Τρίτη 5 Μαρτίου 2013

«Chihwaseon»την Τετάρτη 6 Μαρτίου στις 21:00 στη μεγάλη αίθουσα θεωρητικών .





Για την κινηματογραφική προβολή της Τετάρτης 6 Μαρτίου…
(με τις ευχές μου για ένα δημιουργικό εξάμηνο σε όλους-ες)
Δημοσθένης Αβραμίδης

Με τη βραβευμένη για τη σκηνοθεσία της στο Φεστιβάλ Καννών το 2002, Κορεάτικη ταινία «Chihwaseon» του Ιμ Κουόν-Τάεκ, ξεκινούν για το εαρινό εξάμηνο οι κινηματογραφικές βραδιές της Τετάρτης του Εργαστηρίου Εκκλησιαστικών Τεχνών,στη μεγάλη αίθουσα θεωρητικών, μετά το πέρας των μαθημάτων, την Τετάρτη 6 Μαρτίου και στις 21:00.

Είναι πολύ λίγες οι κινηματογραφικές ταινίες που μεταφέρουν στην οθόνη την πραγματικότητα της τέχνης της ζωγραφικής με πειστικό τρόπο στα μάτια όσων ασκούν αυτή την τέχνη, δίχως τις εξιδανικεύσεις και τους μύθους του συρμού περί μποέμ καλλιτεχνών κλπ . Προσωπικά θα ξεχώριζα τρεις και μόνο: του Ζάκ Ριβέτ «η ωραία καβγατζού», τη ρωσσική του 1969 «ο λαϊκός ζωγράφος Πιροσμάνι» (δισεύρετη!) και την ταινία που θα δούμε αυτή την Τετάρτη.

Στη ταινία ιστορείται η ζωή του κορυφαίου Κορεάτη -αυτοδίδακτου κατ’ουσίαν-ζωγράφου Τζανγκ Σουένγκ-Ουμπ (1843-1897), που είναι ευρέως γνωστός με το όνομα Ογουόν. Πέρα από το ζήτημα της συγκλονιστικής αισθητικής φόρμας της ταινίας εν σχέση με τα αισθητικά δεδομένα του δυτικής κουλτούρας κινηματογράφου, η ταινία μας αφορά με απόλυτο τρόπο, θέτοντας ως κυρίαρχο θέμα της, το δίπολο της επανάληψης των προτύπων της παράδοσης («αντιγραφή») και της «προόδου» της τέχνης των «μεγάλων» πολιτισμικών παραδόσεων, όπως αυτή του σινοϊαπωνικού πολιτισμού.

Τι κοινό μπορεί να έχει η εικαστική παραγωγή του σινοϊαπωνικού πολιτισμού με τη δική μας παράδοση; (αναφέρομαι στη «βυζαντινή», «μεταβυζαντινή» και στη λαϊκή παράδοση της ζωγραφικής)

Επιγραμματικά δίχως να εξαντλούμε το θέμα, θα μπορούσαμε να πούμε τα εξής:
Και οι δύο παραδόσεις αντιλαμβάνονται την τέχνη της ζωγραφικής ως «άθλημα» με κοινούς κανόνες, τρόπους-τεχνοτροπίες, αισθητικά πρότυπα, κλειστό αριθμό υλικών και θεμάτων. Το κοινό αυτό «άθλημα» αποτελεί επάγγελμα κι όχι πάρεργο-χόμπι-ευγενή απασχόληση αργόσχολων, συνεπώς οι επαγγελματίες συγκροτούνται σε κοινότητες μαστόρων (συντεχνίες ή ισνάφια στα παρ’ημίν) με ιεραρχία που προασπίζει τα επαγγελματικά συμφέροντα της κοινότητας. Η είσοδος στις κοινότητες προϋποθέτουν μακροχρόνια μαθητεία σε δάσκαλο (μαΐστορα, μάστορα εκ του λατινικού magister=δάσκαλος) με σχέση συμβιωτική μαζί του (μάστορας-κάλφας, ο κάλφας-μαθητευόμενος αποτελούσε κάτι σαν ψυχοπαίδι του μάστορα, μιας και ο δεύτερος ήταν υποχρεωμένος να του παρέχει τα προς το ζην κατά τη διάρκεια της μαθητείας του, στέγη, ένδυση και τροφή-«δια τροφάς και σκεπάσματα»). Μετά την ολοκλήρωση της μαθητείας (συνήθως επτά ετών) ο μαθητευόμενος γινόταν μέλος της κοινότητας μαστόρων. Το γεγονός αυτό επιτυγχανόταν σε πολύ μικρή, για τα σύγχρονα δεδομένα, ηλικία. Ο Δομίνικος Θεοτοκόπουλος (Ελ Γκρέκο) π.χ., αναφέρεται σε συμβολαιογραφικό έγγραφο στο Χάνδακα (Ηράκλειο Κρήτης) πως ήδη στα 24 έτη του ήταν μαΐστορας, που ασκούσε το επάγγελμα επικερδώς! Η μαθητεία συνεπώς ξεκινούσε από την πρώιμη εφηβεία ή ακόμη και από την παιδική ηλικία. Και οι δύο παραδόσεις είχαν κέντρο αναφοράς και διαβαθμισμένη κλίμακα ποιοτήτων που δεχόταν ή απέρριπτε εικαστικές προσεγγίσεις. Τέλος και για τις ανάγκες αυτού του σύντομου εισαγωγικού σημειώματος μεταφέρω μια από τις σημαντικές παρατηρήσεις του Ν. Χατζηκυριάκου-Γκίκα (μέγας μελετητής του σινοΐαπωνικού πολιτισμού και ειδικώς της ζωγραφικής του, το βιβλίο του «Εξ Ανατολών» εκδ. Αστρολάβος/Ευθύνη, Αθήνα 1989, το συνιστώ ανεπιφύλακτα για το θέμα). Παρατηρεί λοιπόν ο Ν. Χατζηκυριάκος-Γκίκας πώς όταν επί αιώνες υπάρχουν κοινές νόρμες και στόχοι (μεταφέρω το πνεύμα από μνήμης) στην τέχνη είναι λογικό να υπάρχουν κορυφαίες στιγμές-άθλοι αξεπέραστοι. Κάθε λοιπόν Ζωγράφος προκειμένου να καταξιωθεί έχει να αναμετρηθεί με αυτές τις κορυφές, μαθητεύοντας στα κατορθώματά των προγενεστέρων. Το να καταφέρει κανείς μια προσωπική στιγμή που να συστοιχίζεται με αυτή την παράδοση και να την ξεπερνά είναι μέγα κατόρθωμα, το οποίο δεν είναι γεγονός που συμβαίνει συχνά.

Ο Κορεάτης ζωγράφος του 19ου αι. Ογουόν είναι μια παρόμοια περίπτωση, που κατόρθωσε μια νέα κορύφωση στη μακραίωνη παράδοση του Πολιτισμού του. Τραγικός όσο και χαρισματικός, ιδιοφυής όσο και αντισυμβατικός μας καλεί να αναλογιστούμε την ευθύνη μας έναντι της παράδοσής μας με το μόχθο, τον κόπο, την αφοσίωση, το αυγάτισμα του ταλέντου του.

Κλείνοντας να τονίσω ότι οι δύο πολιτισμοί έχουν διαφορετικούς άξονες. Ο σινοϊαπωνικός είναι δεσποτικός-φιλοσοφικός-απρόσωπος κατά βάση πολιτισμός, ο δικός μας προσωποκεντρικός. Η θεματολογία του πρώτου αποθεώνει την τοπιογραφία μέσω της αναγωγής της γραφής σε ύψιστη μορφή τέχνης (καλλιγραφία) κατά πλειοψηφία, ενώ στο δικό μας κυρίαρχο ζήτημα είναι η απεικόνιση του ενσαρκωμένου Λόγου μέσω της τέχνης των Εικόνων. Αυτό που καλούμαστε να δούμε στην ταινία δεν είναι το «τι» ζωγραφίζεται αλλά η όλη στάση του καλλιτέχνη απέναντι στη ζωγραφική πράξη, που δεν διαχωρίζεται από την ίδια τη ζωή του…και στο τέλος της ταινίας ταυτίζονται απολύτως!

Την Τετάρτη λοιπόν…

https://www.youtube.com/watch?v=sZe5LLaMFYE

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου