Θεωρητικός και επιμελητής εκθέσεων, Ε.Μ.Π.. Master of Design Studies, GSD, Harvard University, υποτροφία Fullbright. Δρ. Ε.Μ.Π. Συμμετείχε σε εικαστικό εργαστήριο στο Center for Advanced Visual Studies του ΜΙΤ. Έχει επιμεληθεί εικαστικές εκδόσεις και έχει οργανώσει αρχιτεκτονικές και εικαστικές εκθέσεις. Έχει γράψει τα βιβλία: Ανθρωπομορφισμός, Αφαίρεση και Σχηματοποίηση στη Μαζική κουλτούρα, No Feelings: το εικαστικό punk, David Carson: μετά την καταστροφή,
Το εικαστικό έργο του Πάνου Κουτρουμπούση, Ta Υβρίδια της Παγκοσμιοποίησης: Πόλη και Μαζική Κουλτούρα στην Περιφέρεια (όλα στις εκδόσεις Futura), Ποπ Αλλόκοτο(Gazon Rouge) και Ομοιότητα Περίπου (εκδόσεις Πατάκη/Μουσείο Μπενάκη), Οράματα: η τέχνη ως διαμεσολάβηση (επιμέλεια-εκδόσεις Πλέθρον). Διατέλεσε καλλιτεχνικός διευθυντής στο κέντρο σύγχρονης τέχνης Σταθμός Άλφα. Αρθρογραφεί για την αρχιτεκτονική και τα εικαστικά σε εφημερίδες και περιοδικά. Επίτροπος της Ελλάδας για τη Biennale Αρχιτεκτονικής της Βενετίας το 2002 (μαζί με τους Τ. Κουμπή και R. Scoffier). Σύμβουλος έκδοσης του εικαστικού περιοδικού Artime. Καλλιτεχνικός διευθυντής της Φωτοσυγκυρίας 2005. Επιμελητής των εκθέσεων: «Ομοιότητα Περίπου» στο Νέο Μουσείο Μπενάκη στην οδό Πειραιώς, «Οράματα: η τέχνη ως διαμεσολάβηση» στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο της Αθήνας, «Μεγάλη Αναταραχή, Θαυμάσια Κατάσταση: πέντε ουτοπίες μέσα στο ‘70» τον Απρίλιο του 2006 στα πλαίσια του οργανισμού Πάτρα-Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης και της διοργάνωσης Εικαστικό Πανόραμα στο Κρατικό Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης της Θεσσαλονίκης, την ίδια χρονιά. Έχει δώσει διαλέξεις στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ, στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων του ΑΠΘ, στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας, στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, στα Τμήματα Θεατρολογίας και Μ.Μ.Ε. του Πανεπιστημίου Αθηνών και το Μουσείο Φρυσσίρα. Από το 1999 μέχρι το 2004 δίδαξε Ιστορία Τέχνης και Πολιτιστική Γεωγραφία στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων του Πανεπιστημίου Πατρών, από το 2004 μέχρι το 2007 Ιστορία και Θεωρία της τέχνης και της Αρχιτεκτονικής στη Σχολή Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ, και από το 2008 διδάσκει τα μαθήματα της Ιστορίας της Τέχνης και του Πολιτισμού της Πόλης στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων του Πολυτεχνείου Κρήτης στα Χανιά.
ΧΡΗΣΤΟΣ Ν. ΘΕΟΦΙΛΗΣ: Στους διάλογους του Μπέρκλεϋ ο Φιλόνους παγιδεύει τον Υλα. Προβλέπει βάσει των ερωτήσεων του τις απαντήσεις και στήνει διαρκώς παγίδες. Δεν υιοθετώ αυτή την τακτική. Βιώνω ως αγωνιά την ρευστότητα του εικαστικού χώρου που επιτρέπει την ευκολία «αυτοί» να δηλώνουν και να κάνουν ότι θέλουν με φιλοδοξίες μεγαλύτερες των δυνατοτήτων τους. Για να οδηγήσουμε τον διάλογο μας έξω από τα στηρίγματα της ατροφικής ευγένειας και μακριά από τις ύπουλες διαβεβαίωσης ότι όλα πάνε καλά, νομίζω ότι η τέχνη δεν είναι το σχήμα που δίνεται από τους επιμελητές εκθέσεων. Αυτή η μορφή προσέγγισης-ανάλυσης, δεν καταρρέει συνήθως στους πλασμούς των επινοήσεων;
ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΟΥΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Είναι αλήθεια, εν μέρει. Τα τελευταία χρόνια μιλάμε πολύ για τη «Δικτατορία των Επιμελητών». Οι επιμελητές τείνουν να αντιμετωπίζονται ως οι μεγάλοι σταρ και τα ίδια τα καλλιτεχνικά έργα έρχονται, συχνά, σε δεύτερη μοίρα. Όμως οι αιτίες του φαινομένου δεν βρίσκονται αναγκαστικά σε μια κόντρα ανάμεσα στους επιμελητές και στους καλλιτέχνες αλλά, περισσότερο, στη διάθεση για γιγαντισμό που εμφανίζεται στις μέρες μας. Μια έκθεση που αναπτύσσεται σε λιγότερα από χίλια τετραγωνικά μέτρα τείνει να μη μας ενδιαφέρει, ο φεστιβαλικός χαρακτήρας της καλλιτεχνικής διαδικασίας μοιάζει να είναι κυρίαρχος, η προσοχή και η οικειότητα που απαιτούσε κάποτε η προσέγγιση του έργου τέχνης φαίνεται να έχει εκλείψει. Και οι ρίζες του προβλήματος, κατά τη γνώμη μου, βρίσκονται στη μεντιατική διάσταση που έχει πάρει η εικαστική δραστηριότητα και όχι στην πλευρά των επιμελητών. Παρόλα αυτά, για να μη φανεί ότι υπερασπίζομαι υπερβολικά τον κλάδο, θα παραδεχτώ ότι πράγματι εμφανίζονται φαινόμενα ιδεολογικού αυταρχισμού από την πλευρά των επιμελητών εκθέσεων, εκθέσεις που ακροβατούν μετέωρα στην κόψη εννοιακών επινοήσεων, απουσία σεβασμού του καλλιτέχνη, παρεμβάσεις στο έργο του,...
ΧΡΗΣΤΟΣ Ν. ΘΕΟΦΙΛΗΣ: Για να μην έχουμε συνείδηση ψευδή, υπέρτατος σκοπός των κενόδοξων της κριτικής είναι το να καθορίζουν τις αρχές της τέχνης να θέτουν τους κανόνες που επιτρέπουν να κρίνει κανείς τα έργα τέχνης, αναφέρομαι και δεν εξαιρώ τα υπολείμματα των νεοκλασικών κανόνων που κυριαρχούν ακόμα και σήμερα στους Ιστορικούς της τέχνης. Παρατηρούν το έργο σε ποιο βαθμό αντιστοιχεί με κάποιο τυπικό ορισμό, άψυχο και αφηρημένο, μηχανιστικής διάθεσης η με κάποια καλλιτεχνική αναφορά γνωστή και εξαντλημένη. Δεν εξαιρώ την κριτική δια μέσου της εννοιολογικής αντίληψης που επιχειρεί την ερμηνεία των συμβόλων της τέχνης ούτε και την ερμηνεία με διαλεκτικούς συλλογισμούς. Αναζητώ το ενιαίο στην προσωπικότητα. Ο μεγάλος καλλιτέχνης Εικαστικός η Ποιητής είναι Φιλόσοφος και κριτικός τέχνης. Πρώτη του ύλη η εικαστική αντίληψη και η διαλεκτική σκέψη και όλα να υποτάσσονται στον έλεγχο της καλλιτεχνικής κρίσης.
ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΟΥΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Ξεκινώντας από το τελευταίο θα έλεγα ότι, εξίσου, ο μεγάλος κριτικός είναι δημιουργός και καλλιτέχνης. Όμως, και στις δυο περιπτώσεις, το πραγματικό πρόβλημα είναι να βρούμε ενδείξεις αυτής της «μεγαλοσύνης» και εκεί φίλε Χρήστο Θεοφίλη, νομίζω ότι θα συμφωνήσουμε και οι δύο, υπάρχει μεγάλο έλλειμμα στη νεοελληνική σκηνή των ημερών μας. Τώρα αν γυρίσουμε στο πρώτο σκέλος της ερώτησής σου, νιώθω κι εγώ ότι ζούμε σε μια ακόμη «δικτατορία», αυτή των αρθρογράφων (εγώ δεν θα τους ονομάσω «κριτικούς» γιατί δίνω ιδιαίτερη βαρύτητα στον όρο). Πτυχές αυτού του φαινομένου είναι ντιρεκτίβες οι οποίες δημοσιεύονται ανά τακτά διαστήματα και κατονομάζουν ποιοι καλλιτέχνες θα «παίξουν» στο παιχνίδι. Σχετικά πρόσφατα είχαμε μια τέτοια «λίστα» σε κυριακάτικη εφημερίδα ενώ πιο πρόσφατα ακόμη μια εκτενής ντιρεκτίβα δημοσιεύτηκε διαδικτυακά. Επιπλέον των ονομάτων είναι σύνηθες στις μέρες μας να δημοσιεύονται και ιδεολογικές ντιρεκτίβες, τις πιο πολλές φορές αυτές τις μέρες μας υπέρ του αγγλοσαξονικού ιδιώματος της New British Art. Είναι ίσως περιττό να προσθέσουμε ότι τέτοιου τύπου αρθρογραφίες συνδέονται με τα συμφέροντα συγκεκριμένων αιθουσών τέχνης. Αν πέσει κανείς στην παγίδα να δει την καλλιτεχνική διαδικασία ως ένα παιχνίδι εξουσίας, νομίζω ότι θα ήταν ολέθριο μια που άλλοι χώροι –η κοινοβουλευτική πολιτική για παράδειγμα- προσφέρονται πολύ περισσότερο σε αυτή την κατεύθυνση. Από την άλλη θα ήταν ουσιαστικό να κάνουμε μια προσπάθεια να αποκολλήσουμε την καλλιτεχνική κοινωνία, η οποία πλέον αποτελείται από δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους σ’ αυτή τη χώρα, από τους στροβίλους του εμπορίου, των συλλεκτών και των αρθρογράφων-μάνατζερ. Τότε ίσως θα μπορέσουμε να διεκδικήσουμε ξανά την εορταστική διάσταση του καλλιτεχνικού φαινομένου, αυτή του πανηγυριού στο οποίο μπορούν να συμμετάσχουν όλοι, ανεξαρτήτως ηλικίας, φύλου, σεξουαλικής κατεύθυνσης, καλλιτεχνικού ιδιώματος (κυρίως αυτού). Αναρωτιέμαι και εγώ ο ίδιος αν κάτι τέτοιο μπορεί να είναι δυνατό στην έντονα ιεραρχική εποχή μας...
ΧΡΗΣΤΟΣ Ν. ΘΕΟΦΙΛΗΣ: Να διαλέξουμε για να είμαστε ελεύθεροι το «καταφύγιο» μας; Την αφελή συγκατοίκηση με τον πατερναλιστή , τον θεοποιημένο ήρωα, τον lifestyle καλλιτέχνη, τον lifestyle τεχνοκριτικό, τη lifestyle γκαλερί, τον συλλέκτη και ταυτόχρονα χορηγό επικοινωνίας μας; Να διαλέξουμε τους αφέντες μας και να νομίζουμε ότι συμμετέχουμε; Μετασχηματίζοντας τις ιδέες μας θα οδηγήσουμε ουσιαστικά την ύπαρξη μας σε πλήρη υποταγή και η νέα μας ελευθέρια θα είναι η καθυπόταξη μας στο «καταφύγιο». Η επικύρωση μας στον εικαστικό χώρο αξίζει του αντιτίμου;
ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΟΥΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Έχω την εντύπωση ότι αυτή είναι η πιο καίρια ερώτηση που μπορεί να θέσει κανείς σήμερα. Το lifestyle φαινόμενο τείνει να εξελιχθεί στην κυρίαρχη κατάσταση της εικαστικής διαδικασίας. Η βάση αυτής της λειτουργίας βρίσκεται στα περίφημα «15 λεπτά επιτυχίας» όπως τα διατύπωσε ο Andy Warhol, δηλαδή στην ανάγκη των media να εναλλάσσουν (νεανικά κυρίως) πρόσωπα στις σελίδες τους, μετατρέποντας τα σε σταρ εν μια νυκτί για να τα αντικαταστήσουν με καινούργια, πιο φρέσκα, την επόμενη βδομάδα, μήνα, χρόνο... Φυσικά ορισμένοι γκαλερίστες όχι μόνο επωφελούνται του φαινομένου αλλά ουσιαστικά το προκαλούν, το επιβάλλουν ακόμη, λειτουργώντας κάπως σαν τις «φούσκες» του ελλαδικού χρηματιστηρίου. Δηλαδή πουλάνε γρήγορα ένα υπεριμολογημένο προϊόν το οποίο είναι αμφίβολο αν θα διατηρήσει, πόσο μάλλον να αυξήσει την αξία του. Στιγμές στιγμές νιώθω πως οι συλλέκτες είναι, τελικά, οι μεγάλοι χαμένοι αυτού του σαθρού συστήματος όμως άλλες φορές το ξανασκέφτομαι...
Ιδιαίτερη έμφαση θέλω να θέσω στο φαινόμενο του «χορηγού», συλλέκτη συνήθως, και ακόμη περισσότερο σε αυτό του «χορηγού επικοινωνίας»: το τόσο αθώο και φιλο-πολιτισμικό αυτό φαινόμενο κρύβει από πίσω του την κατάργηση της ανεξάρτητης κριτικής αφού –φυσικά- το έντυπο θα επιφυλάξει θετική (θετικότατη) παρουσίαση σε οποιοδήποτε γεγονός σπονσοράρει επικοινωνιακά το ίδιο ενώ ουσιαστικά μεταθέτει την παρουσίαση των καλλιτεχνικών γεγονότων από τους αδιάβλητους δημοσιογράφους και τους μαχητικούς κριτικούς στους μάνατζερ που «κλείνουν συμφωνίες». Μετά από αυτό ίσως δεν πρέπει να προκαλεί εντύπωση η ποιότητα της κάλυψης των εικαστικών από τα περισσότερα από τα ελλαδικά έντυπα.
ΧΡΗΣΤΟΣ Ν. ΘΕΟΦΙΛΗΣ: Το αδύνατο σημείο και ο φόβος του «καταφυγίου» είναι οι πραγματικές δυνάμεις έξω από αυτό. Η ατομική ελευθέρια-η ανυπακοή-η άρνηση. Στόχος και μηχανισμός του «καταφύγιου» είναι ο διανοητικός ακρωτηριασμός …
ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΟΥΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Αυτό που λες με ενδιαφέρει πολύ. Πιστεύω κι εγώ ότι σ’ αυτές τις ανήσυχες μέρες όπου, καμιά φορά τα media λειτουργούν ως ένα καταπιεστικό δίκτυο, κάτι σαν το Matrix της ομώνυμης ταινίας, η τέχνη μπορεί να λειτουργήσει σαν καταφύγιο. Κάτι σαν Προσωρινή Αυτόνομη Ζώνη, όπως έλεγε ο Hakim Bey, όπου η έκφραση μπορεί να έχει χαρακτήρα αυθάδειας και ανυπακοής. Αισθάνομαι ότι λίγοι τόποι στη δημόσια σφαίρα προσφέρουν αυτού του είδους το άσυλο –τα πανεπιστήμια είναι, προφανώς, ένα άλλο παράδειγμα. Και είναι, προφανώς, αυτονόητο ότι τέτοιες περιοχές πρέπει να διαφυλαχτούν –απ’ όλους μας- από τον έλεγχο των εισαγγελέων ή των μεντιατικών διαπομπεύσεων. Τείνει να γίνει ετήσια ρουτίνα η δίωξη εικαστικών και επιμελητών για έργα που «προσβάλλουν». Πρέπει, επιτέλους, να διαχωρίσουμε την αντίδραση μας σε κάτι που «δεν μας αρέσει» από το πολιτισμικό πογκρόμ που παρακολουθούμε κατά καιρούς.
ΧΡΗΣΤΟΣ Ν. ΘΕΟΦΙΛΗΣ: Το lifestyle υπηρετεί την επικαιρική ελαφράδα και όχι το νέο. Το νέο στην τέχνη και το λόγο φέρει τη γνώση ότι υπάρχει ένα υβρίδιο επιστήμης – φιλοσοφίας - ηθικής και αυτή είναι η πορεία της ανθρωπότητας έως και σήμερα. Ο Διαλεκτικός Υλισμός των Μαρξ και Ένγκελς αφού ξεκαθάρισε με τον Ιδεαλισμό αποδυναμώνεται με την σειρά του στη νέα γλώσσα της Αστροφυσικής, Βιοτεχνολογίας και της Ηλεκτρονικής Δημοκρατίας - Ηλεκτρονικής Γραμματικής. Το σήμερα των Συμπαντικών οραμάτων αποζητά την δικιά του ανοικτή ερευνά και πλατύτερα τα όρια της σκέψης . Εκεί συνομιλεί το νέο στην τέχνη χωρίς κατ ανάγκη να δεσμεύετε σε μια Δογματική νάρκη.
ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΟΥΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Πράγματι η εποχή δεν μπορεί παρά να είναι ανοιχτή σε κάθε δυνατότητα. Σε ότι αφορά τα εικαστικά, νομίζω ότι το επόμενο βήμα είναι η σύνδεση τους με άλλες γνωστικές περιοχές. Φυσικά είναι κάτι που έχει ξεκινήσει ήδη τα τελευταία χρόνια όμως πιστεύω ότι θα πάρει πολύ μεγαλύτερες διαστάσεις στο μέλλον. Οι γέφυρες με τις επιστημονικές περιοχές της ανθρωπολογίας, της κοινωνιολογίας, της αρχιτεκτονικής, της πολεοδομίας, της ψυχανάλυσης, της ιατρικής και, βέβαια, της βιοτεχνολογίας ή της φυσικής, που αναφέρεις και συ –μεταξύ άλλων- θα πρέπει να επεκταθούν. Κυρίως όμως θα πρέπει αυτές οι συνομιλίες να γίνουν σε ισότιμη βάση. Αφού λοιπόν καταφέρουμε να αποκαταστήσουμε την ισοτιμία στη σχέση επιμελητών και καλλιτεχνών, πεδίον δόξης λαμπρόν ανοίγεται μπροστά μας για περαιτέρω συνεργασίες...
ΧΡΗΣΤΟΣ Ν. ΘΕΟΦΙΛΗΣ: Η Αγωνιά πάντα θα υπάρχει «τι άραγε ειν’ ουσία, τι άραγε είναι σκιά» Κόλεριτζ, 1797 Η μοίρα των εθνών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου