.

Metadata+Η Πείνα (La Faim)/ Peter Foldes, 1971 κ 1974 αντίστοιχα…

Το πρώτο δείγμα (που γνωρίζω) keyframe animation.
Όπου το σχέδιο γίνεται με το χέρι και ο υπολογιστής το εξελίσσει. Για την ακρίβεια σχεδιάζουμε δύο διαφορετικά σημεία και ο υπολογιστής υπολογίζει την μετάβαση από το ένα στο άλλο. Πρόκειται για ένα παιχνίδι χωρίς αρχή και τέλος. Αυτό που βλέπεται είναι ένα απόσπασμα αλλά δε βρίσκονται εύκολα ταινίες του Foldes. Αποτελεί μια χαμένη σελίδα της ιστορίας των “κινούμενων εικόνων”.
Ας επιμείνουμε στον όρο κινούμενες εικόνες μια που το Video-Art είναι τελείως ασαφές και παραπλανητικό. Θα επανέλθω αλλά το ζητούμενο είναι να ενωθούν τα διάφορα ανθυποείδη και τα έργα να πάρουν την θέση τους ανάλογα με το τι έχουν να πουν.
Στα δύο παραδείγματα που έχουμε εδώ το δεύτερο (το “La Faim”), στο τέλος της ανάρτησης, είναι, σαφώς, μνημειώδες. Και στα δύο οι ποιότητες των γραμμών είναι σημαντικές, και γεννιούνται, εκτός των άλλων, από τους περιορισμούς του μέσου. Οι γραμμές έχουν ζωή δική τους, η αδεξιότητα τους είναι γεμάτη αίσθηση. Η εικόνα δεν είναι βυθισμένη στην αναπαράσταση, στο αληθοφανές. Φαίνεται το σώμα της εικόνας, φαίνεται και είναι πλούτος. Όπως η βραχνή φωνή των L.Cohen και Μ.Βαμβακάρη, όπως οι πινελιές του Βαν Γκογκ, όπως οι ντομάτες που δεν είναι μόνο αναπαράσταση της ντομάτας αλλά και γεύση και άρωμα, είναι παρούσες.
Ο Peter Foldes, γεννήθηκε Ούγγρος αλλά έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στην Γαλλία. Το συγκεκριμένο βίντεο το δούλεψε στον Καναδά. Πρόκειται για μια πολύ πρώιμη τεχνολογική εφαρμογή, σε συνεργασία με ένα ερευνητικό εργαστήριο. Η διαδικασία είναι: Ο Foldes κάνει ένα σχέδιο, μετά ένα δεύτερο και ο υπολογιστής αυτόματα φτιάχνει την μετάβαση από το ένα σχέδιο στο άλλο. Ο σχεδιαστής-ζωγράφος κοιτά τι προτείνει η μηχανή και το ξαναδουλεύει. (Στις αυτόματες μεταβάσεις συμβαίνουν αυτά που ο Φ.Μπέικον θα ονόμαζε “ατυχήματα” ) Ξαναπροσαρμόζει το αρχικό σχέδιο το κάνει πιο πυκνό και του δίνει, σιγά-σιγά, ποιό “ωραίο” νόημα και πιο εύστοχη μορφή.
1ο Μέρος
2ο Μέρος
Σήμερα υπάρχει μια τεράστια φιλολογία για την ανάγκη να ακούμε το σώμα μας. Το σώμα όμως μπορεί να λέει και άστοχα πράγματα.
Τι κρύβεται πίσω από την Πείνα; Δεν είναι προφανές. Η επιθυμία για την ζωή είναι κάτι που δε ξέρουμε αν διαλέξαμε.
Η επιθυμία για ζωή και η επιθυμία για το τέλος αυτής της ζωής δεν είναι καθόλου αντιφατικές.
Υπάρχει ένας σωλήνας που περνά απο μέσα μας ένα κενό που είναι δικό μας, μια περιοχή που είναι ταυτόχρονα και “μέσα” και “έξω”. Μέσα από κει μας διαπερνούν κομμάτια του κόσμου και μας δίνουν την ζωή που τους παίρνουμε.
Δεν υπαρχει τρόπος η δική μας χαρά να σταθεί ακέραιη και δικαιη μπροστά στην δυστυχία των άλλων ανθρώπων. Και ζώων. Και φυτών. Πέρα, όμως, από τον ηθικισμό και τις ενοχικές λογικές διαφόρων “πολιτικά ορθών”, μήπως η ζωή μας κοστίζει υπερβολικά πολύ; Οι αστοχίες μας αποκαλύπτονται χυδαίες και τεράστιες κάπου που εμείς δε βλέπουμε και με τρόπο που δε φανταζόμαστε. Για να ζεσταίνονται τα σπίτια μας, άθρωποι φτάνουν σε σημείο να βάζουν “υπόθετα” εκρηκτικές ύλες και να μετατρέπονται σε βόμβες και τιναγμένα στον αέρα κρέατα. Για να μη πέσει η τιμή του ψωμιού που τρώμε, πέφτουν βόμβες σε σπίτια και πεθαίνουν άνθρωποι. Παιδιά, άνδρες και γυναίκες, απροετοίμαστοι, πεινασμένοι ακόμα για ζωή. Δε γίνεται να είμαστε σωστοί και γι’αυτό ο εισαγγελικός τρόπος καταγγελίας είναι καταδικαστέος και ύποπτος. Παρόλαυτα ας προσπαθήσουμε να έχουμε μέτρο, να επανακτήσουμε την αξιοπρέπεια μας.
Το “La Faim” είχε προταθεί, μεταξύ άλλων διακρίσεων, για Όσκαρ το 1975,κέρδισε και το βραβείο της επιτροπής στις Κάννες το 1974. Εντούτοις σήμερα μοιάζει ξεχασμένο. Χαρακτηρίζεται από δυνατή αφήγηση και δυνατή εικόνα. Δυνατή με όρους ποιητικούς και εικαστικούς. Μια γιορτή της αίσθησης και της ακρίβειας. Καμμία μετάβαση δεν είναι ανακριβής ή “εντυπωσιακή”. Αλλά ενώ το “νόημα” διατρέχει τα πράγματα, δεν αποξηραίνει, δεν τα κάνει εγκεφαλικά, κάθε άλλο. Χιούμορ (τοξικό) και αίσθημα διαπερνά όλο το έργο. Και γεύση ονείρου, η φαντεζί αυστηρότητα του ονείρου.
Ίσως το τέλος να είναι πολύ σχολιαστικό για μερικούς, αλλά κι αυτό τελικά έχει τον λόγο του. Προσωπικά έχω κάποιες ενστάσεις. Πάντως μια πολύ προσωπική φωνή διατρέχει όλη την ταινία. Κι αν είναι πικρή, αυτή η φωνή, δεν είναι αυτάρεσκη.
Ο Foldes πέθανε πέντε χρόνια μετά την ολοκλήρωση αυτού του έργου. Λίγα πράγματα υπάρχουν στο διαδίκτυο σχετικά.
Ένα από τα λίγα που βρίσκει κανείς στο διαδίκτυο εδώ! Κι εδώ
(ίσως το χάσετε αυτό επειδή είναι στα σχόλια οπότε:Δείτε εδώ