Δευτέρα 21 Οκτωβρίου 2013

Αρκετά με την αποδόμηση και το γυμνό!

του Ανδρέα Μανωλικάκη


Photo: amenove/Flickr
Πριν από λίγο καιρό έλαβα στο γραφείο μου στη Νέα Υόρκη μια επιστολή από τον γνωστό Αμερικανό συγγραφέα Ίσραελ Χόροβιτς επ’ ευκαιρία μιας νέας παραγωγής ενός έργου του. Στην επιστολή, εκτός των άλλων, περιγράφει τι συμβαίνει όταν τα έργα του παίζονται σε άλλες χώρες: «Δεν ξέρω τι να περιμένω όταν ανοίγει η αυλαία. Συνήθως, έχω πολύ λίγη ή καθόλου συμμετοχή στη διαδικασία των προβών ή στη διανομή των ρόλων όταν αυτά παίζονται μακριά από την πόλη της Νέας Υόρκης. Στη χειρότερη περίπτωση, μια πρόσφατη παραγωγή στην Αθήνα, στην Ελλάδα, στην οποία εμφανίστηκαν εννέα σχεδόν ολόγυμνοι ηθοποιοί... σε έργο που έγραψα για πέντε εντελώς ντυμένους ηθοποιούς. Στην καλύτερη περίπτωση, υπάρχουν σπάνιες παραγωγές των έργων μου απολύτως πιστές στο κείμενο μου, με εξαιρετική υποκριτική και σκηνοθεσία.»


Στη Νέα Υόρκη, την επιστολή αυτή έλαβαν Πρόεδροι θεατρικών Πανεπιστημιακών Προγραμμάτων, Διευθυντές Δραματικών Σχολών, καθηγητές υποκριτικής, συγγραφής, σκηνοθεσίας, και πολλοί άλλοι στον χώρο του θεάτρου.
Η αναφορά του Ίσραελ Χόροβιτς στην Ελλάδα με λύπησε αλλά δεν με εξέπληξε.
Στην επιστολή του Χόροβιτς, ουσιαστικά θίγονται δυο σημαντικά ζητήματα: η ανάγκη σεβασμού προς το έργο του συγγραφέα από τον σκηνοθέτη και το αυθαίρετο γυμνό στο θέατρο.

Στην Ελλάδα, χρόνια τώρα, οι σκηνοθετικές αυθαιρεσίες και η αποδόμηση των έργων, αυξάνονται όλο και περισσότερο. Ακόμη και στις σκηνοθετικές τάξεις των θεατρολογικών σχολών υπάρχουν καθηγητές που ζητούν από τους μαθητές να «πειράξουν» λιγάκι το έργο. Δηλαδή, πριν οι μαθητές μάθουν τα βασικά της σκηνοθεσίας, μπαίνουν στη διαδικασία αποδόμησης των συγγραφέων!

Προφανώς θεωρούν πως το θεατρικό έργο δεν είναι τίποτε άλλο από μια ευκαιρία να δείξουν τις σκηνοθετικές τους ικανότητες. Με το επιχείρημα της «διαφορετικής ανάγνωσης» έργα κλασικά και σύγχρονα παρουσιάζονται αγνώριστα πάνω στην σκηνή, όπου τις περισσότερες φορές δεν βγαίνει κανένα νόημα. Οι χαρακτήρες παραμορφώνονται, τα νοήματα αλλοιώνονται ή γίνονται πράγματα εντελώς άσχετα με το τι λένε οι ήρωες και με το τι έχει γράψει ο συγγραφέας -ξαφνικά, μπορεί να εμφανιστεί κάποιος που κρατάει δυο κότες να διασχίσει τη σκηνή και να βγει.
Τέτοιες παραστάσεις, ελληνικές ή «εισαγόμενες», εκθειάζονται εύκολα από πολλούς κριτικούς ως «θεατρικά επιτεύγματα». Στην κριτική τους, μέσα από φραστικές πιρουέτες και θεωρητική σύγχυση προσπαθούν να μας εξηγήσουν τους «βαθείς συμβολισμούς» και να μας πείσουν για την υψηλή καλλιτεχνική αξία αυτών των ως επί το πλείστον ακαταλαβίστικων ή ψυχρών παραστάσεων, ψυχρών διότι σε τέτοιες προσεγγίσεις κάθε ανθρώπινο συναίσθημα που περιέχει το έργο απονευρώνεται.
Στις σκηνοθεσίες των ντόπιων σκηνοθετών που ανήκουν στη σχολή της «αποδόμησης», παρατηρούμε συχνά να αντιγράφουν ο ένας τον άλλον ή να συναγωνίζονται σε «πρωτοπορία» ή ακόμη, να ξεπατικώνουν ευρήματα από διάφορες σκηνοθεσίες ξένων σκηνοθετών -Γερμανών κατά προτίμηση- ασχέτως με το εάν τα ευρήματα αυτά ταιριάζουν ή όχι με το έργο που ανεβάζουν οι ίδιοι.
Το κύριο πρόβλημα είναι πως θυσιάζεται το περιεχόμενο προς χάριν της φόρμας. Ως αποτέλεσμα, δεν βλέπουμε το έργο του συγγραφέα, αλλά διάφορες ανάκατες ιδέες οι οποίες ψάχνουν για έργο.
Ένα συνηθισμένο στοιχείο αυτών των παραστάσεων είναι και το γυμνό. Βέβαια, στην Ελλάδα, ανεξάρτητα από το είδος της σκηνοθεσίας του έργου -μεταμοντέρνα ή κλασική - και ανεξάρτητα από τις επιταγές του θεατρικού κειμένου, παρακολουθούμε συχνότατα πάνω στη σκηνή να παρελαύνουν πέη, αιδοία, στήθη, οπίσθια.

Το 99% των περιπτώσεων του γυμνού και των ερωτικών περιπτύξεων που παρουσιάζονται στη σκηνή δεν περιέχονται στο κείμενο.
Πρόκειται για αυθαίρετες επεμβάσεις των σκηνοθετών απέναντι στο έργο του συγγραφέα.

Ποιες όμως είναι οι αιτίες που προκαλούν αυτό το φαινόμενο που έχει γίνει πλέον κατεστημένο στο ελληνικό θέατρο;
Η ανάγκη του σκηνοθέτη να σοκάρει για να δημιουργήσει ντόρο γύρω από το όνομά του;
Η ψευδαίσθηση πως είναι «προχωρημένος»;
Τα σεξουαλικά απωθημένα;
Τα απωθημένα εξουσίας, που υποχρεώνουν τους ηθοποιούς να υποβάλλουν τα απολύτως ιδιωτικά «σωματικά τους δεδομένα» στις επιταγές του σκηνοθέτη;
Το ταμείο; Η μεγάλη προσέλευση του κοινού με κίνητρο το γυμνό;
Πολλές οι αφίσες και οι φωτογραφίες στον Τύπο γυμνών ηθοποιών, ανδρών ή γυναικών, σε υπαινικτικές ή και ακρότατα αποκαλυπτικές στάσεις, σε σύνολα ή ατομικά, για να διαφημίσουν θεατρικές παραστάσεις αλλά και παραστάσεις χορού με πρόθεση να ερεθίσουν τα ταπεινά ένστικτα του κοινού –την περιέργεια, το κουτσομπολιό, την ηδονοβλεψία.
Οι ηθοποιοί γιατί ενδίδουν; Από τη φιλοδοξία να αναβαθμιστούν σε σύμβολα του σεξ, από παραπλάνηση πως συμμετέχουν σε παράσταση υψηλής τέχνης και άποψης ή από απελπισία;
Οι σκηνοθέτες που καταφεύγουν σε τέτοια ακραία μέσα δεν καταλαβαίνουν πως το γυμνό πέραν του ότι αποτελεί τις πιο πολλές φορές αμφίβολη σκηνική αισθητική, αποσπά και την προσοχή του κοινού από τα διαδραματιζόμενα. Το κοινό παύει να ακολουθεί το διάλογο και τη ροή του έργου, διότι επικεντρώνει ασυναίσθητα την προσοχή του και τις σκέψεις του στα κάλλη ή τις ατέλειες του γυμνού κορμιού.
Έχω παρακολουθήσει πολλές παραστάσεις στο εξωτερικό. Όποτε το έργο απαιτούσε γυμνό, αυτό παρουσιαζόταν με τρόπο που σεβόταν το έργο, τη στιγμή, τον καλλιτέχνη και το κοινό. Υπήρχαν και περιπτώσεις κατάχρησης του γυμνού που πάντα απέβαινε εις βάρος του έργου.
Στην Ελλάδα όμως έχουμε ξεπεράσει κάθε όριο. Τα έχουμε δει όλα, σε διάφορες στάσεις, πολλές φορές, σε ποικίλους συνδυασμούς και ανεξάρτητα από το είδος του έργου –από το σύγχρονο ρεπερτόριο μέχρι και το αρχαίο δράμα. Ακόμη και σε έργα ποιητικά με εύθραυστους χαρακτήρες μπορεί ξαφνικά να δούμε την ηρωίδα να αυνανίζεται πάνω ή κάτω από τα ρούχα της χωρίς βεβαίως ούτε καν να το υπονοεί ο συγγραφέας. Και όλα αυτά εν ονόματι της τέχνης, και της πρωτοπορίας. Μιας πρωτοπορίας βασισμένης, ως επί το πλείστον, σε αντιγραφές, σε έλλειψη θεατρικής παιδείας, σε εντυπωσιασμούς, σε ένα βαθύ εγωκεντρισμό του σκηνοθέτη, που θεωρεί τον εαυτό του σημαντικότερο του συγγραφέα και ενίοτε διορθωτή των έργων του!
Το γυμνό στη σκηνή δεν αποτελεί ένδειξη σκηνοθετικού επιτεύγματος, ούτε βαθιάς υποκριτικής έκφρασης και απελευθέρωσης. Ένας από τους σημαντικότερους δασκάλους υποκριτικής, ο Λι Στράσμπεργκ, πάνω σε αυτό έλεγε: «τότε οι γυναίκες που κάνουν στριπτίζ θα ήταν οι καλύτερες ηθοποιοί», σε περιπτώσεις που κάποιος μαθητής ηθοποιός έπαιρνε την πρωτοβουλία να εμφανιστεί γυμνός, ρωτούσε: «τι σχέση έχει αυτό που κάνεις με τον ήρωα που παίζεις, με τη στιγμή, με τη σκηνή...». Έθετε ερωτήματα για τη λογική μιας τέτοιας επιλογής.

Οι ήρωες των έργων αποκαλύπτονται γυμνώνοντας την ψυχή τους και όχι το σώμα τους.
Σημαντική ευθύνη για την αφύσικη άνθιση των δήθεν μεταμοντέρνων παραστάσεων και των προκλητικών τάσεων στην Ελλάδα, έχουν και οι, όχι λίγες, αδιάφορες και συχνά βαρετές παραστάσεις σημαντικών έργων από σκηνοθέτες του κλασσικού ανεβάσματος.
Οι πρώτοι, προσπαθούν μέσα από επιδερμικές προσεγγίσεις, αποδόμηση και γυμνό να εντυπωσιάσουν κρύβοντας την έλλειψη ευαισθησίας και την ανεπάρκειά τους να εμβαθύνουν στο έργο. Οι δεύτεροι, μέσα από αβασάνιστες αναλύσεις και διεκπεραιωτικές σκηνοθεσίες αδυνατούν να παρουσιάσουν πάνω στη σκηνή την ένταση των συναισθημάτων, των συγκρούσεων και τις ευαισθησίες που περιέχουν τα έργα. Στην ουσία κανένας τους δεν καταφέρνει να παρουσιάσει το έργο που έγραψε ο συγγραφέας.
Ο συγγραφέας απαιτεί και περιμένει οι παραστάσεις να είναι πιστές προς στο έργο που έχει γράψει. Αυτό λέει η επιστολή του Χόροβιτς.
Η συγγραφή ως διαδικασία είναι χρονοβόρα, πολυσύνθετη και ενίοτε οδυνηρή.
Ο Αριστοτέλης, στην Ποιητική του, αναφερόμενος στους συγγραφείς λέει:
«...Πρέπει ακόμη ο ποιητής, όσο μπορεί να συλλαμβάνει όταν γράφει το έργο του, ακόμη και το παίξιμο των ηρώων του. Ξεκινώντας από την άποψη ότι οι ποιητές έχουν τις ίδιες ιδιότητες με μας, είναι πιο πειστικοί οι ποιητές που βρίσκονται μέσα στο πάθος. Δηλαδή εκφράζει την τρικυμία της ψυχής και την οργή πιο πειστικά εκείνος που αισθάνεται την ίδια τη στιγμή την οργή και την ψυχή τρικυμισμένη... (μετάφραση Στάθη Ιω. Δρομάζου)»
Ο Τέννεσση Ουίλλιαμς έλεγε: «Η εικόνα που έχει ο συγγραφέας για τον κόσμο είναι πάντα επηρεασμένη από τη δική του ψυχολογική κατάσταση. Εγώ είμαι ένας αγχωμένος και προβληματικός άνθρωπος. Δεν μπορώ να γράψω για πράγματα που δεν τα αισθάνομαι.»
Ο Άρθουρ Μίλλερ έλεγε: «Για κάθε έργο που έχω γράψει υπάρχουν είκοσι που έχω εγκαταλείψει μετά από πολλή δουλειά, αγάπη, χρόνο, ενέργεια... και κάποια στιγμή κατάλαβα πως δεν ήταν αυτό που ήθελα. Δεν ήμουν εγώ μέσα σε αυτό το έργο. Δεν ερχόταν μέσα από το σημείο της ψυχής μου που θα ήθελα.»
Αυτό το έργο, που βγαίνει από την ψυχή του συγγραφέα, είναι υποχρεωμένος να κατανοήσει ο σκηνοθέτης για να μπορέσει να το μεταδώσει.
Ο πατέρας του νεοελληνικού θεάτρου Ιάκωβος Καμπανέλλης μιλώντας για το κείμενο και τις λέξεις έλεγε: «Όταν γράφω είμαι ηθοποιός... Η λέξη είναι μια αξία μετατρέψιμη σε θέατρο μόνο αν ανήκει αποκλειστικά στο πρόσωπο που την είπε, στη στιγμή που ακούστηκε και σε εκείνον ή σε εκείνους που απευθυνόταν.»
Η κάθε λέξη είναι επιμελώς επιλεγμένη ως η πλέον κατάλληλη να αποτυπώσει αυτό που συμβαίνει. Το πραγματικό μελάνι με το οποίο γράφει το έργο ο συγγραφέας στο χαρτί είναι το ίδιο του το αίμα.
Και ο σκηνοθέτης με αίμα οφείλει να «γράψει» το έργο πάνω στη σκηνή. Νερομπογιές, τρακατρούκες, απλοϊκοί συμβολισμοί και τσιτσιδώματα δεν αρκούν.
Χρειάζεται ταλέντο, θεατρική παιδεία, φαντασία, ευαισθησία, ικανότητα κατανόησης της ανθρώπινης κατάστασης και μια άλλου είδους διαδικασία εξερεύνησης του έργου.

Τελειώνοντας, οφείλω να υπογραμμίσω, προς αποφυγή παρεξηγήσεων, πως δεν υπάρχει μόνο μια εκδοχή ανεβάσματος ενός έργου. Η ζωή θα ήταν πολύ βαρετή εάν ίσχυε κάτι τέτοιο. Άλλο όμως ευφάνταστη και δημιουργική σκηνοθεσία που σέβεται το έργο και άλλο το αλαλούμ και η διάλυση των πάντων.

Όσοι έχουν δει ή διαβάσει για τις παραστάσεις του Βαχτάνγκοφ, του Κουν, του Στρέλερ, του Γκροτόφσκι, του Ηλία Καζάν καταλαβαίνουν τι εννοώ.
*Ο Ανδρέας Μανωλικάκης είναι Πρόεδρος του Μεταπτυχιακού Προγράμματος Actors Studio Drama School (Master of Fine Arts) στο Pace University της Νέας Υόρκης, καθηγητής σκηνοθεσίας και υποκριτικής, δια βίου Μέλος του Actors Studio και Μέλος του Διοικητικού του Συμβουλίου.
Σεμινάριο του Ανδρέα Μανωλικάκη στην Αθήνα

πηγή: protagon.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου