«Την μεν ζωγραφίαν ποίησιν σιωπώσαν,
την δε ποίησιν ζωγραφίαν λαλούσαν»
Σιμωνίδης ο Κείος
Εισαγωγή
Η
δημιουργία «λεκτικών τοπίων», στη βάση της οπτικής ποίησης, αποτελεί τον άξονα
της πτυχιακής εργασίας, η οποία αναπτύσσεται σε τρία επίπεδα στον χώρο, στα
παράθυρα, στις φωτοτράπεζες και στο «το ψωμί». Ως πρώτη ύλη αξιοποιούνται
κείμενα ποιητών, στιχουργών και προσωπικής γραφής που μετουσιώνονται σε εικόνα,
μέσα από ψηφιακές συνθέσεις.
Με εστίαση στον διακαλλιτεχνικό χαρακτήρα της οπτικής ποίησης, προτείνεται μια διαφορετική ανάγνωση της εικόνας και του κειμένου. Τα κείμενα των δημιουργών, ως «λεκτικές ψηφίδες», μετασχηματίζονται σε γλωσσικό τοπίο.
Η πτυχιακή
εργασία παρουσιάζεται στο εγκαταλελειμμένο, σήμερα, κτήριο της «Αγίας Όλγας»,
το οποίο λειτούργησε αρχικά ως Οικοτροφείο
Θηλέων και Πρακτικής Σχολής Φλώρινας, αργότερα ως Παιδόπολη Αγία Όλγα και, στη συνέχεια, ως Αγροτική και Οικοκυρική Σχολή και ως Εμπορική Σχολή. Η επιλογή του χώρου επέδρασε σημαντικά στη
διαμόρφωση του έργου. Ειδικότερα:
Τα παράθυρα
Τα παράθυρα του χώρου καταλαμβάνουν μεγάλη έκταση στον τοίχο, αποκαλύπτοντας και μέρος του τοπίου της πόλης. Ως φωτεινές επιφάνειες αλλά και ως ανοίγματα στον εξωτερικό χώρο, συμβάλλουν στη σύνθεση του κεντρικού έργου, καθώς καλύπτονται με κολάζ, δημιουργημένο από σπαράγματα ποιημάτων. Με εμφανή την αναφορά στον χαρακτηρισμό του Στρατή Πασχάλη για τις Εκλάμψεις του Ρεμπώ ως «Ένα υπέροχα φρικαλέο γλωσσικό τοπίο», επιλεγμένα στοιχεία του εξωτερικού χώρου ενοποιούνται με τη λεκτική σύνθεση. Κατά τον τρόπο αυτό, η κλίση του λόφου αποτελεί τον οδηγό στην τοποθέτηση των γραμμάτων, «σπάζοντας» τα όρια του δωματίου και δηλώνοντας την ύπαρξη του τοπίου στο έργο.
Οι
φωτοτράπεζες
Έξι επιτοίχιεςφωτοτράπεζες συνιστούν έξι αυτόφωτα οπτικά ποιήματα. Στα έργα αυτά συνάπτονται ποιητικοί διάλογοι ή μονόλογοιμε υλικό στιχουργών και ποιητών, τους οποίους δεν συνδέει απαραίτητα κάποιο κοινό λογοτεχνικό ρεύμα, εποχή ή ο βίος τους, αλλά ο λόγος. Ανάμεσά τους συνυπάρχει και προσωπική γραφή είτε ως αυτόνομο κείμενο, είτε σε μορφή παρεμβάσεων. Στοιχεία του κειμένου διαμορφώνουν τη φύση της εικόνας, ενώ, παράλληλα, η ίδια η εικόνα αναδιαμορφώνει το κείμενο, σε σημείο που αυτό μπορεί να διαβαστεί ως ντανταϊστικό ποίημα. Η απόσταση από το έργο επηρεάζει την ανάγνωσή του και ο θεατής μπορεί να αφιερώσει χρόνο ή στην αποκωδικοποίηση της εικόνας ή σε αυτή του κειμενικού περιεχομένου.
Το ψωμί
Ανάμεσα στα δισδιάστατα έργα, ένα τρισδιάστατο οπτικό ποίημα
ξεκινά από το πάτωμα και υψώνεται σε σχήμα πυραμίδας.
Πρόκειται για οπτικοποίηση του ποιήματος «Το ψωμί», του Μίλτου
Σαχτούρη, που αναφέρεται σε ένα παιδί που κόβει κομμάτια ψωμί
και τα μοιράζει στον κόσμο. Την πράξη του διακόπτει η κίνηση
ενός μικρού κοριτσιού, το οποίο, αντί άρτου, κόβει και
μοιράζει κομμάτια ουρανού. Τότε, ο κόσμος φαίνεται να επιλέγει
να πάρει από αυτό που μοιράζει το κορίτσι, γιατί όπως λέει
χαρακτηριστικά ο στίχος «Ας μη το κρύβουμε διψάμε για
ουρανό!». Το γλυπτό συγκροτείται από γύψινα καρβέλια ψωμί,
στοιβαγμένα το ένα πάνω στ’ άλλο. Κάποια από τα ψωμιά, κομμένα
στη μέση, αντί για ψίχα αποκαλύπτουν ουρανό. Αυτός ο ουρανός,
καταγεγραμμένος και νοερός, ταυτόχρονα, αποτελεί το συνδετικό
στοιχείο με τις άλλες δύο ενότητες της έκθεσης.
Στοιχεία Επικοινωνίας:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου