Ζωή είναι η μήτρα του θανάτου!
Η καλομάνα πάνω στο στρώμα με την γεύση του Θεού στο στόμα. Ο ιστός της zωής τρεμόπαιζε να σπάσει και η ψυχή της κελαρυστό ποτάμι γοργο-διάβαινε στην πεδιάδα της άλλης όχθης. «Πολύτιμος ο Θάνατος του δικαίου» κι όμως δεν το άντεχα. Ήθελα να φωνάξω, να κτυπηθώ, να σκίσω τα τζιγέρια μου εμπρός στην θέα της ύστατης της ώρας. Μα εκείνη με συγκράτησε. Σιγανή μαλακιά η φωνή της.
«Μην κάνεις έτσι δα και μην αγωνιάς, κόρη γλυκιά. ‘Οταν γεννήθηκα ήρτα στο άγνωστο και γιάδε τι όμορφα που ήταν! Τώρα που φεύγω πηγαίνω πάλι στο άγνωστο κι εκεί θα είναι ωραία.» Έκλεισε τα μάτια της κι όταν μετά απ’ ώρα τ΄άνοιξε με φωνή απόκοσμη ακούστηκε.«Είναι αργά. Παρακάλιε να παραδώσω την ζωή χωρίς μάχη κι αγώνα κι εσύ, που νάχεις την ευχή μου , σύρε βαριές κουρτίνες στα κουρασμένα μάτια μου. Κι έτσι στα φωτεινά του μέσα μου ν’ αφεθώ στο ξωτικό ταξίδι.»Βγήκα τρέχοντας από το δώμα μας κι έπεσα επάνω στον Θεόφιλο. Με πήρε από το χέρι σαν να ήμουνα ακόμα το μικρό παιδί.«Έχε εμπιστοσύνη ατην ροή του Σύμπαντος. Αυτός που την έφερε εδώ αυτός την παίρνει πίσω.» Η ματιά του μου ψιθύρισε ακόμα μια φορά ενώ με παρέσερνε στην αγαπημένη γλάστρα της Καλομάνας."Κοίτα αυτή την δροσοσταλίδα στο πράσσινο φυλλαράκι". H μικρή σταγόνα κρυστάλλινη έλαμπε. «Μόλις ο ηλιος την ζωντανέψει θα εξατμισθεί, αλλά δεν θα χαθεί. Τίποτα δεν χάνεται.» Τα μάτια του είχαν μια ξεχωριστή λάμψη και γαλήνη.
‘Εφυγα τρέχοντας προς το μονοπάτι που πήγαινε στην άγρια μεριά της θάλασσας. Στην ακροθαλασσιά έσκουζα ώρα πολλή τον πόνο της απώλειας.
Ζωή είναι μια λαμπρή σύντομη τελετή θείας δημιουργίας!"
«Ζωή είναι μια λαμπρή σύντομη τελετή.
Στολίσου τα καλά σου κι εκτέλεσε την κάθε λεπτομέρεια π’ αξίζει. . Η φωνή του επίσημος ψαλμός. Ανατρίχιασα στην μέγιστη σημασία μα αντιτάχθηκα.
«Ζωή είναι το ανασκάλεμα οδύνης βαθιάς γνώσης.» έτσι αντιμήλησα από θυμό και θλίψη.
Μες στην απόλυτη ησυχία ένα κυμματάκι ανασκάλεψε την ψυχή τής θάλασσας, φούσκωσε χωρίς καν να φυσά αγγέρι, διπλώθηκε δυο-τρεις φορές κι ένας αφρός, λευκός, έσπασε από τα μέσα του, χύθηκε στα πόδια μου. Το κοίταγα με πόνο καθώς διαλυόταν στην άμμο, στα χαλίκια κι είχα ακόμα το θυμό τεράστιας λύπης. Έστρεψα το κεφάλι προς τον ουρανό να δω το γιαλοπούλι που έκραζε στα ψηλά. Μεσούρανα μετέωρο, με τα φτερά ανοιγμένα ακίνητο σαλπάριζε κατά που ο άνεμος ωθούσε. Με σιγουριά αφησμένο στο κάλεσμα της φύσης, το γιαλοπούλι γιόρταζε.
Απόσπασμα από το μυθιστόρημα
Δέσποινα Λαλά Κριστ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου