. «Με το κτίριο αλλάζουν τα δεδομένα» λέει. «Θα μπορέσουμε επιτέλους να λειτουργήσουμε σε πλήρη ανάπτυξη. Τα εκπαιδευτικά μας προγράμματα δεν θα απευθύνονται μόνο σε σχολικές μονάδες, αλλά σε διάφορες ομάδες πολιτών. Θα ανοιχτούμε επιθετικά στην κοινωνία! Και σκοπεύουμε να εκμεταλλευτούμε στο έπακρο τη γειτνίασή μας με το Μουσείο της Ακρόπολης, ειδικά την περίοδο του μεγάλου τουριστικού κύματος, από την άνοιξη ως τις αρχές Ιουλίου. Γιατί να μην ανταλλάσσουμε τα κοινά μας;»
Ο συνολικός προϋπολογισμός της ανέγερσης του κτιρίου φτάνει τα 40 εκ. ευρώ, εκ των οποίων τα 9 προέρχονται από εθνικούς πόρους και τα υπόλοιπα από τους κουμπαράδες του Γ΄ ΚΠΣ και του ΕΣΠΑ (ένα από τα 402 έργα που εντάχθηκαν από το υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού στο ΕΣΠΑ, όπως είπε ο υπουργός Π. Γερουλάνος στον απολογισμό της θητείας του). Η μελλοντική στήριξη του μουσείου από την πολιτεία είναι ένα ακανθώδες ζήτημα που η ίδια δεν θέλει να θίξει ακόμα. Μια πηγή χρημάτων, πάντως, πέρα από τα εισιτήρια των επισκεπτών και τις εισφορές των φίλων, θα είναι τα καταστήματα του ισογείου. Το βιβλιοπωλείο θα ’ναι άριστα εξοπλισμένο σε εκδόσεις ιστορίας και θεωρίας της τέχνης, ενώ το πωλητήριο θα είναι ουσιαστικά κι ένα εκθετήριο για τους νέους designers. «Εμείς έχουμε αποδείξει πως και με λίγα χρήματα, δουλειά γίνεται» λέει η Άννα Καφέτση. Με δεκαεννιά ανθρώπους άραγε –γιατί τόσοι εργάζονται στο ΕΜΣΤ, με μεταπτυχιακούς τίτλους όλοι τους– μπορεί να σταθεί μουσείο; «Αδύνατον! Πρέπει να γίνουμε τουλάχιστον πενήντα. Το μουσείο δεν μπορεί να ανοίξει αν δεν στελεχωθεί».
πηγή:athens voice
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου