Τετάρτη 19 Ιουνίου 2013

«Κάποτε τα έργα μου ήταν πιο ακριβά από του Λύτρα!»



Συνέντευξη στη ΛΗΤΩ ΜΗΣΙΑΚΟΥΛΗ

Ο καλλίγραμμος άντρας τυλιγμένος με μια κόκκινη πετσέτα είναι αντικείμενο συζήτησης στις αίθουσες του Ιδρύματος Θεοχαράκη. Πρόκειται για ένα από τα αριστουργήματα του Μιχάλη Μακρουλάκη που πρωταγωνιστούν στην αναδρομική του έκθεση σε μια ιδέα και επιμέλεια του Τάκη Μαυρωτά.
Η «Α» με αφορμή την έκθεση συνάντησε στο κέντρο της Αθήνας τον γνωστό ζωγράφο Μιχάλη Μακρουλάκη ο οποίος της παραχώρησε μια συνέντευξη κατάθεση ψυχής… Ο ίδιος παραδέχεται πως η διαδικασία ανεύρεσης των έργων ήταν πολύ κουραστική. Αν και οι περισσότεροι συλλέκτες θέλουν να κρατήσουν την ανωνυμία τους, ξεχωρίζουν έργα από την Πινακοθήκη Κουβουτσάκη, τη Συλλογλή Κοπελούζου, και τη Συλλογή Καπόπουλου.
Το ίδρυμα Θεοχαράκη αναφέρει για τη δουλειά του Μιχάλη Μακρουλάκη:
«Πρόκειται για έναν από τους λίγους Ευρωπαίους ζωγράφους που κατέχει σε βάθος τα μυστικά της μινιατούρας και παραμένει ο σθεναρός διεκδικητής της οπτικής φιλοκαλίας, της σταθερής ουσίας των πραγμάτων και της διαυγούς διατύπωσης. Το κάλλος για τον ίδιο ορίζεται από τις απαράβατες έννοιες της τελειότητας, της αρμονίας και της καθαρότητας. Όπως εύστοχα γράφει ο Άγγελος Δεληβορριάς, ένα ζωγραφισμένο ματσάκι του από παπαρούνες είναι «Σαν να μετουσιώνει ό,τι απορροφά η όραση σε εμπειρία αφής. Η καθαρότητα της ζωγραφικής του έκφρασης σφραγίζει τη γνώριμη δουλειά ενός αισθησιακού οραματικού κόσμου. Πολύτιμα έργα μικρών και μεγάλων διαστάσεων από το 1960 έως και σήμερα, άλλα δουλεμένα στην Αθήνα και τη Σύρο και άλλα στην Τεχεράνη, φανερώνουν την αμετακίνητη θέση του απέναντι στη γαλήνια ενατένιση του έρωτα και της ζωής».

Κύριε Μακρουλάκη, πώς ήταν το κλίμα των εγκαινίων;
Δεν είχα καθόλου καλή διάθεση!
Γιατί;
Είχα στρες και αισθανόμουν δυστυχέστατος. Εν τω μεταξύ σκεφτόμουν καλά: αυτά είναι όλα που έχω κάνει; Ένιωσα έτσι μια απογοήτευση
Είστε μάλλον αυστηρός πολύ με τον εαυτό σας. Ο κόσμος τι σας έλεγε;
Ο κόσμος ήταν ευχαριστημένος όπως και ο Τάκης (σ.σ. Τάκης Μαυρωτάς, επιμελητής έκθεσης). Οπότε αν ο Τάκης είναι ευχαριστημένος τότε όλα πάνε καλά. Ξέρετε, δεν είχα ποτέ φιλοδοξίες να προβάλω ούτε τη δουλειά μου, ούτε το όνομά μου. Η ζωγραφική για εμένα είναι προσωπικό θέμα. Είναι η ασφάλειά μου. Η ψυχολογική ασφάλειά μου.
Δουλεύετε ασταμάτητα;
Ναι. Όχι βέβαια με τον ρυθμό που μπορούσα παλαιότερη. Μεγαλώνουμε…
Δουλεύετε και με αναθέσεις;
Εφόσον είναι κάτι σχετικό με τη δουλειά μου, ναι φυσικά.
Έχετε παρευρεθεί ποτέ σε δημοπρασία;
Δεν μου αρέσει καθόλου να το κάνω. Με τον Βαγγέλη Κοτόπουλο μας συνδέει και μια φιλία, οπότε πήγαινα, αλλά του έλεγα «όσο είμαι εδώ δεν θα βγάλεις έργο μου». Ε, μετά σταμάτησα. Ούτε άλλων φίλων ζωγράφων μπορούσα να δω πώς πηγαίνανε γιατί αν δεν πήγαιναν καλά στενοχωριόμουν πολύ.
Πολλά έργα σας διακινούνται στη δευτερογενή αγορά. Ποια είναι η άποψή σας για τις δημοπρασίες;
Δεν είμαι εναντίον, απλώς δεν μπορώ να παρευρίσκομαι. Έτσι κι αλλιώς πρόκειται για μια άλλη αγορά που πολλές φορές έχει να κάνει με τη συλλεκτική ή επενδυτική μανία. Κοιτάξτε, το έργο τέχνης έχει δύο όψεις. Από τη στιγμή που ένα έργο βγαίνει στην αγορά είναι ένα άλλο πράγμα· έχει χρηματιστηριακή αξία. Ανεβαίνει, καταβαίνει, άλλες φορές γίνεται ντεμοντέ ο καλλιτέχνης. Τώρα η αγορά, ας πούμε, έχει πέσει στο 50%!
Εσείς έχετε ρίξει τις τιμές σας;
Έχω μια πολύ καλή φίλη εφοπλιστικών ενδιαφερόντων και με συμβούλεψε να ρίξω τις τιμές μου στο 50%. Έτσουξε, αλλά το έκανα. Και κάποιοι που λένε πως χάσανε τα λεφτά τους από την Τέχνη επειδή είχαν αγοράσει υψηλότερα, δεν ισχύει. Αν είχαν αγοράσει μετοχές σε μια τράπεζα τι θα είχαν τώρα; Και μου έλεγε αυτή η φίλη μου ότι είχε αγοράσει μετοχές Πειραιώς με 10,40 ευρώ τη μία και τώρα έχουν πάει 0,31!
Θεωρώ, πάντως, ότι υπάρχουν αρκετοί που δεν έχουν πληγεί από την κρίση. Είναι θέμα ψυχολογικής διάθεσης.
- Οι έμποροι πώς σας «ενοχλούν»; Σας επισκέπτονται συχνά;
Αναλόγως. Με τον Καπόπουλο έχω συχνή επαφή. Με τον Βέργο, για παράδειγμα, δεν έχω καθόλου σχέσεις από το 2000 που τον γνώρισα.
- Ποια είναι άποψή σας για τον τρόπο που λειτουργούν οι ελληνικές γκαλερί σήμερα;
Από το ’66 και μετά, διότι από το ’63 έως το ’66 ήμουν αφοσιωμένος στη σκηνογραφία, συνεργάστηκα με τη Μαριλένα Λιακοπούλου. Ο πατέρας της Μαριλένας είχε δει έργα μου και του άρεσαν. Με έστειλε στη Μαριλένα, το καλοκαίρι του ’67 αν δεν κάνω λάθος, και της πήγα δύο έργα. Θυμάμαι ακόμα τον τρόπο με τον οποίο κούνησε το χέρι της λέγοντάς μου με το μοναδικό αυτό στυλ που έχει, σχεδόν μετά βδελυγμίας: «Καλά, αφήστε τα». Ήταν καινούρια γκαλερίστα και ήταν από τα πρώτα έργα που είχε πάρει για ντεπό. Πέρασε μία εβδομάδα, και με πήρε τηλέφωνο. «Κύριε Μακρουλάκη, έχετε τίποτα άλλο; Γιατί τα πουλήσαμε!» Αυτό το ’67 ήταν μεγάλη υπόθεση. Έτσι της έστειλα κι άλλα τα οποία πουλήθηκαν επίσης γρήγορα.
- Σε τι τιμές κυμαίνονταν εκείνη την εποχή τα έργα σας, θυμάστε;
Θυμάμαι, το 1969 είχα κάνει την πρώτη μου ατομική έκθεση στο Hilton (τότε η Αίθουσα Τέχνης Αθηνών ήταν στο Χίλτον). Το μεγαλύτερο σε διάσταση έργο μου τότε, ένα τοπίο της Λήμνου, περίπου 1 μέτρο, είχε 15.000 δραχμές. Τα υπόλοιπα κυμαίνονται μεταξύ 3.000 και 5.000 δραχμών. Δεν ήταν και λίγο αν σκεφτεί κανείς ότι ο μισθός στις τράπεζες ήταν 1.500 δραχμές! Και ήμουν πρωτοεμφανιζόμενος ζωγράφος τη δεκαετία του ’60. Θυμάμαι ότι από τότε που άρχισα να δουλεύω με τη Μαριλένα ζούσα μόνο από τη ζωγραφική. Και πρέπει να έβγαζα γύρω στις 5.000 δραχμές τον μήνα. Όλα τα έργα μου πουλιόντουσαν!
Και ήταν μάλιστα η εποχή που θα την έδιωχναν από το Χίλτον γιατί είχε μια έκθεση που έδειχνε κάποιον να αφοδεύει. Τότε είχαμε χούντα ακόμα, όποτε δεν «πέρασε» κάτι τέτοιο ως τέχνη. Εκείνη την εποχή δεν υπήρχε τιμή στα έργα. Αυτός που έβαλε τιμές στους παλιούς ζωγράφους, δηλαδή Μαλέα, Λύτρα, Παρθένη κ.λ.π. ήταν ο Σταύρος Μιχαλαριάς. Μέχρι τότε μπορεί έργο δικό μου να είχε περισσότερα λεφτά από ένα έργο του Λύτρα! Δεν τους ξέρανε καν!
Για ποια εποχή μιλάτε ακριβώς
Για το ’80, ’85. Μετά τη δεκαετία του ’90 ήταν η Ελισάβετ Λύρα που ανέλαβε.
Πώς τα βλέπετε τα πράγματα στον εικαστικό χώρο σήμερα;
Χάλια… Πώς να τα βλέπω; Από την άλλη, βλέπω ταλαντούχα παιδιά που ξέρουν να ζωγραφίζουν αλλά δεν κάνουν καινούργια πράγματα. Σαν να θέλουν να κάνουν άσχημη ζωγραφική. Τη μισή ευθύνη βέβαια την έχουν οι δάσκαλοι. Και παράδειγμα ήταν η Art Athina. Ήταν εφιαλτική!
Δηλαδή;
Καταρχήν, είχε τρομερή ζέστη! Ήταν σαν χαμάμ! Και δεν μπόρεσα να δω κάποια καλά έργα, όπως του Ρόρρη που είχε η Μαρία Δημητριάδη από τη Μέδουσα. Πέρασα αλλά δεν έβλεπα από την ταλαιπωρία! Ούτε τα δικά μου, να φανταστείτε, δεν μπόρεσα να δω που υποτίθεται πως ήταν και σε προνομιακό περίπτερο. Είδα βέβαια αυτές τις περφόρμανς. Όλα αυτά είναι παιδιάστικα πράγματα!
Τι είναι αυτό που δεν είδατε στην Art Athina και περιμένατε να δείτε;
Περισσότερο ζωγραφική! Αφού κάποια στιγμή μου ’ρχόταν να φωνάξω: Λίγη ζωγραφική, ρε παιδιάάάάά!
Ξεχωρίσατε κάποια νέα ταλέντα;
Όχι, δεν μπόρεσα να ξεχωρίσω. Μα, είναι και σαν λαϊκή αγορά…
Είναι ένα εμπορικό ραντεβού…
Ναι, αλλά όπου τα ωραία έργα φαίνονται άσχημα. Μόνο ο Takis ήταν στο στοιχείο του, νομίζω… Ήμουν τόσο κακόκεφος· σηκώθηκα κι έφυγα. Γύρισα σπίτι μου και ήθελα να κόψω τις φλέβες μου! Πήρα ένα lexotanil και ηρέμησα… Παρόλο που είμαι εναντίον αυτών των ουσιών. Αν και νέος πέρασα από πολλές ουσίες…
Ήσασταν άγριο νιάτο;
Νιάτο ακριβώς όχι, αλλά από τα τριάντα μου και μετά όταν πήγα στην Περσία αγρίεψα πάρα πολύ. (γελάει...)
Δηλαδή, τι αταξίες κάνατε;
Έκανα πολλά… Μετά, όμως, ηρέμησα.
Ήταν η γοητεία της εμπειρίας που σας ωθούσε;
Όχι, ήταν η εποχή. Δηλαδή η τρελή εποχή του sex and drugs (γέλια)! Τα ξέφρενα ’60s με τη σεξουαλική απελευθέρωση, τους χίπις, και μετά το ’70 που ήταν καθαρά sex and drugs! Ε, μετά τη δεκαετία του ’80 συμμαζεύτηκα. Τώρα πια στην ηλικία μου δεν μπορώ να κάνω και πολλά πράγματα. (ξεσπά σε γέλια...)
Καπνίζετε;
Το κάπνισμα το έκοψα στις 5 Αυγούστου του 1989, αλλά όλη μου τη ζωή κάπνιζα. Και όχι μόνο νικοτίνη…
Τι σας γοήτευε με τις ουσίες λοιπόν; Ότι ξεφεύγατε;
Ναι, όλες οι ουσίες, φυτικές, οργανικές και χημικές, έχουν τις επιπτώσεις τους. Στην αρχή όλα είναι πάρα πολύ ωραία. Η μακροχρόνια χρήση είναι που αρχίζει να προκαλεί θέματα. Ευτυχώς εγώ δεν είχα ποτέ πρόβλημα απεξάρτησης. Όταν ήθελα να κόψω κάτι το έκοβα. Και το πιο δύσκολο να κόψω ήταν η νικοτίνη. Χάρη σε έναν φίλο μου γιατρό που με τρόμαξε για τα καλά κι έπιασε το κόλπο. Αλλά ακόμα αν κάποιος δίπλα μου ανάψει τσιγάρο και πάρει την πρώτη ρουφηξιά μπορεί να ανατριχιάσω…
Ερωτευτήκατε έντονα στη ζωή σας;
Ναι. Και άσχημα μάλιστα, διότι υπήρξε και θάνατος. Και αυτό μου στοίχησε πάρα πολύ. Θυμάμαι ήμουν 40 χρόνων όταν συνέβη το περιστατικό, και την επόμενη χρονιά δεν τη θυμόμουν καθόλου. Ο πόνος δεν φεύγει ποτέ, απλώς ο άνθρωπος ζυμώνεται και μαθαίνει να ζει με αυτόν.
Ο έρωτας κρατάει;
Πολύ δύσκολα. Υπάρχουν εξαιρέσεις. Βλέπω κάποια ζευγάρια που το έχουν καταφέρει να το διατηρήσουν και τους χαίρομαι πάρα πολύ, αλλά είναι πολύ σπάνιο. Πρέπει να βρεις το έτερόν σου ήμισυ. Προσωπικά δεν μπορώ να φανταστώ τον εαυτό μου για πολλά χρόνια με το ίδιο πρόσωπο.
Βαριέστε εύκολα;
Όχι, αλλά ούτε και δύσκολα!
Ο Μιχάλης Μακρουλάκης υπήρξε βοηθός του Γιάννη Τσαρούχη, δούλεψε κοντά του από τα 19 του χρόνια. Ήταν φίλος της μητέρας του.
«Η μάνα μου ήταν συμμαθήτρια με την αδελφή του Γιάννη και ήταν πάρα πολύ καλές φίλες. Για ’μένα, λοιπόν, ήταν κάτι σαν θείος» αποκαλύπτει στην «Α».
Τι άνθρωπος ήταν ο Γιάννης Τσαρούχης;
Πολύ δύσκολος. Και πάρα πολύ οξύθυμος. Θυμάμαι, εγώ δούλευα και εκείνος γυρνούσε και μου έλεγε: «Πάρε χαρτί και μολύβι και γράφε! Γράψανε σε αυτή την εφημερίδα έτσι κι έτσι κι έτσι», και μου υπαγόρευε και έγραφα επιστολή στην τάδε εφημερίδα. Για παράδειγμα, γιατί ο Χουρμούζιος ο διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου είχε αυτή την άποψη για το αρχαίο δράμα… Είχε πάρα πολύ δυνατό ταμπεραμέντο. Από εκείνον, πάντως, έμαθα το ήθος και την παρατήρηση. «Πρέπει να βλέπεις καλά αυτό που ζωγραφίζεις», έλεγε.
- Είδατε πόσο ψηλά πήγε ο Ντομινίκ, στη δημοπρασία που έγινε στο Λονδίνο;
Το έμαθα, ναι, αν και εμένα ομολογώ ότι δεν είναι αυτή η εποχή που μου αρέσει από τη δουλειά του Τσαρούχη. Οι εποχές που έσκιζε ήταν από το ’40, ’45 έως και το ’60. Και τα καλύτερα έργα ήταν εκείνα που έκανε για τον Ιόλα, τα τέσσερα χρόνια που δούλευε για αυτόν και έπαιρνε μισθό 3.000 δραχμές τον μήνα.

- Έχει πέσει στην αντίληψή σας να κυκλοφορεί κάποιο δικό σας πλαστό έργο;
Πίστευα πως δεν θα αντιμετώπιζα τέτοιο θέμα καθώς θεωρώ ότι είναι πολύ δύσκολο να αντιγράψει κανείς τη ζωγραφική μου. Όμως μου φέρανε πλαστά έργα δικά μου. Πριν από δυο-τρία χρόνια. Μάλιστα, ένα ήταν τόσο καλοφτιαγμένο που σκέφτηκα να προσλάβω τον δημιουργό για βοηθό μου, αλλά αμέσως συνειδητοποίησα ότι έτσι ήταν που θα γέμιζε όλη η αγορά με πλαστά δικά μου!

- Από εμπόρους το πληροφορηθήκατε;
Ναι, μια φορά ας πούμε με πήρε τηλέφωνο η Κάλλια Αϊδίνη από την γκαλερί της Έρσης και μου λέει: «Μιχάλη μου φέραν ένα έργο σου. Μου φαίνεται σαν βαμβακερό το υλικό…» Μου το έστειλε και όντως δεν ήταν δικό μου. Τελικά ήταν ζωγραφισμένο σε χαρτόνι. Ήταν ένα πολύ καλό αντίγραφο μιας μεταξοτυπίας μου.

- Σας ενοχλεί που είναι απροστάτευτη η ελληνική τέχνη;
Κοιτάξτε, εμένα με ενοχλεί που κυκλοφορούν έργα του Γιάννη Τσαρούχη τα οποία τα βλέπω και από φωτογραφία και με γυμνό μάτι και δεν είναι δικά του. Μπορώ να αναγνωρίσω πιο εύκολα πλαστό έργο του Γιάννη Τσαρούχη παρά δικό μου.
- Επικοινωνείτε με το Ίδρυμα Τσαρούχη;
Η Νίκη (σ.σ. Νίκη Τσαρούχη-Γρυπάρη, διευθύντρια του Ιδρύματος Τσαρούχη) έχει τις αμφιβολίες της. Την αγαπάω πάρα πολύ αλλά δεν τολμά να έχει γνώμη. Υπήρχε ένα έργο στην τελευταία δημοπρασία στο Λονδίνο όπου πουλήθηκε και ο Ντομινίκ που ήταν ένας ποδοσφαιριστής του Ολυμπιακού. Το σώμα δεν ήταν Τσαρούχης. Το πρόσωπο ίσως. Το σώμα αποκλείεται. Ήταν έργο του ’53 που τότε η γραμμή του Τσαρούχη είχε τέτοιο νεύρο που έσκιζε! Επομένως στον πίνακα που δημοπρατήθηκε εκτός από κακή ζωγραφική ήταν ένα πλαδαρό πράγμα. Επιπλέον ήταν και οι αναλογίες λάθος. Ο Τσαρούχης τους έκανε πάντα κοντοπόδαρους με μεγάλο κορμό. Αυτός ο ποδοσφαιριστής είχε τεράστια πόδια, και το κεφάλι του έμοιαζε κολλημένο απάνω. Εμένα, λοιπόν, μου δίνει την εντύπωση πως κάποιος πήρε ένα μισοτελειωμένο έργο του Τσαρούχη και το συμπλήρωσε.
- Μιλήσατε με την κ. Γρυπάρη για αυτό;
Ναι, της το είπα της Νίκης και μου είπε ότι ο ιδιοκτήτης του είναι γνωστός και έχει κι άλλα έργα του Τσαρούχη. Εγώ τότε της λέω: Νίκη, το είχε δει αυτό ο Γιάννης; Το είχε αναγνωρίσει; Όχι μου λέει. Τι να σας πω… ας αφήσουμε και ένα ποσοστό κι ας πούμε ότι 95% αυτό το έργο δεν είναι του Τσαρούχη. Πάντως, δεν έχω δει πιο άσχημο έργο από αυτό του Τσαρούχη. Από το ’80 κι έπειτα που ο Γιάννης άρχισε να αρρωσταίνει δεν ζωγράφιζε καλά και έβαζε άλλους να τελειοποιούν τα έργα του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου