Η τέχνη είναι μια πράξη ή το προϊόν αυτής, ένα αντικείμενο δηλαδή, που σκοπό έχει να αναδείξει ένα κομμάτι σοφίας. Ένα μεγάλο μέρος του ενδιαφέροντος που δείχνουμε βέβαια για την τέχνη έχει να κάνει καθαρά με τη διαδικασία, την τεχνική και τον τεχνίτη.
Γιατί είναι τόσο σημαντικό; Επειδή έτσι μαθαίνουμε, ανακαλύπτουμε ένα νέο κόσμο, μια διαφορετική πορεία κι αυτό ξυπνάει το μυαλό και το πνεύμα. Η ευχαρίστηση στο αντίκρισμα ενός πίνακα ζωγραφικής ή το άκουσμα μιας μελωδίας είναι ίσως το πιο ανεπεξέργαστο και αυθόρμητο κομμάτι της αντίδρασης, που έχουμε απέναντι σε αυτά τα ερεθίσματα. Μετά την έκπληξη όμως και το θαυμασμό ακολουθεί συχνά μια απορία. «Μα πώς το έφτιαξε αυτό;». Οι ηττοπαθείς θα μπουν σε ένα κυκεώνα κατηγοριών προς τον εαυτό τους για την αναμφίβολα πλήρη ανικανότητά τους να κάνουν κάτι καλό. Ίσως δεν έχουμε όλοι την ίδια ευχέρεια για να απεικονίζουμε ρεαλιστικά ένα πορτρέτο ή την ικανότητα συντονισμού του σώματος για να κάνουμε άψογες χορευτικές κινήσεις, η προσπάθεια όμως να εξελίξουμε αυτές τις δεξιότητες ή αδεξιότητες με βάση την προσωπική μας κλίμακα μέτρου, αποτελεί μια υγιή άσκηση για το μυαλό, ενώ ξεδιπλώνει κάθε φορά καλύτερη γνώση του σώματος και του μυαλού μας.
Μπορούμε βέβαια να αφήσουμε το κομμάτι της δημιουργίας στην άκρη, βγάζοντας τον εαυτό μας απ’ αυτό το ρόλο. Σε κάθε περίπτωση μπορούμε να είμαστε απλά οι θεατές. Η παρακολούθηση μιας καλλιτεχνικής πράξης λειτουργεί σαν μια εμπειρία, η οποία θα μας βοηθήσει να δημιουργήσουμε νέες εγκεφαλικές συνάψεις και συνδέσεις, ακόμη κι αν δε το καταλαβαίνουμε εκείνη τη στιγμή. Ο τρόπος που συντίθεται η πράξη, το έργο τέχνης, αποτελεί μέρος της τέχνης, επειδή ακριβώς κάνει ορατό ένα μέρος γνώσης και εμπειρίας. Η σοφία είναι μια καλά επεξεργασμένη και εμπεριστατωμένη σκέψη γύρω από ένα θέμα της ζωής. Είναι εξίσου σημαντικό να γίνεται προσιτή η ροή και η σειρά των βημάτων που ακολουθεί ο δημιουργός. Παρακολουθώντας άλλωστε αυτόν που ποιεί, ταυτιζόμαστε, νιώθουμε σα να πράττουμε κι εμείς το ίδιο και έτσι μαθαίνουμε, μιμητικά. Αυτά χάρη στους καθρεπτικούς νευρώνες, που είναι υπεύθυνοι για τη διαδικασία αυτή. Η εκτόνωση που βιώνουμε όταν είμαστε θεατές, ακροατές ή αναγνώστες έγκειται πάλι σε αυτή τη λειτουργία. Αν ακούσουμε ένα κομμάτι με πολύ ψιλές νότες μπορεί ασυναίσθητα να ζορίσουμε το λαιμό μας και να νιώσουμε μετά τη σχετική χαλάρωση, αφήνοντας να εννοηθεί ότι απλά μας εκφράζει αυτό που ακούσαμε.
Όσο πιο ανεπεξέργαστο και απλοϊκό είναι ένα έργο, τόσο λιγότερο κρυμμένα είναι τα μυστικά της υλοποίησής του. «Αυτό μπορώ να το κάνω κι εγώ» ή «εγώ το κάνω και καλύτερα» ακούμε συχνά όταν πρόκειται για έναν ένα πίνακα αφηρημένης τέχνης. Το θέμα είναι πως το ανεπεξέργαστο μπορεί να μας χαρίσει απλόχερα τη δίοδο για μια διαδρομή, ενός θνητού δημιουργού και ανα-πλάστη λέξεων, ύλης και κινήσεων, σε έναν κόσμο που δε διαφέρει ως προς τα πρωταρχικά του δεδομένα για κανένα μας, αλλά παίρνει αμέτρητες διαμορφώσεις στη ζωή του καθενός. Η τέχνη γίνεται γέφυρα για να γνωρίσουμε και να συναντηθούμε με τους συνδημιουργούς, τον εαυτό μας και τον κοινό ή μη, υλικό και ιδεαλιστικό κόσμο που μας περιβάλει.
Μ.Τασούλα
αναδημοσίευση από ηχώ φλώρινας, 12-10-16
http://maria-tasoula.blogspot.gr/2016/10/blog-post.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου