Παρασκευή 28 Σεπτεμβρίου 2018

Καβάφης εν Βέροια της Κατερίνας Καρούλια






Με συνδιοργάνωση της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ημαθίας και του Εθνογραφικού Κέντρου Γιώργος Μελίκης, σε μια χειρονομία μνήμης, πραγματοποιήθηκε σειρά παράλληλων δράσεων αυτό το καλοκαίρι στο Βυζαντινό Μουσείο Βέροιας αφιερωμένη στον ποιητή Κωνσταντίνο Καβάφη. 
Το ποιητικό έργο του Καβάφη, εάν αφαιρέσουμε τα νεανικά που εκείνος αποκήρυξε, αθροίζεται σε 154 κυρίως ποιήματα. Σε μια συνέργεια μεταξύ των Τεχνών, όπως αυτής της Ποίησης με τα Εικαστικά, προτάθηκαν 11 ποιήματα του κυρίως ερωτικά, να συνομιλήσουν με 11 εικαστικούς, σε ένα ανοιχτό workshop με τον τίτλο Cavafy after project, στα πλαίσια παράλληλων δράσεων της περιοδικής έκθεσης-εγκατάστασης  «Ερώτων ατελών κάτι αβέβαιες μνήμες» που εγκαινιάστηκε στις 2 Ιουνίου 2018 στο Βυζαντινό Μουσείο Βέροιας με επιμέλεια του Γιώργου Λιόλιου.

 Έτσι στις 9 Σεπτεμβρίου 2018, στο Βυζαντινό Μουσείο Βέροιας οι καλλιτέχνες: Κατερίνα Αναστασίου, Σταύρος Αποστόλου, Γλύκα Διονυσοπούλου, Μαρί Θεοφίλου, Κατερίνα Καρούλια, Δημήτρης Κουκούδης, Χάρης Κουρουζίδης, Θοδωρής Μαυρίδης, Αθηνά Παπαγιαννούλη, Αλίκη Πογκοσιάν, Αλέξανδρος Τσάκωνας, κλήθηκαν  να ερμηνεύσουν, να δράσουν και να αποτυπώσουν τις σκέψεις τους εικαστικά με αφόρμηση ένα από τα  ποιήματα που κληρώθηκε  για τον κάθε ένα καλλιτέχνη. Η δράση αυτή πραγματοποιήθηκε μπροστά σε κοινό από τες 11 το πρωί μέχρι τες 8 το βράδυ της Κυριακής. 


Τα έργα που δημιουργήθηκαν στο εν λόγω project αναρτήθηκαν επάνω στα αντίστοιχα ποιήματα που ενέπνευσαν τους εικαστικούς και παρουσιάστηκαν σε έκθεση που εγκαινιάστηκε το βράδυ της Κυριακής 23 Σεπτεμβρίου στο Μουσείο, ενώ το προηγούμενο βράδυ στην αυλή του  Μουσείου κάτω από το φεγγαρόφωτο, έλαβε χώρα η εκδήλωση «Σκιές Αγάπης»,  αφιερωμένη στον Αλεξανδρινό ποιητή.


Με κατάμεστο τον αύλειο  χώρο από το κοινό, αλλά και πλήθος κόσμου στους εξώστες από παρακείμενες οικίες, πραγματοποιήθηκε προσέγγιση του Καβάφη με, μελοποίηση του Αθανασίου Σιμόγλου, την συγκινητική ερμηνεία της Βεροιώτισσας μεσόφωνου Σόνιας Θεοδωρίδου, και συμμετοχή της Orchestra Mobile υπό του Θεόδωρου Ορφανίδη. Στο τέλος της συγκινητικής ομολογουμένως βραδιάς, η Σόνια Θεοδωρίδου μοίρασε στο κοινό αποσπάσματα ποιημάτων του τιμώμενου Αλεξανδρινού ποιητή, γραμμένα ιδιόχειρα από την ίδια, ως αντίδωρο για την έκδηλη εκδήλωση αγάπης  των συντοπιτών της.  


Ο Κωστής Πέτρου Φωτιάδης Καβάφης γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια τον Απρίλη του 1863 ενώ οι γονείς του Πέτρος και Χαρίκλεια κατάγονταν από την Πόλη. Υπήρξε ποιητής με ποιοτικό χειρισμό των λέξεων και μοναδικής αισθητικής. Έζησε μόνος τα χρόνια του, χωρίς μαθητές, με μια γενιά αδιάφορη που δεν κατάλαβε τις προσπάθειες και τις αγωνίες του, για να διαβαστεί και να καταξιωθεί στο μέλλον, όταν σύγχρονοι του ποιητές έχουν ήδη ξεχαστεί.
Σε μια ενότητα όλου του έργου του, μας γνωρίζει ότι η ζωή είναι μια μεγάλη απάτη. Ο άνθρωπος λέγει, ενώ αισθάνεται την ανάγκη να φύγει, να απομακρυνθεί , να κατακτήσει, έκτισε ο ίδιος ή άφησε άλλους να κτίσουν γύρω του τείχη, μεγάλα και αυστηρά ώστε ασφυκτιά μέσα στην ίδια πόλη δια βίου. Οι μέρες μας δε, σβήνονται σαν μια σειρά άσκοπα κεριά που σκόρπισαν μια πλάνα λάμψη. Ο άνθρωπος, συνεχίζει, γνωρίζει ότι οι Ίθακες δεν υπάρχουν, ότι το ταξίδι δεν οδηγεί πουθενά. Εντούτοις στον δρόμο θα έχει διασκεδάσει, θα έχει πλουτίσει το εγώ του και θα έχει μάθει να βλέπει όλες τις ανθρώπινες γελοιότητες με το ίδιο ενδιαφέρον και την ίδια απάθεια. Το χαμόγελο του στερημένο από σατυρική διάθεση θα είναι γεμάτο οίκτο. Τέλος με την πεποίθηση ότι κατέκτησε την ζωή θα την εγκαταλείψει περήφανα χωρίς θρήνους, αλλά με μια βαθύτερη θλίψη.
Ο Καβάφης θέτει στο μικροσκόπιο τις λέξεις και γεννά εικόνες. Εμπνέεται από τους σύγχρονους του Αλεξανδρινούς και εκφράζει την κούραση και την παρακμή της εποχής του. Τα ποιήματα του απαγγέλλονται με την ίδια ευκολία στα Ελληνικά όπως στα Αγγλικά και στα Γαλλικά, καθώς μας λέει ο Καθηγητής Ε.Μ. Φόρστερ που το 1919, σύστησε το  έργο του Αλεξανδρινού ποιητή  στο εξωτερικό, ενώ στην Ελλάδα τον παρουσίασε ο Γρηγόρης Ξενόπουλος το 1903.
Θερμές ευχαριστίες στην Έφορο Αγγελική Κοτταρίδη που ενεργά οραματίζεται, επιλέγει και πράττει παρόμοιες εκδηλώσεις. Λέγεται ότι διάγουμε καιρούς γενικευμένης κρίσης. Νοιώθουμε σεμνά ότι είμαστε μέρος μιας συνεχιζόμενης καθοδικής ροής. Σε τέτοιους όμως καιρούς, ο άνθρωπος μέσω της Τέχνης αποβάλλει την μελαγχολία και προβάλλει αντιστάσεις. Αυτός είναι ο άνθρωπος, κοιτάει πάντα προς τα πάνω γιατί έπεσε, άνω θρώσκων γιατί τσακίστηκε. Τι ωφελεί να πνίγεσαι άλλωστε, με κλειστό το στόμα;

Πορτραίτα του Καβάφη που παρουσιάζονται στην έκθεση από τους καλλιτέχνες.






Όπως θα διαπιστώσετε ακολούθως, οι 11 εικαστικοί που κλήθηκαν να ερμηνεύσουν, μετουσίωσαν τις ψυχικές διεργασίες και τα συναισθήματα τους κατά την ανάγνωση των ποιημάτων, με μια ιδιαίτερη γλώσσα, χαρακτηριστική της δουλειάς τους,  ανάλογα με την έρευνα και το κοσμοείδωλο τους.

Εικαστική ερμηνεία της Κατερίνας Αναστασίου στο ποίημα «Η αρχή των».

Η αρχή των
Η εκπλήρωσις της έκνομής των ηδονής
έγινεν. Απ’ το στρώμα σηκώθηκαν,
και βιαστικά ντύνονται χωρίς να μιλούν.
Βγαίνουνε χωριστά, κρυφά απ’ το σπίτι∙ και καθώς
Βαδίζουνε κάπως ανήσυχα στον δρόμο, μοιάζει
σαν να υποψιάζονται που κάτι επάνω των προδίδει
 σε τι είδους κλίνην έπεσαν προ ολίγου.

Πλην του τεχνίτου πως εκέρδισε η ζωή.
Αύριο, μεθαύριο, ή μετά χρόνια θα γραφούν
οι στίχ’ οι δυνατοί που εδώ ήταν η αρχή των.




Εικαστική ερμηνεία  του Σταύρου Αποστόλου στο ποιήμα «Εν εσπέρα»

Εν εσπέρα

Πάντως δε θα διαρκούσανε πολύ. Η πείρα
των χρόνων με το δείχνει. Αλλ’ όμως κάπως βιαστικά
ήλθε και τα σταμάτησεν η Μοίρα.
Ήτανε σύντομος ο ωραίος βίος.
Αλλά τι δυνατά που ήσαν τα μύρα,
Σε τι εξαίσια κλίνην επλαγιάσαμε,
σε τι ηδονή τα σώματα μας δώσαμε.
Μια απήχησις των ημερών της ηδονής,
μια απήχησις των ημερών κοντά μου ήλθε,
κάτι απ’ της νεότητός μας των δυονώ την πυρά∙
στα χέρια μου ένα ράμμα ξαναπήρα,
και διάβαζα πάλι και πάλι ως που έλειψε το φως.
Και βγήκα στο μπαλκόνι μελαγχολικά-
βγήκα ν’ αλλάξω σκέψεις βλέποντας τουλάχιστον
ολίγη αγαπημένη πολιτεία,
ολίγη κίνησι του δρόμου και των μαγαζιών.






Εικαστική ερμηνεία της Κατερίνας Καρούλια στο ποίημα «Ο ήλιος του απογεύματος»

           Ο ήλιος του απογεύματος

           Την κάμαρην αυτή, πόσο καλά την ξέρω.
Τώρα νοικιάζονται κι αυτή κ’ η πλαγινή
για εμπορικά γραφεία. Όλο το σπίτι έγινε
γραφεία μεσιτών, κ’ εμπόρων, κ’ Εταιρείες.
           Α η κάμαρη αυτή, τι γνώριμη που είναι
           Κοντά στην πόρτα εδώ ήταν ο καναπές,
κ’ εμπρός του ένα τουρκικό χαλί∙
σιμά το ράφι με δύο βάζα κίτρινα.
Δεξιά∙ όχι, αντίκρυ, ένα ντολάπι με καθρέπτη.
Στη μέση το τραπέζι όπου έγραφε∙
κ’ οι τρείς μεγάλες ψάθινες καρέγλες.
Πλάι στο παράθυρο ήταν το κρεββάτι
που αγαπηθήκαμε τόσες φορές.
           Θα βρίσκονται ακόμη τα καυμένα πουθενά.
           Πλάι στο παράθυρο ήταν το κρεββάτι∙
          ο ήλιος του απογεύματος τώφθανε ως τα μισά.

…Απόγευμα η ώρα τέσσερες, είχαμε χωρισθεί
για μια εβδομάδα μόνο… Αλλοίμονον,
η εβδομάς εκείνη έγινε παντοτινή.






Εικαστική ερμηνεία του Αλέξανδρου Τσάκωνα στο ποίημα «Στο πληκτικό χωριό».

Στο πληκτικό χωριό

Στο πληκτικό χωριό που εργάζεται-
υπάλληλος σ’ ένα κατάστημα εμπορικό∙
νεότατος- και που αναμένει
ακόμη δυό τρεις μήνες να περάσουν,
ακόμη δυό μήνες για να λιγοστέψουν οι δουλειές,
κ’ έτσι να μεταβεί στην πόλιν να ριχθεί
στην κίνησι και στην διασκέδασιν ευθύς∙
έπεσε στο κρεβάτι απόψι ερωτοπαθής,
όλ’ η νεότης του στον σαρκικό πόθο αναμένη,
εις έντασιν ωραίαν όλ’ η ωραία νεότης του.
Και μες στον ύπνον η ηδονή προσήλθε∙ μέσα
στον ύπνο βλέπει κ’ έχει την μορφή, την σάρκα που ήθελε… 





Εικαστική ερμηνεία της Αθηνάς Παπαγιαννούλη στο ποίημα «Ήλθε για να διαβάσει».

Ήλθε για να διαβάσει

Ήλθε για να διαβάσει. Είν’ ανοιχτά
δυό, τρία βιβλία∙ ιστορικοί και ποιηταί.
Μα μόλις διάβασε δέκα λεπτά,
και τα παραίτησε, Στον καναπέ
μισοκοιμάται. Ανήκει πλήρως στα βιβλία-
αλλ’ είναι είκοσι τριώ ετών, κ’ είν’ έμορφος πολύ∙
και σήμερα το απογευμα πέρασ’ ο έρως
στην ιδεώδη σάρκα του, στα χείλη.
Στη σάρκα του που είναι όλο καλλονή
η θέρμη πέρασεν η ερωτική∙
χωρίς αστείαν αιδώ για την μορφή της απολαύσεως…





Εικαστική ερμηνεία της Αλίκης Πογκοσιάν στο ποίημα «Σ’ ένα βιβλίο παληό».

Σ’ ένα βιβλίο παληό

Σ’ ένα βιβλίο παληό –περίπου εκατό ετών-
ανάμεσα στα φύλλα του λησμονημένη,
ηύρα μιάν υδατογραφία άνευ υπογραφής.
Θάταν το έργον καλλιτέχνου λίαν δυνατού.
Έφερ’ ως τίτλον, «Παρουσίασις του Έρωτος».
Πλήν μάλλον ήρμοζε, «-του έρωτος των άκρως αισθητών».
Γιατί ήταν φανερό σαν έβλεπες το έργον
(εύκολα νοιώθονταν η ιδέα του καλλιτέχνου)
που για όσους αγαπούνε κάπως υγιεινά,
μες στ’ οπωσδήποτε επιτετραμμένον μένοντες,
δεν ήταν προωρισμένος ο έφηβος
της ζωγραφιάς- με καστανά, βαθυχροα μάτια∙
με του προσώπου του την εκλεκτή εμορφιά,
την εμορφιά των ανωμάλων έλξεων∙
με τα ιδεώδη χείλη του που φέρνουνε
την ηδονή εις αγαπημένο σώμα∙
με τα ιδεώδη μέλη του πλασμένα για κρεββάτια
που αναίσχυντα τα’ αποκαλεί η τρεχάμενη ηθική.





Εικαστική ερμηνεία της Μαρί Θεοφίλου στο ποίημα «Κι ακούμπησα και πλάγιασα στες κλίνες των».

Κι ακούμπησα και πλάγιασα στες κλίνες των
Στης ηδονής το σπίτι όταν μπήκα,
δεν έμεινα στην αίθουσα όπου γιορτάζουν
με κάποια τάξιν αναγνωρισμένοι έρωτες.
Στες κάμαρες επήγα τες κρυφές
Και ακούμπησα και πλάγιασα στες κλίνες των.
Στες κάμαρες επήγα τες κλειστές
που το χουν για ντροπή και να τες ονομάσουν.
Μα όχι ντροπή για μένα –γιατί τότε
τι ποιητής και τι τεχνίτης θα ‘μουν;
Καλύτερα ν’ ασκήτευα. Θα ’ταν πιο σύμφωνο,
πολύ πιο σύμφωνο με την ποίηση μου∙
παρά μες στην κοινότοπην αίθουσα να χαρώ.




Εικαστική ερμηνεία του Δημήτρη Κουκούδη στο ποίημα «Μια νύχτα».

Μια νύχτα

Η κάμαρα ήταν πτωχική και πρόστυχη,
κρυμένη επάνω από την ύποπτη ταβέρνα.
Απ’ το παράθυρο φαίνονταν το σοκάκι,
το ακάθαρτο και το στενό. Από κάτω
ήρχονταν οι φωνές κάτι εργατών
που έπαιζαν χαρτιά και που γλεντούσαν.
Κ’ εκεί στο λαϊκό, το ταπεινό κρεβάτι
είχα το σώμα του έρωτος, είχα τα χείλη
τα ηδονικά και ρόδινα της μέθης-
τα ρόδινα μιας τέτοιας μέθης που και τώρα
που γράφω, έπειτ’ από τόσα χρόνια!,
μες στο μονήρες σπίτι μου, μεθώ ξανά.





Εικαστική ερμηνεία της Γλύκας Διονυσοπούλου στο ποίημα «Θυμήσου, σώμα…»

Θυμήσου, σώμα…

Σώμα, θυμήσου όχι μόνο το πόσο αγαπήθηκες,
όχι μονάχα τα κρεββάτια όπου πλάγιασες,
αλλά κ’ εκείνες τες επιθυμίες που για σένα
γυάλιζαν μες στα μάτια φανερά,
κ’ ετρέμανε μες στην φωνή – και κάποιο
τυχαίον εμπόδιο τες ματαίωσε.
Τώρα που είναι όλα πιά μέσα στο παρελθόν,
Μοιάζει σχεδόν και στες επιθυμίες
Εκείνες σαν να δόθηκες – πώς γυάλιζαν,
Θυμήσου, μες στα μάτια που σε κύτταζαν∙
Πώς έτρεμαν μες στην φωνή, για σε, θυμήσου, σώμα.







Εικαστική ερμηνεία του Θοδωρή Μαυρίδη στο ποίημα «Εν  πόλει της Οσροήνης».

Εν πόλει της Οσροήνης
Απ’ της ταβέρνας τον καυγά μας φέραν πληγωμένο
 τον φίλον Ρέμωνα χθες περί τα μεσάνυχτα.
Απ’ τα παράθυρα που αφίσαμεν ολάνοιχτα,
τ’ ωραίο του σώμα στο κρεββάτι φώτιζε η σελήνη.
Είμεθα ένα κράμα εδώ∙ Σύριοι, Γραικοί, Αρμένιοι, Μήδοι.
Τέτοιος κι ο Ρέμων είναι. Όμως χθες σαν φώτιζε
Το ερωτικό του πρόσωπο η σελήνη,
ο νους μας πήγε στον πλατωνικό Χαρμίδη.





Εικαστική ερμηνεία του Χάρη Κουρουζίδη στο ποίημα «Κίμων, Λεάρχου, 22 ετών, σπουδαστής Ελληνκών γραμμάτων (εν Κυρήνη).

Κίμων, Λεάρχου, 22 ετών, σπουδαστής Ελληνκών γραμμάτων (εν Κυρήνη)
Το τέλος μου επήλθε ότε ήμουν ευτυχής.
Ο Ερμοτέλης με είχε αχώριστον φίλον.
Τες ύστατές μου μέρες, μ’ όλο που προσπούνταν
πως δεν ανησυχούσε, ένοιωσα εγώ συχνά
τα μάτια του κλαμένα. Σαν νόμιζε που λίγο είχ’ αποκοιμηθεί,
έπεφτεν ως αλλόφρονων στης κλίνης μου το άκρον.
Αλλ’ ημέθαν κ’ οι δυό νέοι μιάς ηλικίας, είκοσι τριώ ετών.
Προδότις είναι η Μοίρα. Ίσως κανένα πάθος
Άλλον τον Ερμοτέλη νάπαιρνεν από μένα.
Τελείωσα καλώς∙ εν τη αμερίστω αγάπη».-
Το επιτύμβιον τούτο Μαρύλου Αριστοδήμου
Αποθανόντος προ μηνός στην Αλεξάνδρεια,
έλαβα εγώ πενθών, ο εξάδελφος του Κίμων.
Με το έστειλ’ επειδή ήξερε συγγενής
ότ’ ήμουν του Μαρύλου: δεν ήξερε άλλο τι.
Είν’ η ψυχή μου πλήρης λύπης για τον Μαρύλο.
Είχαμε μεγαλώσει μαζύ, σαν αδελφοί.
Βαθιά μελαγχολώ. Ο πρόωρος θάνατός του
κάθε μνησικακίαν μου έσβυσ’ εντελώς…
κάθε μνησικακίαν για τον Μαρύλο- μ’ όλο





                           ακολουθούν φωογραφίες από τις δράσεις για τον Καβάφη









































































































Βιβλιογραφία
Κ. Π. ΚΑΒΑΦΗΣ, Ποιήματα, Παρουσίαση Γιώργη Πικρού, Εκδόσεις Γιάννη Οικονόμου.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου