του Γιώργου Κεβρεκίδη
Σκαριφηματική αποτύπωση διαφόρων τύπων (ελληνικών) εικονοστασίων
"...Ένα πολύ γνώριμο στοιχείο της Ελληνικής επαρχιακής οδοποιίας. Ένα σημάδι
που οι Έλληνες οδηγοί έχουν μάθει να το προσέχουν πολύ καλά, όχι τόσο
πολύ για την θρησκευτική του σημασία, αλλά γιατί συνδυάζεται με τον άμεσο
κίνδυνο στον δρόμο."
"Googl-άροντας" κανείς στη μηχανή αναζήτησης τις λέξεις ΕΙΚΟΝΟΣΤΑΣΙΑ
& ΤΕΧΝΗ, "πέφτει" πάνω στον παρακάτω ορισμό:
«Είναι από τις πιο
χαρακτηριστικές κατασκευές στην Ελληνική ύπαιθρο αλλά και στις πόλεις. Τα
χιλιάδες εικονοστάσια στους Ελληνικούς δρόμους εντάσσονται απόλυτα στο φυσικό
περιβάλλον όσο ελάχιστες άλλες ανθρώπινες κατασκευές. Η απίστευτη ποικιλία τους
προσθέτει ένα μοναδικό στοιχείο, που, πέρα από τον εξοικειωμένο με την ύπαρξή
τους Έλληνα, εντυπωσιάζει κυρίως τον ξένο περιηγητή και συνδέεται αναπόσπαστα
στη μνήμη του με τις μοναδικές εικόνες της ελληνικής φύσης.»
Αυτόν
ακριβώς τον ορισμό έψαχνα κι εγώ για τη νέα εικαστική μου έρευνα. Μια
κατασκευή – καθαρά ελληνικής "αρχιτεκτονικής" ευρηματικότητας – που "παλεύει" να ενταχθεί στο φυσικό
περιβάλλον συν τω χρόνω, θα λεγα, μ’ έναν τρόπο διαδραστικό-ντετερμινιστικό.
Η
μορφολογία της ποικίλει ανάλογα με την κοινωνική, καλλιτεχνική, οικονομική κ.α. "προδιάθεση" των
ανθρώπων που αναλαμβάνουν να τοποθετήσουν - εις μνήμην του αποθανόντα – ή και
διασωθέντα - συγγενούς - έναν μόνιμο «αναθηματικό οίκο», στο ίδιο σημείο
πρόκλησης του ατυχήματος, που μπορεί και να επέφερε το μοιραίο «τέλος».
Πλέον,
εντυπωσιάζει ο τρόπος που επιλέγουν να παρέμβουν στο φυσικό ή δομημένο
περιβάλλον, μιας κι οι περισσότερες κατασκευές αφορούν σε:
«…κακόγουστα κτίσματα (όλα
παράνομα) που φαντάζουν παράταιρα και σου θυμίζουν κυρίως την αδιαφορία και την
ανικανότητα των ελληνικών αρχών να προστατέψουν τους πολίτες τους….»
(Διαδικτυακή πηγή:
http://www.ough.gr/index.php?mod=articles&op=view&id=395)
Στο εν
λόγω άρθρο επισημαίνεται, επίσης, μεταξύ άλλων ο σταδιακός μετασχηματισμός ενός
θρησκευτικού λατρευτικού συμβόλου σε ένα σημείο μνήμης και μαρτυρίας του
ανθρώπινου πόνου. Χαρακτηριστικά το άρθρο αναφέρει:
“…Τα εικονοστάσια από τη
δεκαετία του 70 άλλαξαν εντελώς, όχι μόνο σαν εικόνα, αλλά και σε αυτό που
πλέον συμβολίζουν: τα περισσότερα είναι σημεία μνήμης και μαρτυρίες ανθρώπινου
πόνου. Τα φτιάχνουν οι συγγενείς των ανθρώπων που έχασαν τη ζωή τους στο
συγκεκριμένο σημείο για να τιμήσουν τη μνήμη των δικών τους, ή όσοι επέζησαν
από κάποιο ατύχημα, ως ευχαριστήρια για τη σωτηρία τους….”
“…Τα εικονοστάσια στις
άκρες των επαρχιακών δρόμων που υπήρχαν στην περιοχή ήταν απλά τάματα των
πιστών σε κάποιο άγιο και ήταν γνωστά με το όνομα του εικονίσματος που
φιλοξενούσαν. Σημεία λατρείας. Τότε δεν υπήρχαν τόσα πολλά αυτοκίνητα και τα
εκκλησάκια ήταν κάτι σαν μικρά ξωκλήσια, ασπρισμένα, καθαρά και με το καντήλι
πάντα αναμμένο. Και δεν είχαν αρχίσει ακόμα να γεμίζουν την Εθνική Οδό. Επίσης,
ήταν πέτρινα, όμορφα και καθόλου παράταιρα ούτε με το τοπίο, ούτε με την
αισθητική…”
“…Αργότερα άρχισαν να
πληθαίνουν, να γεμίζουν οι στροφές της Εθνικής Οδού, σιγά-σιγά και το ίσιωμα, η
πρόοδος έφερε περισσότερα αυτοκίνητα, περισσότερα ατυχήματα και εκατόμβες νεκρών
που αν τους μετρήσεις από την δεκαετία του 70, σε πιάνει απελπισία. ….ολόκληρη
η ελληνική επικράτεια, από άκρη σε άκρη, γέμισε εικονοστάσια μικρά, μεγάλα,
πέτρινα, σιδερένια, όμορφα, άσχημα, έργα τέχνης και προκάτ φτηνοκατασκευές που
είναι τερατουργήματα….”
(Διαδικτυακή πηγή:
http://www.ough.gr/index.php?mod=articles&op=view&id=395)
Πολλά
τα συναισθήματα, οι ιδέες που γεννιούνται ενώ αντλώ πληροφορίες από το
διαδίκτυο αναφορικά μ’ ένα είδος λαϊκής τέχνης
που στην πορεία των χρόνων έχει μετατραπεί σ’ ένα αρχιτεκτονικό
πολυσχιδές, αποτέλεσμα ενός συνονθυλεύματος αισθητικών κ.α. καταβολών, που
καταφέρνει να επιβάλλει τελικά την στιβαρή, ογκυρή, «ιμπεριαλιστική» παρουσία
του στο φυσικό περιβάλλον, επικαλούμενο απλά την πρόωρα απολεσθείσα ανθρώπινη
ζωή.
Έχω
υπάρξει κι εγώ στο παρελθόν θύμα τροχαίου ατυχήματος, όταν σε ηλικία εννέα ετών
κι ενώ προσπάθησα να διασχίσω τον κεντρικό δρόμο που χωρίζει την ανωφέρεια από
την παραλιακή ζώνη της Νέας Αρτάκης, με χτύπησε διερχόμενο αυτοκίνητο. Η
εμπειρία της τρυφερής εκείνης ηλικίας είναι αποτυπωμένη αφενός πάνω στο σώμα
μου – φέρω ένα κρανιακό αυλάκωμα στ’ αριστερά του μετωπιαίου οστού, το οποίο καλύπτω
επιμελώς, μακραίνοντας ενίοτε την φράντζα -. Κι αφετέρου, στη μνήμη μου, ως μια
πρώτη εμπειρία συμφιλίωσης με την ιδέα του θανάτου.
Η επιδιωκόμενη προσέγγιση του θέματος, από πλευράς μου, έχει στόχο κατ' ουσίαν, ανθρωποκεντρικό. Και θα τοποθετεί τον
άνθρωπο ως μνήμη, όχι μέσα σε λατρευτικά “κιτς” shrine boxes
(εικονοστάσια), - ως άγιο ή αλλοτινό σταρ- , όμοια με τα μεξικάνικα anime theca (η θήκη της ψυχής) του αρχιτέκτονα Θόδωρου Μπρουσκομάτη,
σατιρίζοντας με αυτόν τον τρόπο τον εγκλωβισμό του σύγχρονου ανθρώπου σε μοιρολατρικές
δεισιδαιμονίες και φόβους…
Στόχος
μιας διαφορετικής προσέγγισης του θέματος των εικονοστασίων θα είναι η διερεύνηση του κατά πόσο μπορεί ο σύγχρονος
άνθρωπος, που διαρκώς “τεκτονίζει” ψάχνοντας να αποτυπώσει επί γης τη
σημαντικότητα της ύπαρξής του, να απεγκλωβιστεί από μια "στρουκτουραλιστική" (άλλως
κονστρουκτιβιστική) μανία να στεγάζει σε πολύεδρα πρισματικά σχήματα, τόσο την
εν ζωή όσο την μετά θάνατον «ευδαιμονία» του. Με απώτερο σκοπό μέσα στα
φορμαλιστικά αυτά κουτιά να αποθηκεύσει εν τέλει ολάκερο τον υλικό πολιτισμό
του.
Η τάση
του ανθρώπου να «αποθηκεύει» τη μεταθανάτια ψυχή του μαζί με τον υλικό πολιτισμό που έφερε εν ζωή, παραπέμπει
σε τακτικές που αναδύονται αυτόν τον καιρό στην πόλη της Αμφίπολης, που
αποτελεί το μεγαλύτερο και πιο εντυπωσιακό ταφικό μνημείο στην Ελλάδα,
αποκαλυπτόμενο βήμα-βήμα.
Παρατηρώ κάποιες ομοιότητες και ουσιαστικές διαφορές με τα σύγχρονα
αναθηματικά εικονοστάσια, μερικές εκ των οποίων παραθέτω ως κάτωθι:
1. Τα
μνημειώδη ταφικά μνημεία τύπου Αμφίπολης, οι πυραμίδες της Ελλάδας, της Αιγύπτου, της Κίνας και άλλων χωρών ανά τον
κόσμο είναι κλειστές συμπαγείς πολύεδρες κατασκευές χωρίς εμφανή ανοίγματα προς
τον επίγειο κόσμο, αλλά μόνο υπόγεια, διασφαλίζοντας μ’ αυτόν τον τρόπο την
προστασία της ψυχής του αποθανόντος από βέβηλες, επίγειες, ανθρώπινες βλέψεις.
Αντίθετα
τα «μινιατουρίστικα» εικονοστάσια φέρουν τζαμωτές όψεις πολλές φορές, ή
κατασκευάζονται κατά τα πρότυπα μιας «κανονικής» ελληνικής κατοικίας σε
μικροκλίμακα, με αντίστοιχη αναλογία ανοιγμάτων προς τοίχους πλήρωσης. Τα
αφιερωματικά αντικείμενα που συνοδεύουν πολλές φορές το νεκρό τοποθετούνται
σκόπιμα σε εμφανή σημεία, φανερώνοντας πέραν της ταυτότητας και συγγενείς με
τον ίδιο, προθανάτιες, ιδιότητες (π.χ. ηλικία, επάγγελμα, κ.α.).
2. Ενώ
τα περισσότερα ταφικά μνημεία του παρελθόντος ακολουθούν έναν συγκεκριμένο
φορμαλισμό, π.χ. κλιμακωτά πυραμοειδή σώματα με κωνικές απολήξεις, τα σύγχρονα
εικονοστάσια της ελληνικής επικράτειας δεν εντάσσονται σε κανένα τυπολογικό
κανόνα. Πλέον, παρά την αυθαίρετη δόμησή τους, δεν επιτρέπεται να κατεδαφιστούν
ή απομακρυνθούν από τα σημεία τοποθέτησής τους, ως άγραφος νόμος.
Παρατηρώ
εκ νέου τις φωτογραφίες που χω συλλέξει και σκέφτομαι την πιθανότητα να
μπορούσα να παρέμβω «δραστικά» στις εν λόγω κατασκευές. Και τι περνά απ’ το
μυαλό μου, σ’ αυτήν τη φάση έρευνας:
1. Ν’ «αδειάσω» αρχικά τα «κουτιά» από το
περιεχόμενό τους.
2. Εν
συνεχεία να παραθέσω και να ταξινομήσω το περιεχόμενο ανάλογα με το υλικό
κατασκευής (πλαστικό, ύφασμα, χαρτί, ξύλο, μέταλλο, κ.τ.λ.) και το ρυθμό της
φυσικής τους ανακύκλωσης.
3. Να καταγράψω
όλα τα υλικά που χω συλλέξει και να τα κατηγοριοποιήσω, ανάλογα με τη
χρηστικότητά τους (ποτήρι, καντήλι, θυμιατό, λούτρινα, φωτογραφίες, κ.τ.λ.).
4. Κι αφού
ολοκληρώσω την καταγραφή του περιεχομένου των κουτιών, να καταφύγω στο ίδιο το
κουτί και τον τρόπο κατασκευής του, επαναλαμβάνοντας την ίδια διαδικασία.
5. Να κατηγοριοποιήσω
τα «κουτιά» ανάλογα των μορφολογικών τους χαρακτηριστικών, του μεγέθους, των
υλικών κατασκευής, της τοπικής αρχιτεκτονικής.
6. Να περιγράψω
τις φθορές είτε αυτές έχουν προκληθεί φυσικά, είτε λόγω σύλησης από περαστικούς,
είτε λόγω περιβαλλοντικών συνθηκών (άνεμος, σεισμός, κ.τ.λ.)
7. Να
ομαδοποιήσω, τέλος, τα διαφορετικά εικονοστάσια ανάλογα με τα κοινά τους
μορφολογικά χαρακτηριστικά.
ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΙΘΑΝΩΝ ΣΤΟΧΩΝ ΕΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ
1. Ο
απώτερος (ανα)σχεδιασμός μοντέλων κατασκευής εικονοστασίων από υλικά
οικολογικά, φιλικά προς το περιβάλλον, που θα εναρμονίζονται προς αυτό χωρίς να
προκαλούν περιβαλλοντικές, κ.α., «δυσαρμονίες». Στο σχεδιασμό θα λαμβάνονται
υπόψη αφενός τυπολογικές ανάγκες, αφετέρου χαρακτηριστικά γνωρίσματα από το βίο
του αποθανόντα, τα οποία θα ενσωματώνονται τόσο μορφοπλαστικά όσο και τεχνοτροπικά,
στο κέλυφος του τελικού δομήματος. Με τον τρόπο αυτό, θα αποφεύγεται η σπατάληση του περιβάλλοντος χώρου από περίσσεια
μη ανακυκλώσιμα υλικά (π.χ. πλαστικά ομοιώματα λουλουδιών, λούτρινα, κ.τ.λ.),
ως «παρωχημένα» δείγματα λατρείας μνήμης.
Στον ως
άνω σχεδιασμό θα λαμβάνονται επίσης, τοπικά υλικά της εκάστοτε γεωγραφικής
θέσης (π.χ. πέτρα Καρύστου), όπως επίσης το εκάστοτε περιβαλλοντικό ανάγλυφο,
στον τόπο όπου προκλήθηκε το ατυχές γεγονός (π.χ. πυκνή βλάστηση, θάμνοι ή
υψίκορμα δέντρα κ.τ.λ.)
Αντίστοιχα,
σε περιοχές εντός της πόλης όπου σημειώνονται καθημερινά θανατηφόρα ατυχήματα,
θα λαμβάνεται υπόψη στον σχεδιασμό των εικονοστασίων η εναρμόνισή τους με το
δομημένο περιβάλλον (π.χ. υλικά βιομηχανικά, όπως όψεις από πετάσματα
αλουμινίου, Inox,
γυαλί, κ.α.)
2. Ένα
ακόμη στοιχείο που παρουσιάζει ενδιαφέρον από την παρατήρηση των περισσότερων
υφιστάμενων εικονοστασίων είναι ο τρόπος που εφευρίσκουν πολλές φορές οι
ιδιώτες να εδράσουν (ή να θεμελιώσουν) τα δομήματά τους. Σε πολλές περιπτώσεις
η βάση στήριξης του εικονοστασίου διαφέρει μορφολογικά και από άποψης υλικών,
από την ίδια την κατασκευή. Διαπιστώνονται στύλοι χτισμένοι με ίδια μικρότερη ή
μεγαλύτερη επιφάνειας κάλυψης από την ανωδομή, καμωμένοι με όμοια τεχνοτροπία κι
επένδυση με αυτήν.
Παρακάτω
γίνεται μια απόπειρα (σκαριφηματικής) αποτύπωσης των διαφορετικών περιπτώσεων
που συναντώνται:
ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΕΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΒΑΣΕΩΝ
Σοβατισμένες
τετράγωνες ή ελαφρά ορθογωνισμένες κολώνες, σε ποικίλα ύψη από την επιφάνεια
του εδάφους. Γύψινες κολώνες σε απομιμήσεις ιωνικού, δωρικού ή μικτού ρυθμού,
πάνω στις οποίες «επικάθεται» το εικονοστάσι, σε ομοίωμα παρεκκλησίου ή και
κανονικού βυζαντινότροπου ναού.
Στην
περίπτωση αυτή γίνεται χρήση, ενός δυσανάλογα μεγεθυσμένου δομικού ή
διακοσμητικού στοιχείου, ως βάση έδρασης
της ανωδομής. Διά της παρατήρησης αυτής μπορεί να προκύψει το μοντέλο μιας νέας
τυπολογίας.
ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΟΙ ΤΟΠΟΙ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου