Τετάρτη 11 Σεπτεμβρίου 2013

Θεσσαλονίκη έρημη πόλη: Έκθεση στη γκαλερί Λόλα Νικολάου / Thessaloniki deserted city / English text


                           

Θεσσαλονίκη έρημη πόλη

Η δικαιοσύνη είναι μια προνοητική  ρυθμιστική αρχή για την συμπεριφορά ενός ή περισσοτέρων ατόμων μέσα σε ένα σύνολο ανθρώπων που νομιμοποιούνται ως κοινωνία. Σε μια εύτακτη κοινωνία άρχισε να απορυθμίζεται το σθένος που την συγκρατούσε από την μη δίκαιη λειτουργία των αγορών και την άνιση κατανομή αξιών. Αυτό το έζησαν βάρβαρα μέχρι το 1920 αλλά έγινε πεποίθηση την τελευταία δεκαετία του 20ου αιώνα.
Οι αγορές βασίζονται στις πεποιθήσεις πλέον και για να ροκανιστεί κάθε προνοητική θέση για δίκαιη αναλογική κατανομή τόσο των κερδών όσο και των απωλειών. Οι πεποιθήσεις στηλοβατούνται από τις πεποιθήσεις των όποιων και η πιθανή τελική πεποίθηση που δεν έχει σχέση με την δικαιοσύνη, να είναι εκείνη που οδηγεί σε εκείνες τις παρεμβατικές λύσεις, που δεν θα φανέρωναν ποτέ τις επιπτώσεις της μη σωστής κατανομής, αλλά θα ενίσχυαν την πεποίθηση των αγορών για την αποτελεσματικότητα των θέσεων και ας παραλείπονταν η προνοητική ρυθμιστική θέση. Γι αυτό και το σχέδιο διάσωσης σε καιρούς κρίσης ενδέχεται να επιτύχει ακόμη κι αν από οικονομικής άποψης είναι εσφαλμένο. Αυτό αποτέλεσε πεποίθηση και οι πεποιθήσεις δεν είναι θέση, αξία για να οργανώσεις κάτι με γνώμονα το δίκαιο.
 Χωρίς το αίσθημα δικαίου κανένας δεν μπορεί να πάρει την ευθύνη και τις σωστές αποφάσεις, με αποτέλεσμα εύκολα να καταρρέει το ένα σύστημα υπέρ ενός άλλου. Χρειάζεται να κατανοήσει κάποιος ή να υποψιαστεί ποιο σύστημα ακολουθεί ποιο. Η σημερινή κρίση με αναλογίες 1920-30 θα ήταν μια καταρρέουσα συνθήκη για την εργατική τάξη που οι αλυσίδες της θα γινόταν πιο βαριές και δουλικές. Τώρα έχουμε μια ιδιότροπη συνθήκη όπου ο εργαζόμενος δεν θα δουλοποιηθεί γιατί το υποκείμενό του είναι αφηρημένο, στερούμενου οιουδήποτε ουσιαστικού περιεχομένου. Απογυμνωμένος από την συμβολική αξία, την εργασία, με τη γενετική κατά-σκευή  να υφίσταται δεινές μεταλλαγές προς εξυπηρέτηση αλλότριων σκοπιμοτήτων, είναι αναγκασμένος από την στιγμή που η εργασία ανταλλάσετε ως χρήμα, η εργασία του να είναι μια αφηρημένη έννοια, να ζει σε ένα αφόρητο περιβάλλον, αφηρημενος. Αποτελεί ηθικοπολιτική πρόκληση να αναγνωρίσουμε  τον εαυτό μας σ’ αυτή την εικόνα, όλοι μας αποκλειόμαστε από την φύση αλλά και από την συμβολική μας ουσία. Γι αυτό χρειάζεται προνοητική και προληπτική δράση και οι δράσεις δεν μπορούν να απορρέουν από έναν δρώντα. Χρειάζεται ο εκρηκτικός συνδυασμός διαφορετικών δρώντων και πολλών διαφορετικών στόχων. Μια τέτοια δράση προσδοκούσε να είναι και η έκθεση «Θεσσαλονίκη έρημη πόλη». Η έκθεση δεν θα εικονογραφούσε την συνθήκη  οικονομικής και κοινωνικής εξαθλίωσης αλλά αναζητούσε τον μετεωρισμό της ανύπαρκτης οντότητας μέσα στην παραισθησιακή συμβιωτική συνθήκη μιας  ιστορικής πόλης.





Η Πιετά, το Έλεος στα ελληνικά, είναι μια συνθετική δομή γλυπτών που περιγράφουν την αποκαθήλωση ενός βάναυσα θανατωμένου απογυμνωμένου ανθρώπου στην ποδιά της μητέρας του για να θρηνήσει. Ο Θωμάς Μακινατζής με το δικό  του φαρσόδραμα, σκηνοθετεί την δυσοίωνη ζωή με μια εκδοχή Πιετά-guerilla collage  βαρύνουσας μορφής, όπου ο αποκαθηλωμένος μοιάζει με συνταξιούχο, θύμα πολιτικών διαδηλώσεων.


 Ο ελεούμενος Πιετά του Μακινατζή,μακριά από τη μητέρα του, είναι ένα σαρδάμ φτιαγμένο από τουλάχιστον τέσσερα διαμεσολαβητικά διαφημιστικά πόστερ ταινιών
που υπόσχονται το θέαμα που προτείνουν (Ακάλυπτος- Hang over 3, Άννα Καρένινα και μια ταινία κινουμένων σχεδίων).Την μητέρα του αποκαθηλωμένου έχει αντικαταστήσει μια παράξενη μορφή ενήλικα, ίσως ξεπεσμένου συνδικαλιστή ή υπερφωτισμένου τηλεπαρουσιαστή. Το έργο  δηλώνει ένα θέαμα χαμένης ιερότητας του Θανάτου, τη μη συμμετοχικότητα και την προβλεψιμότητα από μέρους της εξουσίας τέτοιων ή ανάλογων εικόνων για να είναι καλύτερα ελεγχόμενο το επιβραδυντικό συναίσθημα του ελέους και του οίκτου. Ο Μακινατζής χρησιμοποιεί  την έξυπνη επαναληπτικότητα καθοριστικών φορμών- χεριών που πέφτουν προς τα κάτω χωρίς βαρύτητα, κάτι που χαρακτηρίζει και την Πιετά του Μιχαήλ Άγγελου για να ελαφρύνει το νεκρό σώμα και άκομψα να χλευάσει τον θεατή για την ανικανότητα της συμμετοχής.
 Η μητέρα φύση δεν θρηνεί  το γιο της. Απομακρυνόμαστε από την φύση της ανθρώπινης υπόστασης, Κατασκευάζουμε εικόνες γι’ αυτό και ανάγουμε στο συμβολικό την ύπαρξη σε τέτοιο βαθμό, που οι ίδιοι επινοήσαμε το χαρτί περιτύλιξης μας να είναι ένα τραπεζογραμμάτιο που ονομάσαμε χαρτονόμισμα και ταυτόχρονα η συμβολική του υπόσταση να είναι αφηρημένη. Ένα χαρτονόμισμα αντιστοιχεί σε ένα καρότσι του super market ως γενικό ισοδύναμο μιας και το ίδιο χαρτονόμισμα αντιστοιχεί σε κάποια λίτρα πετρελαίου. Η σύλληψη της αφηρημένης ιδέας μας απομακρύνει από την ρυθμιστική αρχή μιας κοινωνίας δίκαιου, γιατί το δίκαιο παύει να είναι το μοναδικό συγκεκριμένο που έχει το προνόμιο της αφηρημένης ιδιότητας.
 Το ευμετάβλητο και ασταθές  περιβάλλον μιας δημοκρατίας δηλώνεται από τη συμβολική λειτουργία δυο κολόνων στην είσοδο του εκθεσιακού χώρου, ως εμπόδια για τους θεατές. Η μία είναι του Γιώργου Τσακίρη και η δεύτερη του Χάρη Κοντοσφύρη( Γκράφιτι / κολάζ κολώνας Άγγελος Θεμιστοκλέους).


 Η πρώτη είναι μια φυσική ουτοπία ξεροκολοκυθών, διαρθρωμένη κάθετα, ουρανοκατέβατη και η δεύτερη  μια τσιμεντένια επιβεβλημένα αστική και αλλοτριωμένη από συνεχείς βανδαλισμούς όπου λειτουργεί σαν φωριαμός μυρίων πληροφοριών.



Η τσιμεντένια στέκει στον τέταρτο όροφο έξω από την κεντρική είσοδο της γκαλερί σα δεκανίκι και η κολοκυθένια, μόλις διαβείς στο χώρο κροταλίζοντας την είσοδο σου, αποπαθητικοποιεί τον θεατή. Μετά από αυτούς τους δυο καρναβαλικούς συσχετισμούς μια μεγάλη οριζοντιότητα από πινάκες ζωγραφισμένους με ανθρώπους ζώα στον απέναντι τοίχο φαίνονται σαν τομές κτηρίων πού παρουσιάζουν την απρόβλεπτη ζωή των κατοίκων τους. Είναι ένας βασιλιάς κουνέλι ή μια βασίλισσα γάτα. 
Όλη αυτή η συνάρτηση ανθρώπων ζώων προτείνεται από την Ευτυχία Μπεζάτη  ως μια ανέφικτη σύμπραξη ένστικτου και  αστικών επιτελέσεων ή ως μια προσήλωση στην κατοικίδια κουστωδία των κάθε λογής εξουσιών; 




                                                                 



Η ειρωνεία και η αυταρχικότητα του υπερόπτη αετανθρώπου που σε κοιτά περίοπτα είναι μια παρωδία. Μια ψυχολογικής ευαισθησίας μεταμόρφωση που την χρειάζονται οι άνθρωποι γιατί έχουν αλλοτριωμένο ένστικτο που τους υπερβαίνει και όταν βολτάρουν στη οδό Τσιμισκή, ανακλούνται ως ζωόμορφες υπεροχές.
Η μοναχικότητα ενός χρονοφαγωμένου ανθρώπου που αναζητά την παλαιή του μορφή, γεμίζοντας τον τεχνικό άνθρωπο με τη διαφάνεια ενός συμπαντικού ηλιακού ρολογιού





 Οι κατασκευές του Ελωίζου Θεμιστοκλέους,είναι γλυπτές αναμετρήσεις της φύσης και βιομηχανικής «αξεστοσύνης» του ανθρώπου που τον μετατρέπουν σε νοσταλγό του ηλιακού κέντρου. Άνθρωποι ηλιακά ρολόγια να κατανοούν το χρόνο σα σκιές που όσο τις πλησιάζει ο πανοπτικός ήλιος τόσο ξεμακραίνουν.





Η Μάγδα Χριστοπούλου αναδύει την εικόνα κυκλοφορίας εμπορευμάτων, δικτύων πληροφορίας, διαρκούς κίνησης ριζικού νομαδισμού της εργασίας και της λυσσαλέας εκμετάλλευσης με τυφλωμένη την προνοητική  ρυθμιστική αρχή της δικαιοσύνης. Η αντίστιξη με τον ήχο των πουλιών στο βίντεό της είναι η πρόταξη ότι εντός των τοίχων του καπιταλισμού υπάρχει η βιοπολιτική ισχύς του πλήθους που δεν καταναλώνει αλλά εργάζεται για να παράγει την περίσσεια ικανότητα για αναδιάρθρωση και ανακατανομή, που δεν σου επιτρέπει η καπιταλιστική σχέση, γιατί μέχρι τώρα την περίσσεια την αφομοιώνει το σύστημα.



Αν το παραγωγικό πλήθος, στη ροη του συναντήσει την περίσσεια να στέκεται όπως ένας βράχος στη ροη του ποταμού, τότε το πλήθος πρέπει να σταματήσει να παράγει το περίσσευμα αλλά μονό το αναγκαίο για την ροη και τη ζωή. Αυτή η απλή σχέση στην παραγωγή μαζί με το κεφάλαιο, υποκινούνται σαν σχέσεις μεταξύ ανθρώπων και αυτό η έκθεση απέτυχε να το δείξει μιας και λειτούργησε η πιο εξωραϊσμένη εικόνα της ατομικότητας των καλλιτεχνών και η παρουσίαση μιας έκθεσης που είναι απλώς μια έκθεση ροής η αλήθεια είναι τουλάχιστον  χωρίς περίσσεια.








 Η παραλλακτική ικανότητα μετατόπισης δεν λειτούργησε στην έκθεση.(Το 2006 ο Ιάπωνας φιλόσοφος Kojin Karatani εξηγεί ότι σύμφωνα με το συνήθη ορισμό της λέξης παράλλαξη εννοείται η φαινομενική μετατόπιση ενός αντικειμένου, η αλλαγή της θέσης σε σχέση με το φόντο και προκαλείται από μια αλλαγή της θέσης του παρατηρητή, η οποία δίνει μία νέα προσπίπτουσα θέα. Επίσης η λέξη σχετίζεται με παρατηρήσεις ουράνιων σωμάτων άρα έχουμε μια γεωκεντρική  παράλλαξη.Έτσι κατά αντιστοιχία ένα αντικείμενο εγγενώς, μπορεί να περικλείει άλλες του εκδοχές που φανερώνονται από αλληλεπιδραστικές συνθήκες στο χώρο που πιστεύουμε ότι ανήκει ). Στην  περίπτωση των έργων τέχνης, υποκείμενο και αντικείμενο του έργου, ιδωμένο με έναν ξεχωριστό ιδιαίτερο τρόπο που να φανερώνει τα προμηνύματα του έργου μπορεί να λειτουργήσει με έναν παραλλακτικό τρόπο, το παραλλακτικό χάσμα όπως το αναφέρει ο Ζίζεκ. Στην πραγματικότητα το υποκείμενο μεταβάλλοντας την οπτική γωνία θέασης, νοιώθοντας αυτό το ξεχωριστό που προσδίδουν η αύρα των έργων τέχνης, μεταβάλει το αντικείμενο-έργο τέχνης με εκείνο το παραλλακτικό χάσμα που εγγενώς έχει το έργο τέχνης, δηλαδή στην υλική του υπόσταση, να φέρει το αποτύπωμα διαφορετικών και αμοιβαίως αποκλειομένων επόψεων(π-οψις, έως, , θέα κ τινός τόπου). Όταν κατορθώσουμε να εντοπίσουμε το παραλλακτικό χάσμα σε ένα αντικείμενο ενδιαφέροντός μας, αυτό το χάσμα ανάμεσα στις διαφορετικές επόψεις του διανοίγει ένα χώρο για ένα τρίτο, δυνητικό αντικείμενο. Αυτή την συνέπεια απωλέσαμε στην έκθεση «Θεσσαλονίκη έρημη πόλη», να μην προβούμε δηλαδή στο βαθμό που απαιτούσε η εικαστική έρευνα, μια διαλεκτική σύνθεση των αντιθέτων, όπου οργανώθηκε περισσότερο η διαλεκτική των ομοίων με αρκετές αντινομίες, όπως τα έργα εμπόδια εισόδου, που όμως καταλύθηκε κι αυτή η ελάχιστη παράλλαξη, με τις πόρτες εισόδου ορθάνοικτες στην διάρκεια τουλάχιστον της πρώτης παρουσίασης.
Η έκθεση απηχεί σε μεγάλο βαθμό ένα ανταγωνιστικό πεδίο καλλιτεχνικής συνύπαρξης (κάθε καλλιτεχνης επικρατεί σε συγκεκριμένο τοίχο) χωρίς όμως ορθογραφικά λάθη (αλληλεπιδραστικά κενά με αρχιτεκτονικό νόημα) για τον παλιομοδίτικο τρόπο (οριζόντια και κάθετη παράθεση έργων)  που υποδεικνύει.

Κοντοσφύρης Χάρης / Φλώρινα 11/09/201

Βιβλιογραφία:
Slavoj Zizek / Πρώτα σα τραγωδία και μετά σα φάρσα /εκδ Scripta /Αθήνα 2009
Ανδρέας Μιχαλαδάκης / Το δίκαιο και το αγαθό /εκδ Αλεξάνδρεια / Αθήνα 2013
Τσβετάν Τοντόροφ / Η λογοτεχνία σε κίνδυνο / εκδ Πόλις 2013
Χάρης Σαββόπουλος / ερμηνείες του πραγματικού / εκδ Πλέθρον / Αθήνα 2009
Frances A, Yates /Η τέχνη της μνήμης / Μορφωτικό ίδρυμα εθνικής τραπέζης / Αθήνα 2012
Κρις Χάρμαν / Λαική ιστορία του κόσμου εκδ τόπος /Αθήνα 2012
Θεοφάνης Τάσης / Πολιτικές του βίου-ειρωνεία / εκδ Ευρασία / Αθήνα 2012
Χαιντς Χαιμζετ / Τα έξι μεγάλα ερωτηματα της δυτικής Μεταφυσικής / Πανεπιστημιακες εκδόσεις κρήτης / Ηρακλειο Κρήτης 2011
Walter Benjamin / δοκιμια για την τέχνη / εκδ Κάλβος / Αθήνα1978
Edwart W. Said / Αναστοχασμοί για την εξορία /εκδ Scripta /Αθήνα 2006
MissInformation / guerilla instalation / εκδ Futura /Αθήνα 2011
Niall Ferguson / Πολιτισμός / εκδ Παπαδόπουλος / Αθήνα 2011
Walter Benjamin / Μονόδρομος / εκδ Αγρα / Αθήνα 2006
Φωτογραφικά στιγμιότυπα μετά το αγγλικό κείμενο

 Thessaloniki deserted city / English text / Μετάφραση Πάρης Καπράλος

                                

Thessaloniki deserted city

Justice is a provident regulatory authority for the conduct of one or more individuals within a group of people who are legalized as a society. In an orderly society a process began that unregulates the vigour which restrained it, due to the the unfair operation of the markets and the uneven distribution of values. This barbaric intrusion was lived through until 1920, but it consolidated the last decade of the 20th century. The markets are based on the beliefs now, and crave to trim any provident position for the just allotment of profits and loss. Beliefs are supported on upstart beliefs, and possibly a final conviction is not related to justice, to be the one that leads to those invasive solutions that will not ever be pointed towards the effects of improper distribution, but would enhance the confidence of the Markets for the effectiveness of the positions and let omitted thoughtful regulatory position. This is the reason that a bailout plan applied in times of crisis may succeed even if it is economically faulted. This consisted the belief and beliefs are not position, or a value to organize something upon with a just drive. 
Without the sense of justice no one can take responsibility and make the right decisions, resulting to an easy collapse of one system on another. It is required that someone comprehends or suspects which system follows which. The current crisis in analogy to the times from 1920 to 1930 would be a crumbling condition on the working class whose chains will become heavier and more servile. Now we have a whimsical condition in which the worker cannot namely be turned into slave because his subject is abstract, deprived of any substantial content. Stripped of its symbolic value, work,  with the use of a genetic transformation, undergoes a monstrous mutation to service third party expediency, the worker is forced -since his work is exchanged with money, his work to be and abstract  concept, thus to live in an unbearable environment as an abstract existence. It consists an ethics as well as a political challenge to recognize ourselves in the picture, as all of us become excluded from nature and from our symbolic substance. That's why you need a provident and proactive  action and the actions cannot come from one actor. The explosive combination of different actors and many different objectives is required. Such action is expected to derive from  the exhibition "Thessaloniki deserted city." The exhibition is not portraying the conditions of economic and social deprivation, its rather looking into the meteorism of the non-existent entity within delusional symbiotic condition of a historic city.
 


The Pietà, “mercy” in Greek, is a synthetic structure consisting of sculptures which describe the removal of a brutally slained naked man found in the apron his mother to grieve. Thomas Makinatzis with his own tragicomic set, directs this grim life with a version Pietà-guerilla collage weighty form, where the pieta come in the form of a pensioner, victim of political demonstrations.

 
The merciful “Pietàof Makinatzis, away from his mother, is a jaw-breaker made from at least four conciliating advertising posters of a movie that promise the spectacle they suggest (Uncovered -Hang over 3, Anna Karenina and an animation film) . The Pietà's mother has replaced a strange form of an adult , perhaps a impoverished unionist or an illuminated TV showman. The work indicates a spectacle of lost sanctity of death, non participatory and predictable on behalf of the power centers  similar of relevant pictures to be more controllable in this or a better manner the emotin of mercy and pity. Makinatzis uses the intelligent repetition determinant of hand – forms falling down without gravity, which characterizes the Pietà by Michelangelo to lighten the dead body and unattractive taunting the viewer 's inability participation. Mother Nature does not lament her son. We depart off the very nature of human existence, for this  reason we construct images
and go back to the symbolic existence in a degree that us ouselves invented our wrap up, a banknote, a physical note, which in  the same time is an immaterial element of a symbolic and abstact status. 

A bill represents a stroller of the super market, which stands as a general equivalent, since the very same bill stands for some liters of oil. The comprehension of the abstract idea removes us from the regulatory authority of the society of Justice, because the law ceases to be the only specific refferral to have the privilege to possess abstract qualities. The volatile and the unstable environment of  Democracy declared by symbolic placement of two columns at the entrance of the exhibition space, as obstacles to their viewers; the one is of George Tsakiris and the second of Haris Kontosphyris ( Graffiti / collage column Angel Themistocleus ).

 

The first one is a natural utopia sporting its dried pumpkins as building blocks, structured vertically, heaven-sent, and the second a concrete enforced civil yet alienated by constant vandalism which works like a cabinet for a myriad of pieces of information. The concrete stands on the fourth 







floor outside the main entrance of the gallery as a crutch, while the pumpkin one offers a pass-through through a rattling entering to shock into action the viewer. Following these two carnival correlations, a huge series of paintings depicting forms of half-animal half-men creatures on the wall look like sections of buildings showing the unpredictable life of their inhabitants. There is a king rabbit or a queen cat. This entire function of humans, animals proposed by Eftichia Bezati as an impossible partnership of instinct and civil prosecution or as an attachment to pets entourage all sorts of powers?


 



The irony and the arbitrariness of the arrogant Eagle-man that looks at you prominently is a parody. A psychological sensitivity transformation that the people need because they have alienated their instinct than when strolling in the street Tsimiski reflected as zoomorphic wonderful. 


The loneliness of a chronofagomenou man who seeks his old form, filling the technical man transparency a universal sundial.

 
His structures Eloizou Themistocles is carved encounters nature and industrial "boorish" -the man who is turned into a nostalgic solar center. People sundials understand time like shadows as the sun nears its panoptic both recedes.
 

Magda Hristopoulou exudes the image movement of goods, information networks, perpetual motion radical nomadism work and stubborn operator blinded to proactive regulator of justice. The counterpoint to the sound of birds in her video pinpoints that within the walls of capitalism is the biopolitical power of the crowd that does not consume but works to produce excess capacity for restructuring and redistribution, which does not allow the capitalist relationship because hitherto excess to absorb the system.

 

If the productive crowd, in its flow encounter the excess standing like a rock in the river flow, then the crowd must stop producing surplus, but only the necessary quantity to sustain the flow and life. This simple relationship in production along with capital, motivated as relations between people and that the report failed to show one and worked the most embellished picture of the individuality of the artists and the presentation of a report is simply a report flow the truth is at least without excess.

 

The variant shift capability did not work in the exhibition. (In 2006 the Japanese philosopher Kojin Karatani explains that according to the usual definition of the word “parallax” the phenomenal displacement of an object is implied, the change of position in relation to the background and is caused by a change of position observer, which gives a new incident view. Moreover, the word associated with observations of celestial bodies so we have a geocentric “parallaxis”. Thus, an object inherently can include other versions of manifesting of interactive conditions where we believe it belongs). In the case of the works of art, subject and object of the project, as seen in a separate special way to reveal the forebodings of the project can function in a variant way, contributing to the “parallaxing gap” as Zizek is calling it. As a matter of fact, as  the subject by changing the viewing angle , this distinct feeling that lend the aura of art , changing the subject - artwork with that variant gap inherently has artwork , namely his material existence , bear the imprint different and mutually exclusive viewpoint (“off-views”, respectively the view from a location / π-οψις, έως, , θέα κ τινός τόπου ). When we accomplish the identification of the variant divide an object our interest , this gap between different respects of opens a space for a third, a possible object . This result we intentionally lost the exhibition " Thessaloniki deserted town," in order not to make that to the extent required by the visual survey, a dialectical synthesis of opposites, which organized more dialectic of similars with several paradoxes such as works entry barriers , but abolished and this little parallax, with entrance doors wide open during at least the first presentation.


The exhibition largely reflects a competitive field of artistic co-existence (every artist in a separate wall) without spelling errors (interactive spaces with the architectural sense) for the old-fashioned way (horizontal and vertical quote works) prescriptions.





















                                                  Φωτογραφικά στιγμιότυπα
































                                








































































































































Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου